Ο Φαντασιακός Κόσμος των Mega Projects και η Δυσάρεστη Πραγματικότητα της Εγχώριας Ενεργειακής Αγοράς

Η τελευταία διακυβερνητική συνάντηση μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ, που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη (15/6) στην Θεσσαλονίκη επικεντρώθηκε για μια ακόμη φορά στα μεγάλα ενεργειακά projects της περιοχής, δηλαδή τον υποθαλάσσιο αγωγό East Med και την ηλεκτρική διασύνδεση EuroAsia Interconnector. Για τον μεν East Med που θα μεταφέρει φυσικό αέριο από τα υπό ανάπτυξη κοιτάσματα φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου προς την Ελλάδα και ακολούθως προς την Ιταλία υπάρχει μεν ολοκληρωμένη μελέτη σκοπιμότητας (από ΔΕΠΑ/Edison) αλλά υπάρχει ακόμα πολύς δρόμος να διανύσουμε μέχρις ότου το έργο αυτό ωριμάσει επενδυτικά. Η υλοποίηση του ή μη θα εξαρτηθεί από σωρεία εξωγενών παραγόντων όπου πρωτεύοντα ρόλο θα παίξουν οι διαμορφούμενες ενεργειακές ανάγκες της Ευρώπης, όπου αυτή την στιγμή η ζήτηση για αέριο είναι μάλλον στάσιμη ενώ παρατηρείται υπερπροσφορά τόσο από πλευράς Ρωσίας (που προμηθεύει σχεδόν το 40% των ευρωπαϊκών αναγκών) όσο και από το LNG, που καταλαμβάνει όλο και μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς. Το έργο του EuroAsia Interconnector είναι δύο βήματα πιο μπροστά από τον East Med έχοντας εξασφαλίσει σημαντική οικονομική στήριξη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή
energia.gr
Παρ, 16 Ιουνίου 2017 - 14:22

Η τελευταία διακυβερνητική συνάντηση μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ, που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη (15/6) στην Θεσσαλονίκη επικεντρώθηκε για μια ακόμη φορά στα μεγάλα ενεργειακά projects της περιοχής, δηλαδή τον υποθαλάσσιο αγωγό East Med και την ηλεκτρική διασύνδεση EuroAsia Interconnector. 

Για τον μεν East Med που θα μεταφέρει φυσικό αέριο από τα υπό ανάπτυξη κοιτάσματα φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου προς την Ελλάδα και ακολούθως προς την Ιταλία υπάρχει μεν ολοκληρωμένη μελέτη σκοπιμότητας (από ΔΕΠΑ/Edison) αλλά υπάρχει ακόμα πολύς δρόμος να διανύσουμε μέχρις ότου το έργο αυτό ωριμάσει επενδυτικά. Η υλοποίηση του ή μη θα εξαρτηθεί από σωρεία εξωγενών παραγόντων όπου πρωτεύοντα ρόλο θα παίξουν οι διαμορφούμενες ενεργειακές ανάγκες της Ευρώπης, όπου αυτή την στιγμή η ζήτηση για αέριο είναι μάλλον στάσιμη ενώ παρατηρείται υπερπροσφορά τόσο από πλευράς Ρωσίας (που προμηθεύει σχεδόν το 40% των ευρωπαϊκών αναγκών) όσο και από το LNG, που καταλαμβάνει όλο και μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς.  

Το έργο του EuroAsia Interconnector είναι δύο βήματα πιο μπροστά από τον East Med έχοντας εξασφαλίσει σημαντική οικονομική στήριξη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, και έχοντας προχωρήσει στις απαραίτητες βυθομετρικές έρευνες. Η ηλεκτρική διασύνδεση της Κύπρου με το Ισραήλ να προηγείται χρονικά με εξασφαλισμένο ήδη από το Ισραήλ το ηλεκτρικό δυναμικό προς εξαγωγή, και με την Κύπρο να επιθυμεί σφόδρα να αποκτήσει, για λόγους ασφάλειας, μια μόνιμη διασύνδεση με ένα άλλο φιλικό κράτος. Η διασύνδεση που θα ακολουθήσει μεταξύ Κύπρου και Κρήτης και εν συνεχεία με την Αττική είναι απείρως πιο δύσκολη υπόθεση και θα απαιτήσει αρκετό χρόνο και καλό συντονισμό μεταξύ της κοινοπραξίας EuroAsia Interconnector και του ΑΔΜΗΕ.

Παρά το γεγονός ότι τα ανωτέρω δύο έργα ευρίσκονται σε πολύ αρχικό στάδιο τείνουν να μονοπωλήσουν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης για τον απλούστατο λόγο ότι μεταξύ τους συνιστούν ένα τελείως νέο αφήγημα, και άρα πολλά υποσχόμενο, δηλαδή προσφέρει μια ελπίδα ανάπτυξης και εξωστρέφειας σ’ ένα κόσμο που πάσχει από ομαδική κατάθλιψη μετά από μια παρατεταμένη περίοδο στερήσεων. Όμως τα μεγαλεπήβολα αυτά έργα με τις συνεπακόλουθες πολιτικές φανφάρες (βλέπε διακυβερνητική, μνημόνια συνεργασίας και τα τοιαύτα!) έρχονται στην πράξη να αποπροσανατολίσουν και να μας κάνουν να στρέψουμε το ενδιαφέρον μας μακριά από την δύσκολη και συχνά αδιέξοδη πραγματικότητα του εγχώριου ενεργειακού τοπίου που χαρακτηρίζεται από μια λίαν μεταβλητή και στρεβλή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. 

Με την ΔΕΗ να χαροπαλεύει εν όψει του ενσκύψαντος ανταγωνισμού και της υποχρεωτικής (από τους δανειστές) συρρίκνωσης τόσο της πελατειακής της βάσης όσο και της εγκατεστημένης ισχύος της. Όπου η αγορά φυσικού αερίου ευρίσκεται τραγικά πίσω από τις αρχικές προβλέψεις ως προς το μέγεθός της και την επέκταση του δικτύου στη χώρα, ενώ η περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ καθίσταται ολοένα και πιο προβληματική για οικονομικούς κυρίως λόγους. Ενεργειακή αποδοτικότητα και συμπαραγωγή αν και πολλαπλά ωφέλιμες για τον καταναλωτή, παραμένουν αναξιοποίητες μόνιμα εγκλωβισμένες σε ένα δαιδαλώδες νομικό πλαίσιο και χωρίς ουσιαστική οικονομική στήριξη, σε αντίθεση με τις άλλες μορφές ενέργειας.

Με τους βασικούς στόχους και κατευθύνσεις μιας πολυεπίπεδης, εξωστρεφούς και εθνικά ωφέλιμης ενεργειακής στρατηγικής να τείνουν να καλυφθούν από τα φιλόδοξα, αλλά τελικά ανεφάρμοστα σχέδια, περί ανάδειξη της χώρας σε ενεργειακό κόμβο και την ανάδειξη γιγαντιαίων έργων υποδομής ως ρυθμιστών της ενεργειακής μας πολιτικής. Αλλά με αυτήν την έωλη αντιμετώπιση θέτουμε σε δεύτερη μοίρα την αδήριτη ανάγκη για αύξηση της εγχώριας ενεργειακής παραγωγής (λιγνίτης, υδροηλεκτρικά ΑΠΕ και υδρογονάνθρακες) την ομαλοποίηση της λειτουργίας της εγχώριας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και την προώθηση των διασυνοριακών εμπορικών συναλλαγών (βλέπε Χρηματιστήριο Ενέργειας) σε ηλεκτρισμό και φυσικό αέριο όπου η Ελλάδα μπορεί πράγματι να εξελιχθεί σε περιφερειακό κέντρο.