Σύμφωνα με συγκλίνουσες πληροφορίες, τα ενεργειακά θέματα θα βρεθούν υψηλά στην ατζέντα των συνομιλιών μεταξύ του Αμερικανού προέδρου, Donald Trump και του Έλληνα πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, κατά την σημερινή επίσκεψη του δεύτερου στον Λευκό Οίκο, χωρίς όμως να μονοπωλήσουν τις όποιες συζητήσεις.

Σύμφωνα με συγκλίνουσες πληροφορίες, τα ενεργειακά θέματα θα βρεθούν υψηλά στην ατζέντα των συνομιλιών μεταξύ του Αμερικανού προέδρου, Donald Trump και του Έλληνα πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, κατά την σημερινή επίσκεψη του δεύτερου στον Λευκό Οίκο, χωρίς όμως να μονοπωλήσουν τις όποιες συζητήσεις. Και αυτό είναι αναμενόμενο αφού τους τελευταίους μήνες, εφ’ ότου δηλαδή ανέλαβε την προεδρία των ΗΠΑ ο Trump, έχει επέλθει μια ριζική μεταβολή στα γεωπολιτικά ενδιαφέροντα την Αμερικανικής πολιτικής ηγεσίας η οποία διαμορφώνει τις όποιες προτεραιότητες υπό την επήρεια του καινοφανούς Τραμπιακού δόγματος περί Αμερικανικής πρωτοκαθεδρίας (America first ), εμμέσως πλην σαφώς υπονοώντας εις βάρος όλων των άλλων των εθνών.

Σε ότι αφορά τα ενεργειακά ενδιαφέροντα της Αμερικανικής κυβέρνησης αυτά εστιάζονται πλέον στην αμερικανική ενδοχώρα και την ενδυνάμωση της εγχώριας ενεργειακής βιομηχανίας με επίκεντρο του άνθρακα, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, και πολύ λιγότερο τις ΑΠΕ, σε μια προσπάθεια τόνωσης της επιχειρηματικότητας και δημιουργίας νέων θέσεων απασχόλησης. Με την Αμερικανική ενεργειακή αναγέννηση να οφείλεται πρωτίστως στην εντυπωσιακή αύξηση της εγχώριας παραγωγής υδρογονανθράκων ( εδώ), με σαφή θετικό αντίκτυπο στις ΑΠΕ οι οποίες μαζί με το φυσικό αέριο έχουν δράσει απόλυτα ανταγωνιστικά ως προς τον επίσης εγχώριο παραγόμενο άνθρακα τον οποίο και εκτοπίζουν σταδιακά από το ενεργειακό μείγμα. Καθώς μάλιστα μειώνονται σταθερά οι εισαγωγές αργού πετρελαίου στις ΗΠΑ, ιδίως από τις χώρες της Μ. Ανατολής και την Αφρική, με ορατή πλέον μια Αμερικανική ενεργειακή αυτάρκεια, έχει παύσει εδώ και καιρό η νευρικότητα και η ανησυχία που άλλοτε ήσαν εμφανείς στους διαδρόμους εξουσίας της Αμερικανικής πρωτεύουσας περί ενεργειακής ασφάλειας και την απόλυτο διασύνδεσή της με την εθνική ασφάλεια. Το πανίσχυρο Αμερικανικό ναυτικό, μαζί με την αεροπορία, περιπολεί επί 24ώρου βάσεως την υδρόγειο όχι τόσο για να προστατέψει τις θαλάσσιες οδούς μεταφοράς πετρελαίου αλλά για να συλλέξει πληροφορίες και ν’ αποτρέψει νέα τρομοκρατικά χτυπήματα.

Υπό αυτό το πρίσμα η επίσκεψη του πρωθυπουργού μιας μικρής και μάλλον ασήμαντης χώρας, από πλευράς γεωπολιτικού εκτοπίσματος και οικονομικού μεγέθους, προκαλεί ενδιαφέρον ως προς την χρησιμότητά της στην νέα τάξη πραγμάτων όπως την αντιλαμβάνονται οι ΗΠΑ. Με την Τουρκία να παρουσιάζει απείρως μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την Αμερικανική εξωτερική πολιτική απ’ ότι η Ελλάδα, αφού τόσο η γεωγραφική της θέση της πρώτης όσο και οι πολιτικο-θρησκευτικές διασυνδέσεις της στον περίγυρο της Μ. Ανατολής την καθιστούν χώρα κλειδί, η χώρα μας μόνο ως αναγκαίο αντίβαρο και προκεχωρημένο φυλάκιο του ελευθέρου κόσμου μπορεί να θεωρηθεί, στο πλαίσιο μιας εμβαθυνομένης και ορατής πλέον ρήξης μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας και μιας πλέον ουσιαστικής ρήξης μεταξύ Δύσης και Ισλάμ.

Εν’ όψει του ανωτέρου σκηνικού που διαμορφώνεται είναι σαφές ότι οι υπηρεσίες και οι εξυπηρετήσεις που μπορεί να προσφέρει άμεσα η Ελλάδα στο Αμερικανικό ναυτικό και αεροπορία, όχι μόνο στην Κρήτη αλλά και σε πολλές άλλες τοποθεσίες, θα βρεθούν στο επίκεντρο των συνομιλιών Τσίπρα με τον πρόεδρο Trump, με την ενεργειακή ατζέντα, αν και ενδιαφέρουσα από άποψη νέων projects και των προοπτικών δημιουργίας μιας νέας ενεργειακής παραγωγικής βάσης στην Ανατολική Μεσόγειο, να έρχεται σαφώς σε δεύτερη μοίρα. Ακόμη αναμένεται να συζητηθεί η συνεργασία Ελλάδας-Ισραήλ τόσο στον ενεργειακό τομέα (βλέπε αγωγός EastMed) όσο και στον αμυντικό χώρο.

Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του energia. gr ένα από τα βασικά θέματα που αναμένεται να θίξει η Αμερικανική πλευρά στον Έλληνα πρωθυπουργό, ως προς τα ενεργειακά είναι η ανάγκη επίσπευσης των όποιον διαδικασιών αναφορικά με την προώθηση του κάθετου διαδρόμου ( Vertical Corridor) που ως γνωστό ξεκινά με την υπό ανάπτυξη μονάδα FSRU στην Αλεξανδρούπολη και επεκτείνεται προς Βορά μέσω του Ελληνο-Βουλγαρικού διασυνδετήριου αγωγού (Ι GB) και των επιμέρους αγωγών μέσω Βουλγαρίας και Ρουμανίας, και αναμένεται ότι θα προσφέρει μια εναλλακτική οδό (ως προς το κυρίαρχο σήμερα Ρωσικό αέριο), για την ενεργειακή τροφοδοσία της ΝΑ Ευρώπης. Εδώ, όπως θα τονίσει η Ελληνική πλευρά κρίνεται απαραίτητη η Αμερικανική παρέμβαση καθώς η χώρα μας έχει ανταποκριθεί πλήρως στις υποχρεώσεις της ως προς την προώθηση και κατασκευή των απαραίτητων υποδομών με τις όποιες καθυστερήσεις να οφείλονται αποκλειστικά στις άλλες χώρες. Τέλος, αναμένεται ότι θα θιχθεί το θέμα των ερευνών υδρογονανθράκων στην Ελληνική ΑΟΖ, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί μέχρι σήμερα (δηλ. Δυτική Ελλάδα και Κρήτη), με την Αμερικανική πλευρά να επιβεβαιώνει για ακόμα μια φορά την απερίφραστη πολιτική της στήριξη στις έρευνες, ιδιαίτερα μάλιστα αφού στην επόμενη φάση, όπως έχει ήδη ανακοινωθεί, θα συμμετάσχει και η Αμερικανική ExxonMobil.