«Οδηγός» για την ανάπτυξη του συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας έως το 2029 θα είναι η ανάγκη μεγάλης διείσδυσης Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ). Στόχος η εκπλήρωση των ευρωπαϊκών στόχων για την «πράσινη» ενέργεια που έχουν τεθεί για το 2020 και το 2030, καθώς και των εθνικών δεσμεύσεων για το 2020 που μεταξύ άλλων προβλέπουν τη συμμετοχή των ΑΠΕ στην πρωτογενή παραγωγή ενέργειας κατά 20 % και εξειδικεύονται στο στόχο συμμετοχής τους στην ηλεκτροπαραγωγή στο 40 % της ζήτησης.

Με την ολοκλήρωση των προγραμματισμένων έργων που προβλέπονται στο δεκαετές πρόγραμμα ανάπτυξης του ΑΔΜΗΕ (2020-2029), το οποίο έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση, θα έχει διαμορφωθεί ένα σύστημα 400 kV, το οποίο θα είναι σε θέση να καλύψει τις ανάγκες διακίνησης ισχύος για το 2020, αλλά πιθανότατα και για το 2030.

Η απορρόφηση, βέβαια, της ισχύος των ΑΠΕ, δεν εξαρτάται μόνον από την ικανότητα διακίνησης της ισχύος από το Σύστημα Μεταφοράς, αλλά επιβάλλει – πέρα από την αλλαγή του ενεργειακού μείγματος - την ένταξη νέων συστημάτων αποθήκευσης (κυρίως αντλητικών υδροηλεκτρικών σταθμών, αλλά και συσσωρευτών), σε συνάρτηση με την εξέλιξη των διαθέσιμων τεχνολογιών.

Αυτό αποτυπώνεται σαφώς στα δεκαετή σχέδια το ΑΔΜΗΕ, όπως και στα αντίστοιχα του ENTSO-E – TYNDP. «Η προσδοκώμενη ανάπτυξη των ΑΠΕ στην Ευρώπη θα οδηγήσει στην ανάγκη μεταφοράς μεγάλων ποσοτήτων ηλεκτρικής ισχύος σε μεγάλη απόσταση. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στο Δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης του ENTSO-E προβλέπεται η κατασκευή και αναβάθμιση 52.300 km γραμμών μεταφοράς Υψηλής και Υπερυψηλής Τάσης. Ο στόχος μαζικής διείσδυσης ΑΠΕ με στόχο την ελαχιστοποίηση των αερίων ρύπων το 2050, θα απαιτήσει σημαντική ενίσχυση των συστημάτων μεταφοράς και ιδιαίτερα των διασυνδέσεών τους», αναφέρεται στο κείμενο που έχει τεθεί σε διαβούλευση έως τις 21 Ιανουαρίου 2019.

Από τον Διαχειριστή τονίζεται ότι για πρώτη φορά έχουν τεθεί στόχοι σχετικά με την ικανότητα διακίνησης ενέργειας μέσω των διασυνδέσεων κάθε χώρας (10 % της εγκατεστημένης ισχύος τους για το 2020 και 15 % της εγκατεστημένης ισχύος τους για το 2030).

Έτσι, η ανάπτυξη των διασυνδέσεων στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και των διαδρόμων μεταφοράς από τις πηγές παραγωγής προς τα σημαντικά ευρωπαϊκά κέντρα κατανάλωσης αποκτά εξαιρετική σημασία. Μεγάλη αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος ΑΠΕ στη χώρα μας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη δυνατότητα πραγματοποίησης μεγάλης κλίμακας εξαγωγών ηλεκτρική ενέργειας.

 

Διασύνδεση νησιών: 3.000 χιλιόμετρα υποβρύχιων καλωδίων

Η διασύνδεση του νησιωτικού χώρου του Αιγαίου έχει ξεκινήσει με εκείνη των Κυκλάδων, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί σταδιακά έως το 2024 (η Δ΄ Φάση της), θα ακολουθήσει της Κρήτης (η πρώτη φάση διασύνδεσης Κρήτης-Πελοποννήσου συμβασιοποιήθηκε ενώ για τη Β΄Φάση αναμένεται διαγωνισμός εντός του πρώτου τριμήνου του 2019) και στη συνέχεια των νησιών του Βορειοανατολικού Αιγαίου, του Νοτιοανατολικού Αιγαίου και της Δωδεκανήσου με ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2027.

Συνολικά, το εγχείρημα της διασύνδεσης των νησιών απαιτεί την εγκατάσταση περίπου 3.000 χιλιομέτρων υποβρύχιων καλωδίων, καθώς και επιπλέον έργα μεταφοράς, ιδίως 400 kV, όπως είναι νέες γραμμές και ΚΥΤ (Κέντρα Υπερυψηλής Τάσης) στο Ηπειρωτικό Σύστημα.

 

Δυσχερής η υλοποίηση των διασυνδέσεων στο εγγύς μέλλον

Ωστόσο, όπως αναφέρεται στα δεκαετή σχέδια του ΑΔΜΗΕ, το φιλόδοξο εγχείρημα της διασύνδεσης των νησιών συνδέεται με ένα πολύ υψηλό κόστος έργων αρκετών δισεκατομμυρίων ευρώ, «η υλοποίηση των οποίων είναι ιδιαίτερα δυσχερής στο εγγύς μέλλον, εξαιτίας και της εξαιρετικά δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας». Και επισημαίνεται χαρακτηριστικά ότι «το Σύστημα δεν μπορεί να αναπτυχθεί μαζικά προς όλες τις κατευθύνσεις με βάση μόνο τις εξαγγελίες νέων έργων παραγωγής».