Οι αγορές ηλεκτρικής ενέργειας είναι πλέον ξεπερασμένες. Κι αυτό διότι δεν εκπληρώνουν πλέον τις βασικές τους λειτουργίες και δεν στέλνουν τα κατάλληλα μηνύματα προς τους παραγωγούς και τους καταναλωτές. Το πρόβλημα προκύπτει από έναν συνδυασμό τεχνολογικών αλλαγών, αλλά και των πολιτικών που εφαρμόζονται, οι οποίες αλλάζουν τα δεδομένα στις παραδοσιακές δομές της αγοράς

Οι αγορές ηλεκτρικής ενέργειας είναι πλέον ξεπερασμένες. Κι αυτό διότι δεν εκπληρώνουν πλέον τις βασικές τους λειτουργίες και δεν στέλνουν τα κατάλληλα μηνύματα προς τους παραγωγούς και τους καταναλωτές. Το πρόβλημα προκύπτει από έναν συνδυασμό τεχνολογικών αλλαγών, αλλά και των πολιτικών που εφαρμόζονται, οι οποίες αλλάζουν τα δεδομένα στις παραδοσιακές δομές της αγοράς.

Κατά την άποψη των ερευνητών Μάλκομ Κέι και Ντέιβιντ Ρόμπινσον του Ινστιτούτου Ενεργειακών Μελετών της Οξφόρδης -η οποία αποτυπώνεται στη μελέτη τους για την απανθρακοποίηση της ενεργειακής αγοράς (Απρίλιος 2017) - θα απαιτηθούν θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις στις αγορές για την επίλυση του προβλήματος. Οι υφιστάμενες δομές της αγοράς ηλεκτρισμού αναπόφευκτα οδηγούν σε μεγαλύτερη κεντρική παρέμβαση - στήριξη των ΑΠΕ και δημιουργία αγορών διαθεσιμότητας ισχύος.

Σύμφωνα με τη μελέτη του βρετανικού Ινστιτούτου, οι απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις θα απαιτήσουν όχι μόνο μια αλλαγή στον σχεδιασμό της αγοράς αλλά καιστη στάση των καταναλωτών απέναντι στην ηλεκτρική ενέργεια. Προτείνεται μια νέα προσέγγιση στον σχεδιασμό, η οποία θα επιτρέπει και την προσαρμογή των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ). Θα πρέπει να διατηρεί τη συνολική αξιοπιστία του συστήματος, να υπάρχει ασφάλεια εφοδιασμού, να δίνει σαφή μηνύματα στους παραγωγούς για επενδύσεις και να επιτρέπει περιορισμένη κυβερνητική παρέμβαση, μακροπρόθεσμα, μόνο ως προς τον καθορισμό του γενικού πλαισίου.

Ωστόσο, οι ερευνητές δεν καταλήγουν σε ένα γενικό μήνυμα ως προς τον «σωστό» τρόπο απανθρακοποίησης του ηλεκτρισμού, καθώς κάθε χώρα είναι διαφορετική, αντιμετωπίζει ξεχωριστές προκλήσεις και έχει διαφορετικό σημείο εκκίνησης από τις υπόλοιπες. « Πρέπει να βρουν το δικό τους δρόμο μέσα από τις δυσκολίες», αναφέρουν.

Σε γενικές γραμμές, τα κράτη δεν είναι προετοιμασμένα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Πρόκειται άλλωστε για μια μακροχρόνια προσπάθεια _ το κόστος και τα οφέλη που εξετάστηκαν στην περίφημη έκθεση Stern, αναφέρονται σε αιώνες στο μέλλον. Οι στόχοι για τον περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου φτάνουν στα μέσα του αιώνα που διανύουμε. Επιπλέον, το κόστος από την αλλαγή του κλίματος και τα οφέλη από την ανάσχεσή της είναι παγκόσμια: αφορούν την Ευρώπη, αλλά πολύ περισσότερο άλλα μέρη του πλανήτη.

Όλα αυτά μπορεί να καθιστούν δύσκολη τη διατήρηση πολιτικής συναίνεσης ως προς την ανάγκη ανάληψης δράσης. Είναι πιθανώς ένας από τους λόγους που εξηγούν γιατί ενδιάμεσοι στόχοι (όπως η διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας) έχουν βρεθεί στο επίκεντρο της προσοχής, ιδίως σε πολιτικό επίπεδο.

Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα αφορά στον κύκλο ζωή των περισσότερων ενεργειακών επενδύσεων. Οι σταθμοί παραγωγής ενέργειας έχουν διάρκεια ζωής που μετριέται σε δεκαετίες ή περισσότερο - ένας πυρηνικός σταθμός μπορεί να πάρει περίπου δέκα χρόνια για να σχεδιαστεί και να κατασκευαστεί και στη συνέχεια λειτουργεί για σαράντα ή πενήντα χρόνια. Επιπλέον, το κόστος μπορεί να είναι τεράστιο – ο σταθμός Hinkley Cείναι ίσως η πιο ακριβή κατασκευή στον πλανήτη.

Όσον αφορά στις επενδύσεις σε ΑΠΕ εξακολουθεί να υπάρχει ο ίδιος κίνδυνος, δηλαδή η επένδυση να έχει ανεπαρκή απόδοση όταν οι συνθήκες ή οι κυβερνητικές πολιτικές αλλάζουν. Από την άλλη πλευρά οι καταναλωτικές συσκευές τείνουν να έχουν μικρότερους κύκλους ζωής, ενώ την ίδια ώρα η καταναλωτική συμπεριφορά και η κατανάλωση ενέργεια αλλάζουν με ρυθμό χελώνας.

Δεν είναι όμως μόνο οι χρονικοί ορίζοντες μακρινοί, υπάρχει επίσης άλλη μια βασική δυσκολία, όπως επισημαίνουν οι δύο ερευνητές στη μελέτη τους. Επειδή έχουμε να κάνουμε με μια τόσο βαθιά ριζωμένη αποτυχία της αγοράς, τα κίνητρα που δίδονται δεν επαρκούν για την επίτευξη των αναγκαίων αλλαγών. Στην πραγματικότητα, οι επενδυτές πρέπει να δεσμεύσουν κονδύλια και να «εμπιστευτούν» τα χρήματά τους στη βάση μιας …εμπιστοσύνης σε κυβερνητικές δηλώσεις. Όμως το ιστορικό της αξιοπιστίας των περισσότερων κυβερνήσεων δεν είναι γραμμένο με …χρυσά γράμματα – οι μελετητές έχουν εντοπίσει μια σειρά από απότομες αλλαγές κατεύθυνσης και κατάργησης συγκεκριμένων καθεστώτων στήριξης.

Επιπλέον, πολλές κυβερνητικές πολιτικές δεν έχουν εξεταστεί πλήρως. Υπάρχουν ακούσιες συνέπειες και παράπλευρες ζημίες. Για παράδειγμα, οι συμβατικοί παραγωγοί έχασαν μερίδιο αγοράς και αντιμετώπισαν υψηλότερους κινδύνους ως αποτέλεσμα της κρατικής στήριξης στις ΑΠΕ. Μια άλλη διάσταση επιπλοκών είναι αυτή της αβεβαιότητας. Όπως επισημαίνουν οι μελετητές του Ινστιτούτου, κανείς, συμπεριλαμβανομένων των κυβερνήσεων, δεν γνωρίζει τι φέρνει το μέλλον. Το εύρος των επιλογών είναι τεράστιο για τη δομή της αγοράς, για τα επιχειρηματικά μοντέλα ή για την εμπλοκή των καταναλωτών στον τομέα της ενέργειας.

Η χάραξη πολιτικής σε αυτή την κατάσταση αβεβαιότητας κρίνεται εξαιρετικά δύσκολη. Περιλαμβάνει την ανάγκη να εκφραστεί μια σαφής κατεύθυνση αν και ο προορισμός είναι άγνωστος. Δεν μπορεί να υπάρξει μια ενιαία διαδρομή που μπορεί να λειτουργήσει για όλες τις χώρες.

Ωστόσο, κατά τους Κέι και Ρόμπινσον, η Βρετανία φαίνεται ότι κατάφερε να χειριστεί τη δύσκολη πράξη εξισορρόπησης όσον αφορά την συνολική …τροχιά των επικίνδυνων εκπομπών. Ενώ η συγκεκριμένη λύση που υιοθετήθηκε από τη Βρετανία μπορεί να μην είναι κατάλληλη για όλες τις χώρες, οι βασικές αρχές είναι αναμφισβήτητα γενικής εφαρμογής. Στο πλαίσιο αυτό, ο στόχος πρέπει να είναι, στο μέτρο του δυνατού:

- Η απομόνωση της πολιτικής για την αλλαγή του κλίματος από βραχυπρόθεσμες πολιτικές πιέσεις.

- Ο καθορισμός σαφών δεσμευτικών μακροπρόθεσμων στόχων μείωσης των εκπομπών, που τόσο οι επενδυτές όσο και οι καταναλωτές κατανοούν πλήρως.

- Να βασίζονται οι αποφάσεις, όσο το δυνατόν περισσότερο, στις τεχνικές συμβουλές εμπειρογνωμόνων.

Επιπλέον, με στόχευση σε μακροπρόθεσμα ζητήματα, η Βρετανία έχει δώσει μεγαλύτερη προσοχή στις συνέπειες από τη δραστηριότητα συγκεκριμένων τομέων, όπως της διανομής ενέργειας.

Σε κάθε περίπτωση, κάθε χώρα πρέπει να αναπτύξει κατάλληλες δομές βάσει των συνταγματικών της επιταγών και του δικού της συστήματος διακυβέρνησης. Αλλά το κύριο μήνυμα αυτής της μελέτης είναι ότι η «νέα εποχή» για την ηλεκτρική ενέργεια (και την ενέργεια εν γένει) έχει φέρει μαζί της μερικές πρωτοφανείς προκλήσεις και ευκαιρίες. Δεν υπάρχει ενιαία πορεία προς τα εμπρός που να μπορεί να ακολουθήσουν όλες οι χώρες. Σύμφωνα με τους μελετητές, το σίγουρο είναι ότι απαιτείται ευφάνταστη και δημιουργική πολιτική σκέψη.