Υψηλότερη του αναμενόμενου ήταν η κερδοφορία των ΕΛΠΕ το α' τρίμηνο του έτους, αν και η σχετικά ευοίωνη εικόνα σκιάστηκε από τις πιέσεις που δημιούργησαν τα μειωμένα περιθώρια διύλισης σε διεθνές επίπεδο. Βασικές παράμετροι για τα αυξημένα κέρδη του ομίλου υπήρξαν η μείωση των χρηματοοικονομικών εξόδων και η αύξηση της ζήτησης καυσίμων στην εγχώρια αγορά. Τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) ανήλθαν σε 123 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 18% έναντις της αντίστοιχης χρονικής περιόδου το 2018, αλλά σε κάθε περίπτωση ανώτερα των αρχικών προβλέψεων των αναλυτών σε πρόσφατη δημοσκόπηση του Reuters, που τα τοποθετούσαν στα 118,8 εκατ. ευρώ. 

 

Τα συγκρίσιμα καθαρά κέρδη σημείωσαν πτώση 40% στα 37 εκατ. ευρώ, έναντι προβλέψεων ότι θα υποχωρήσουν στα 30,3 εκατ. ευρώ. Όπως επισημαίνουν τα ΕΛΠΕ στην ανακοίνωσή τους, η κερδοφορία επηρεάστηκε αρνητικά, αφ’ ενός μεν από τη σημαντική μείωση των διεθνών περιθωρίων διύλισης, που ήταν απόρροια, αφ΄ενός μεν των ιδιαίτερα χαμηλών διεθνών περιθωρίων βενζίνης και νάφθας, όσο και της μειωμένης προσφοράς αργού στην περιοχή, αφ’ ετέρου δε, της μείωσης της παραγωγής σε 3,6 εκατ. τόνους, ή ποσοστό -9%, λόγω επισκευών και εκτέλεσης μέρους του προγράμματος τακτικής συντήρησης για το 2019, των διυλιστηρίων.

Σημειώνεται ότι κατά τη διάρκεια του α' τριμήνου, οι διεθνείς τιμές αργού κινήθηκαν ανοδικά από τα 50 δολάρια ανά βαρέλι, στα τέλη του 2018, στην περιοχή των 70 δολαρίων, ως απότοκο των παγκόσμιων γεωπολιτικών εξελίξεων και της μείωσης προσφοράς από τις χώρες -μέλη του ΟPEC. Ιδιαίτερη επίπτωση είχε, όμως, η μειωμένη προσφορά πετρελαίου υψηλού θείου στην περιοχή της Μεσογείου, με αποτέλεσμα να καταγράφουν υψηλότερες τιμές από το Brent αναφοράς, για πρώτη φορά από το 2013.

Αυτή η εξέλιξη, σε συνδυασμό με τα ιδιαίτερα χαμηλά περιθώρια ελαφρών κλασμάτων, οδήγησαν τα περιθώρια σύνθετων διυλιστηρίων Μεσογείου στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων 4 ετών. Συγκεκριμένα τα περιθώρια τύπου FCC στη Μεσόγειο κατέγραψαν πτώση 29% και διαμορφώθηκαν στα $3,4/bbl, με τα αντίστοιχα περιθώρια Hydrocracking στα $3,7/bbl (-31%).

Ωστόσο διατηρήθηκε η υπερ-απόδοση σε σχέση με τα διεθνή περιθώρια και σε συνδυασμό με το ισχυρότερο δολάριο αντιστάθμισαν εν μέρει την υποχώρηση των περιθωρίων και της παραγωγής.

Παράληλλα η ζήτηση στην εσωτερική αγορά καυσίμων το 2019 ανήλθε στα 1,8 εκατ. τόνους (+5%), λόγω σημαντικής ενίσχυσης κατανάλωσης πετρελαίου θέρμανσης (+21%), που οφείλεται στις καιρικές συνθήκες, ενώ η ζήτηση καυσίμων κίνησης σημείωσε μικρή μείωση. Η ζήτηση αεροπορικών και ναυτιλιακών καυσίμων κατέγραψε νέα αύξηση 15% και διαμορφώθηκε στους 831 χιλ. τόνους, κυρίως λόγω αυξημένης κατανάλωσης πελατών διεθνούς εμπορικής ναυτιλίας.

Η αποκλιμάκωση των χρηματοοικονομικών εξόδων συνεχίστηκε για ένα ακόμη τρίμηνο, τάση που θα συνεχιστεί, ως αποτέλεσμα πρόσφατης επαναδιαπραγμάτευσης όρων υφιστάμενων τραπεζικών δανείων αλλά και της αποπληρωμής του Ευρωομολόγου των 325 εκατ. ευρώ, που λήγει στις 4 Ιουλίου 2019 με χρήση ταμειακών διαθεσίμων.

Ο καθαρός δανεισμός διατηρήθηκε στα 1,5 δισ. ευρώ, σε αντίστοιχα επίπεδα με το κλείσιμο του έτους και ο Συντελεστής Μόχλευσης διαμορφώθηκε στο 38%, καταγράφοντας σημαντική βελτίωση σε σχέση με πέρυσι. Συνολικά, ο ισολογισμός του Ομίλου παραμένει ιδιαίτερα ισχυρός.

Υπενθυμίζεται ότι στις 9 Απριλίου υπεγράφη η σύμβαση παραχώρησης για το Block 10 (Κυπαρισσιακός Κόλπος – ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ 100%) και το Block Ιόνιο (REPSOL 50%, ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡEΛΑΙΑ 50%), ενώ κατά το πρώτο τρίμηνο συνεχίστηκαν οι προγραμματισμένες περιβαλλοντικές μελέτες και ερευνητικές εργασίες σε άλλες παραχωρήσεις στη Δυτική Ελλάδα.