Χωρίς διάθεση καταστροφολογίας, μία σειρά από γεγονότα τις τελευταίες εβδομάδες σε διαφορετικές γωνίες του πλανήτη δείχνουν ότι έχουμε εισέλθει σε μία περίοδο αυξημένου γεωπολιτικού κινδύνου

Χωρίς διάθεση καταστροφολογίας, μία σειρά από γεγονότα τις τελευταίες εβδομάδες σε διαφορετικές γωνίες του πλανήτη δείχνουν ότι έχουμε εισέλθει σε μία περίοδο αυξημένου γεωπολιτικού κινδύνου. Τόσο στον Περσικό Κόλπο όπου η αντιπαλότητα των χωρών της περιοχής, πρωτοστατούσης της Σαουδικής Αραβίας, εναντίον του Κατάρ, όσο η αυξημένη Κινεζική στρατιωτική και ναυτική παρουσία στη θάλασσα της Νότιας Κίνας καθώς και η αναστάτωση που επικρατεί στην Κορεατική χερσόνησο μετά την εκτόξευση διηπειρωτικού πυραύλου από τη Βόρεια Κορέα, που έρχεται να προστεθεί στον ήδη μακρύ κατάλογο πυρηνικών και βαλλιστικών δοκιμών της Πιον Γιάνκ, έχουν δημιουργήσει ένα άνευ προηγουμένου πολεμοχαρές σκηνικό. Ένα κλίμα ακραίας πόλωσης που κάθε άλλο παρά συμβάλλει στις προσπάθειες ανάκαμψης της παγκόσμιας οικονομίας και της εμπέδωσης ενός κλίματος συνεργασίας και αμοιβαίου σεβασμού μεταξύ των κρατών. Κάτι που έχει αρχίσει να γίνεται εμφανές τις τελευταίες ημέρες καθώς η καγκελάριος Ανγκέλα Μέρκελ φιλοξενεί στο Αμβούργο την πιο συγκρουσιακή σύνοδο κορυφής των G20 στα εννιά χρόνια ζωής της ομάδας. Να θυμίσουμε ότι η ομάδα αυτή των είκοσι πλέον δυναμικών και μεγάλων οικονομιών του πλανήτη συγκροτήθηκε στον απόηχο της κρίσης του 2008 σε μία προσπάθεια ελέγχου και αποτροπής των επιπτώσεων από την επαπειλούμενη τότε παγκόσμια οικονομική καταστροφή.

Οι κλιμακούμενες αντιθέσεις της πλειονότητας των Ευρωπαίων με την Αμερική του Ντόναλντ Τραμπ, την Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν και τη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν προοιωνίζονται ένα δύσκολο διήμερο πίσω από τις κλειστές πόρτες της συνόδου, ενώ στους δρόμους του Αμβούργου χιλιάδες διαδηλωτές δίνουν ήδη το στίγμα των προθέσεών τους με το κεντρικό τους σύνθημα: «G 20: Καλωσήλθατε στην κόλαση!». Με συνέντευξή της στην εφημερίδα Die Zeit, η Γερμανίδα καγκελάριος επέμεινε στη θέση της ότι, μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Ντόναλντ Τραμπ, η Ευρώπη δεν θα πρέπει να θεωρεί πλέον δεδομένη την αμερικανική υποστήριξη, ενώ χαρακτήρισε «εξαιρετικά θλιβερή» την απόσυρση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή.

Απείρως πιο σοβαρή και εγκυμονούσα άμεσους κινδύνους αποσταθεροποίησης του παγκόσμιου συστήματος εμφανίζεται η κατάσταση στη Κορεατική χερσόνησο όπου το κομμουνιστικό καθεστώς της Πιον Γιάνκ, υπό την ηγεσία του νεαρού ηγέτη Κιμ Γιάνγκ Ουν, δεν χάνει ευκαιρία να προκαλεί τη Νότια Κορέα και τις ΗΠΑ μέσα από μαζικής κλίμακας στρατιωτικά γυμνάσια και δοκιμές βαλλιστικών πυραύλων. Ο δε νέος βαλλιστικός πύραυλος που δύναται να φέρει πυρηνική κεφαλή και δοκιμάστηκε από τη Βόρεια Κορέα στις αρχές της εβδομάδας, έρχεται να προστεθεί στο στρατηγικό οπλοστάσιο της χώρας του, που περιλαμβάνει ατομικές βόμβες, βόμβες υδρογόνου και διηπειρωτικούς πυραύλους. «Η Βόρεια Κορέα δεν πρόκειται να διαπραγματευθεί με τις ΗΠΑ το στρατηγικό της οπλοστάσιο αν οι Αμερικανοί δεν εγκαταλείψουν την επιθετική πολιτική τους», διεμήνυσε ο Κιμ Γιονγκ Ουν.

Από την πλευρά του, το αμερικανικό υπουργείο Αμυνας κατέληξε στην εκτίμηση ότι ο τελευταίος βαλλιστικός πύραυλος της Βόρειας Κορέας ήταν όντως διηπειρωτικός, όπως ανακοίνωσε η εκπρόσωπος Τύπου του Πενταγώνου. Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον έκανε λόγο για «κλιμάκωση της απειλής», ενώ στρατιωτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι ο βορειοκορεατικός πύραυλος ήταν σε θέση να πλήξει την Αλάσκα. Σε μια επίδειξη δύναμης έναντι της Πιονγιάνγκ, οι ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ και της Νότιας Κορέας πραγματοποίησαν κοινή άσκηση, με εκτόξευση βαλλιστικών πυραύλων. Την ίδια ώρα, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ τόνιζε την κοινή θέση της χώρας του και της Κίνας ότι δεν υπάρχει στρατιωτική λύση στο κορεατικό πρόβλημα. Στην ίδια εκτίμηση καταλήγει και ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας Τζιμ Μάτις, αφού σύμφωνα με δήλωση του «ακόμη και μια περιορισμένη, «χειρουργική» επέμβαση της χώρας του θα μπορούσε να καταλήξει «στο χειρότερο είδος πολέμου που έχουν βιώσει οι περισσότεροι από τους σημερινούς κατοίκους του πλανήτη».

Όχι λιγότερο απειλητική για την παγκόσμια ασφάλεια είναι η κατάσταση που επικρατεί στη Μέση Ανατολή όπου μετά το άκρως διχαστικό κήρυγμα του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τράμπ κατά την επίσκεψη του στο Ριάντ της Σαουδική Αραβίας στις 21 Μαΐου (βλέπε εδώ) ομάδα χωρών της περιοχής (Σ. Αραβία, Εμιράτα, Μπαχρέιν, Αίγυπτος) επέβαλλε αυστηρές κυρώσεις κατά του Κατάρ. Μετά την επιβολή embargo στις 5 Ιουνίου το Κατάρ έχει αποκλεισθεί εμπορικά από τις γύρω χώρες οι οποίες το κατηγορούν για υποκίνηση της τρομοκρατίας και στενή συνεργασία με το Ιράν, το οποίο ο Αμερικανός πρόεδρος κατονόμασε ως την βασική αιτία όλων των κακών και του συνεχιζόμενου αιματηρού πολέμου στη Συρία και το Βόρειο Ιράκ. Μετά την απόρριψη από το Κατάρ του καταλόγου των 13 σημείων συμμόρφωσης που απαιτούσαν οι ανωτέρω χώρες (μεταξύ των οποίων τα άμεσο κλείσιμο του τηλεοπτικού σταθμού Αλ Τζαζίρα, απομάκρυνση Τουρκικής στρατιωτικής βάσης και διακοπή σχέσεων με το Ιράν) η κατάσταση οδηγείται σε περεταίρω πόλωση με το Εμιράτο, που είναι από τους μεγαλύτερους παραγωγούς και εξαγωγείς υγροποιημένου φυσικού αερίου του κόσμου, να έχει ανακοινώσει αύξηση της παραγωγής LNG κατά το 30%, σε μία ένδειξη ότι η χώρα ετοιμάζεται για μακροχρόνιες προστριβές.

Ο ορατός πλέον κίνδυνος στην περίπτωση του Κατάρ είναι μία διεύρυνση της κρίσης μετά από την πιθανολογούμενη πρωτοβουλία της Σαουδικής Αραβίας και των συμμάχων της για την επιβολή embargo κατά των εξαγωγών Καταριανού LNG. Σε αυτή την περίπτωση και στο πλαίσιο της στρατιωτικής συμμαχίας μεταξύ ΗΠΑ και Σαουδικής Αραβίας, θα πρέπει να αναμένεται αίτημα της Σαουδικής Αραβίας για συμμετοχή Αμερικανικών ναυτικών δυνάμεων προς εφαρμογή του αποκλεισμού του Κατάρ, μια κίνηση που δεν πρόκειται να μείνει αναπάντητη από το Ιράν, το οποίο ως γνωστό μοιράζεται το τεράστιο υποθαλάσσιο κοίτασμα φυσικού αερίου South Pars με το Εμιράτο. Βέβαια η εμπλοκή Αμερικανικών ναυτικών δυνάμεων δεν είναι τόσο εύκολη όσο ακούγεται καθώς το Κατάρ φιλοξενεί μία από τις μεγαλύτερες αεροπορικές βάσεις των ΗΠΑ στην περιοχή.

Παρά τις κλιμακούμενες εντάσεις που περιγράψαμε ανωτέρω, και που οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε μεγάλη γεωπολιτική αποσταθεροποίηση εάν δεν ελεγχθούν εγκαίρως, επικρατεί μία ασυνήθιστη ηρεμία στις παγκόσμιες χρηματαγορές αλλά και στις αγορές εμπορευμάτων. Με εκπροσώπους τραπεζών και μεγάλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών να θεωρούν ότι οι στρατιωτικές βλέψεις της Β. Κορέας και η αντιπαράθεση Σαουδικής Αραβίας- Ιράν, δεν αποτελούν ουσιαστικό κίνδυνο «ενώ εκφράζουν μεγαλύτερη ανησυχία για τις επόμενες κινήσεις των κεντρικών τραπεζών στο πλαίσιο του τρέχοντος οικονομικού κύκλου». Επίσης, χαρακτηριστικό του κλίματος εφησυχασμού που επικρατεί είναι η συμπεριφορά της τιμής του πετρελαίου η οποία παρά τις όποιες γεωπολιτικές εντάσεις δείχνει αμετάβλητη στην ζώνη των $45-$49 το βαρέλι, για το Brent, χωρίς ουσιαστικές τάσεις ανόδου. Με το πετρέλαιο να δείχνει σχεδόν ανεπηρέαστο από το μεταβαλλόμενο, επί τα χείρω, γεωπολιτικό σκηνικό. Με το εύλογο ερώτημα να γεννάται πλέον για το εάν οι αγορές έχουν αντικαταστήσει την πολιτική και τις διακρατικές σχέσεις.