Μετά την εκλογή Τραμπ κυριαρχούσε η προσδοκία ενός απευθείας εφ’ όλης της ύλης διαλόγου Ουάσιγκτον - Μόσχας, που θα έδινε στις ΗΠΑ τη δυνατότητα να διαπραγματευθεί στη συνέχεια από θέση ισχύος με την Κίνα. Μια προσέγγιση ΗΠΑ -Ρωσίας χωρίς τη συμμετοχή της Ευρώπης, μια παράκαμψη της Γηραιάς Ηπείρου, η οποία νομιμοποιούσε την άποψη Τραμπ ότι το ΝΑΤΟ είναι ένα ξεπερασμένο σχήμα

Μετά την εκλογή Τραμπ κυριαρχούσε η προσδοκία ενός απευθείας εφ’ όλης της ύλης διαλόγου Ουάσιγκτον - Μόσχας, που θα έδινε στις ΗΠΑ τη δυνατότητα να διαπραγματευθεί στη συνέχεια από θέση ισχύος με την Κίνα. Μια προσέγγιση ΗΠΑ -Ρωσίας χωρίς τη συμμετοχή της Ευρώπης, μια παράκαμψη της Γηραιάς Ηπείρου, η οποία νομιμοποιούσε την άποψη Τραμπ ότι το ΝΑΤΟ είναι ένα ξεπερασμένο σχήμα.

Ενα εξάμηνο μετά, τα παραπάνω έχουν σκιασθεί από την εσωτερική σύγκρουση στην Ουάσιγκτον μεταξύ του Λευκού Οίκου και των θεσμικών και παραθεσμικών κέντρων, που συναπαρτίζουν το πολιτικό σύστημα της χώρας και έχουν μέχρι στιγμής βραχυκυκλώσει τις ανατρεπτικές προθέσεις Τραμπ στην εξωτερική πολιτική.

Έτσι, εκ των πραγμάτων, η καγκελάριος Μέρκελ βρέθηκε με τις συναντήσεις της με τον Τραμπ στον Λευκό Οίκο και χθες στο Σότσι με τον Πούτιν, αλλά και με την Προεδρία της Ομάδας των G-20 που φέτος ασκεί η Γερμανία να διαδραματίζει εκ των πραγμάτων τον ρόλο του ενδιάμεσου ανάμεσα στη Ρωσία και τις ΗΠΑ.

Χθες, προφανώς για να διασωθούν οι εντυπώσεις και τα προσχήματα του απευθείας διαλόγου Τραμπ και Πούτιν επρόκειτο να έχουν τηλεφωνική συνομιλία, όμως κυριαρχεί το ότι οι δύο ηγέτες δεν μπόρεσαν ακόμη να συναντηθούν ή για να είμαστε πιο ακριβείς ο πρόεδρος των ΗΠΑ δεν θέλησε να διακινδυνεύσει μιά απευθείας συνάντηση με τον Ρώσο ομόλογό του, την ώρα που επιτροπές του Κογκρέσου διερευνούν κατά πόσον η εκλογή του στηρίχθηκε ή ακόμη χειρότερο οφείλεται στο... Κρεμλίνο.

Έτσι, η πρώτη συνάντηση Τραμπ - Πούτιν θα γίνει στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής της Ομάδας των G-20 στο Αμβούργο στις αρχές Ιουλίου με οικοδεσπότη τη Μέρκελ, μια συμβολική μεν, αλλά βαρύνουσα επικοινωνιακά και ουσιαστικά σύμπτωση.

Πριν από περίπου ένα μήνα το Κρεμλίνο και η Προεδρία της Φινλανδίας προφανώς σε παρασκηνιακή συνεννόηση με τον Λευκό Οίκο προσπάθησαν να μεθοδεύσουν συνάντηση Τραμπ - Πούτιν εντός του Μαΐου στο Ελσίνκι στο περιθώριο της Αρκτικής Συνόδου, μια προσπάθεια που δεν τελεσφόρησε.

Στη δεύτερη θητεία Ομπάμα και πιο συγκεκριμένα τα δύο τελευταία χρόνια είχε διαμορφωθεί μια ισορροπία, όπου η συνεργασία στη Μέση Ανατολή είχε μια δυναμική συνεχούς εμβάθυνσης που εξισορρόπησε αλλά και συγκράτησε την περαιτέρω σύγκρουση δι’ αντιπροσώπων των δύο Μεγάλων Δυνάμεων στην Ουκρανία.

Σήμερα βρισκόμαστε σε μιά συνολική αμηχανία μετά την πρόσφατη πυραυλική επίθεση των ΗΠΑ κατά κυβερνητικής βάσης στη Συρία: Ουδείς σήμερα μπορεί να αναγνώσει με ακρίβεια την πολιτική Τραμπ στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή και πολύ περισσότερο στην Ουκρανία. Το βραχυκύκλωμα της Προεδρίας Τραμπ, οι εκατό μέρες της οποίας έληξαν με τη σύγχυση να είναι μεγαλύτερη από ό,τι ήταν στην τελετή παραλαβής-παράδοσης της 21ης Ιανουαρίου, έχει δώσει στη Γερμανία ανέλπιστα περιθώρια ελιγμών και διαμεσολάβησης ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία.

Πριν από δεκατέσσερα χρόνια, την άνοιξη του 2003, οι ΗΠΑ του Μπους υιού κατέγραψαν ως Συμμαχική Ανταρσία την πρωτοβουλία των Σρέντερ - Σιράκ να κινηθούν ως χειραφετημένο δίδυμο ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και τη Μόσχα, την επαύριον της εισβολής στο Ιράκ.

Σήμερα με ένα πρόεδρο στον Λευκό Οίκο «ελεύθερο με περιοριστικούς όρους», το Βερολίνο δεν διαμεσολαβεί απλώς ανάμεσα στη Ρωσία και τις ΗΠΑ, αλλά τουλάχιστον για μια μεταβατική περίοδο άγνωστης διάρκειας βρίσκεται στην προνομιακή θέση να επηρεάζει αποφασιστικά την πολιτική Τραμπ απέναντι στο Κρεμλίνο: Ο,τι έχει τη συγκατάθεση της Γερμανίας είναι ασφαλές για τον πολιορκημένο Τραμπ, όπου υπάρχουν επιφυλάξεις είναι μάλλον καλύτερα να κρατά αποστάσεις ασφαλείας.

Στο τελευταίο αποχαιρετιστήριο δείπνο με τη Μέρκελ στο Βερολίνο ο Ομπάμα παρουσιάσθηκε να δίνει στην Καγκελάριο την Ηγεσία της Δύσης. Το βέβαιο είναι ότι το Σύστημα και οι μηχανισμοί του που προσπαθούν να χειραγωγήσουν τον Τραμπ έδωσαν στο Βερολίνο ρόλο άτυπου βέτο στην εξωτερική πολιτική του Λευκού Οίκου.

(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ", 03/05/2017)