Η Απανθρακοποίηση της Ηλεκτροπαραγωγής στην Γερμανία δεν Σημαίνει Αυτομάτο Διαζύγιο με τον Λιγνίτη

Η  Απανθρακοποίηση της Ηλεκτροπαραγωγής στην Γερμανία δεν Σημαίνει Αυτομάτο Διαζύγιο με τον Λιγνίτη
του Αδάμ Αδαμόπουλου
Τρι, 12 Μαρτίου 2019 - 19:21

Τί και αν η γερμανική κυβέρνηση έχει προαναγγείλει τη διακοπή της ηλεκτροπαραγωγής από άνθρακα έως το 2038. Οι επενδύσεις για την ανάπτυξη σημαντικών λιγνιτικών πεδίων που θα εξασφαλίσουν άφθονη και φθηνή ενέργεια για την επόμενη διετία συνεχίζονται απρόσκοπτα!

Πρόσφατα, η εταιρεία LEAG ανακοίνωσε ότι θα απαλλοτριώσει και θα εγκαταστήσει σε άλλη περιοχή, χωριό με πληθυσμό 200 κατοίκων, προκειμένου να επεκτείνει το λιγνιτωρυχείο Nochten που διαχειρίζεται, στα σύνορα με την Πολωνία, εκεί όπου βρίσκεται ο μεγάλος λιγνιτικός σταθμός Boxberg. 

Αυτά συμβαίνουν στην Γερμανία όπου μόλις προ διμήνου ανακοινώθηκε πόρισμα της Επιτροπής Άνθρακα, σύμφωνα με το οποίο η χώρα θα διακόψει σταδιακά την παραγωγή ηλεκτρισμού από λιγνίτη και λιθάνθρακα, έως το 2038. 

Το πόρισμα δεν είναι νομικά δεσμευτικό και απαιτείται να ληφθεί σχετική νομοθετική πρωτοβουλία από την πλευρά της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, η οποία το μελετά, ενώ, αξίζει να σημειωθεί, ότι κατά αυτού του στόχου, έχουν ταχθεί τα δυο κόμμα της μείζονος αντιπολίτευσης.

Στον λιγνιτικό σταθμό Boxberg λειτούργησε, το 2012, η υπερσύγχρονη μονάδα R, συνολικής ισχύος 675 μεγαβάτ. Ο σταθμός διαθέτει 3 μονάδες, W, ισχύος 2x500 μεγαβάτ και Q, ισχύος 900 μεγαβάτ, ενώ η συνολικής παραγόμενη ισχύς του ανέρχεται σε 2.575 μεγαβάτ.

Ο εν λόγω σταθμός τροφοδοτείται από τα γειτονικά λιγνιτωρυχεία Nochten και Reichwalde, τα οποία χαρακτηρίζονται από την εξαιρετικά οικονομική εκμετάλλευσή τους, καθώς το ορυκτό βρίσκεται σε πολύ μικρό βάθος, σε σημείο που να επιτρέπεται η απευθείας αποκάλυψη του λιγνιτικού κοιτάσματος. 

Η Γερμανία αποδεικνύει, επομένως, πως όταν διαθέτεις σωστά επεξεργασμένο και μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό, μπορείς να δρομολογείς τις συνθήκες που θα σε οδηγήσουν σε μια πλήρως απανθρακοποιημένη οικονομία, παράλληλα με την εφαρμογή μιας πολιτικής που δεν αδιαφορεί για την εκμετάλλευση μιας σημαντικής, εγχώριας και φθηνής πηγής για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.