Πώς θα έρθει ισχυρή ανάπτυξη για να πολεμήσουμε την ανεργία; Την περασμένη Κυριακή, η «Καθημερινή» δημοσίευσε μια λιτή και σαφή δήλωση του υπουργού αναπληρωτή Οικονομικών κ. Γ. Χουλιαράκη που έδειχνε τον δρόμο: «Χρειάζονται μεγάλες επενδύσεις, δημόσιες και ιδιωτικές. Για να τις προσελκύσουμε απαιτείται ένα ενιαίο αφήγημα και μια συμπεριφορά φιλική στην επιχειρηματικότητα. Αν αυτά δεν υπάρξουν, δεν θα επιτευχθούν οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης που προβλέπονται στο πρόγραμμα»
Πώς θα έρθει ισχυρή ανάπτυξη για να πολεμήσουμε την ανεργία; Την περασμένη Κυριακή, η «Καθημερινή» δημοσίευσε μια λιτή και σαφή δήλωση του υπουργού αναπληρωτή Οικονομικών κ. Γ. Χουλιαράκη που έδειχνε τον δρόμο: «Χρειάζονται μεγάλες επενδύσεις, δημόσιες και ιδιωτικές. Για να τις προσελκύσουμε απαιτείται ένα ενιαίο αφήγημα και μια συμπεριφορά φιλική στην επιχειρηματικότητα. Αν αυτά δεν υπάρξουν, δεν θα επιτευχθούν οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης που προβλέπονται στο πρόγραμμα».

Θεωρώ αυτήν τη δήλωση σημαντική για τρεις λόγους. (α) Ηρθε ως συνέχεια της σε ανάλογο πνεύμα ομιλίας του πρωθυπουργού στα Ποσειδώνια. (β) Εγινε αμέσως μετά τη σύσκεψη με θέμα την ανάπτυξη, που είχε προηγηθεί λίγες ώρες, υπό την προεδρία του πρωθυπουργού κ. Αλ. Τσίπρα και με συμμετοχή των Γ. Δραγασάκη και Ευκλ. Τσακαλώτου. Αρα, η δήλωση Χουλιαράκη αποτύπωνε και τη γνώμη της κυβερνητικής ηγεσίας – όχι μόνο τη δική του. Και (γ) γιατί έθεσε τρία ουσιαστικά θέματα.

Το πρώτο είναι ότι δεν χρειαζόμαστε μόνο πολλές επενδύσεις γενικώς αλλά (και ιδιαίτερα) πολλές, μεγάλες και από μεγάλους επενδυτικούς φορείς. Επενδύσεις από ισχυρούς επενδυτές, που θα μπορούν να αναλάβουν το ρίσκο της επένδυσης αλλά, επίσης, θα έχουν την οικονομική δύναμη να στηρίξουν, να υπερασπιστούν την επένδυσή τους κάτω από όλες τις συνθήκες. Συνθήκες που εξαρτώνται και διαμορφώνονται και από τις διεθνείς και δη τις ευρωπαϊκές εξελίξεις – οι οποίες δεν χαρακτηρίζονται από τη μεγαλύτερη δυνατή σταθερότητα...

Το δεύτερο θέμα είναι ότι απαιτείται ενιαίο κυβερνητικό αφήγημα. Δεν είναι δυνατόν, όποιος υπουργός θέλει, να κινείται σε γραμμή αποκλίνουσα ή αντίθετη με την επίσημη κυβερνητική πολιτική. Η χώρα, δυστυχώς, έχει διακριθεί στην υπερπαραγωγή αναξιοπιστίας. Δεν διαθέτει κάποιο περίσσευμα αξιοπιστίας, που θα επέτρεπε σε κάποια/ον υπουργό να πει μια ανοησία ή να ρίξει ένα «κλάμα» κι αυτά, απλά, να προσπεραστούν ως γραφικότητες. Οτιδήποτε προσθέτει σταγόνες στον σημερινό όγκο αναξιοπιστίας, προκαλεί μεγάλη ζημιά.

Γι’ αυτό, κατά τη γνώμη μου, χρειάζεται κυβερνητική ανασύνταξη με κυβερνητικό ανασχηματισμό αποτελεσματικότητας τώρα, όχι το φθινόπωρο – δεν περισσεύει χρόνος, δεν υπάρχουν περιθώρια.

Το τρίτο θέμα είναι ότι για την προσέλκυση επενδύσεων θα πρέπει να υπάρξει συμπεριφορά φιλική στην επιχειρηματικότητα. Μπορεί η διατύπωση Χουλιαράκη να τσακίζει το DNA αρκετών «πολύ-αριστερών-στα λόγια», αλλά αυτό είναι δικό τους πρόβλημα – όχι της χώρας. Ούτε η φιλική συμπεριφορά σημαίνει νέα μείωση των μισθών και των ημερομισθίων ούτε πλήρη απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων. Αυτά τα έχει «καταφέρει» μόνη της η μαζική ανεργία, έχει διαλύσει την αγορά εργασίας και έχει εξατμίσει την αμοιβή της εργασίας. Αν δεν έρθουν επενδύσεις, η φτωχοποίηση του ελληνικού λαού και η εξαθλίωση τμημάτων του θα συνεχιστούν.

Προοδευτική πολιτική είναι η προσέλκυση επενδύσεων. Γι’ αυτό απαιτείται η δημιουργία φιλικού επιχειρηματικού οικοσυστήματος, δεν αρκεί μία δράση. Ξεχωρίζω τρία θέματα-στόχους:

Πρώτο, η άμεση υλοποίηση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η Ελλάδα με το γ΄ μνημόνιο. Το μνημόνιο τον Αύγουστο πέρυσι περιείχε 224 δράσεις. Σε αυτές προστέθηκαν άλλες 53 δράσεις με το συμπληρωματικό μνημόνιο που συμφωνήθηκε στην τελευταία διαπραγμάτευση κι έτσι ο αριθμός τους αυξήθηκε σε 277. Αυτές οι 277 δράσεις εκτείνονται χρονικά έως το 2021 και αφορούν 19 τομείς. Ενας φιλόδοξος αλλά ρεαλιστικός στόχος θα ήταν (αντί να σέρνονται όλα...) να υλοποιηθούν όλες εντός του έτους, φέτος.

Αυτό θα βοηθούσε δραστικά στο δεύτερο: Να γίνει ό,τι πρέπει για να μειωθεί ο «κίνδυνος χώρας» και να αναβαθμιστεί η αξιολόγηση της Ελλάδας από τους διεθνείς οίκους. Σήμερα, η αξιολόγησή της είναι στα τάρταρα, στις διεθνείς κλίμακες κατατάσσεται μαζί με την Ουκρανία και το Τατζικιστάν, με συνέπεια να μην προσελκύει παρά λίγους σοβαρούς επενδυτές, που εμπιστεύονται την προοπτική της και γι’ αυτό, παρά τις συστάσεις ξένων οίκων, παίρνουν το ρίσκο να επενδύσουν στην Ελλάδα.

Το τρίτο είναι να επιτευχθούν γρήγορες νίκες. Τέτοια νίκη θα ήταν η απεμπλοκή δεκάδων επενδύσεων συνολικής αξίας περί τα 14 δισ. ευρώ, που τελματώνουν σε όλη την επικράτεια. Υπάρχουν οι επενδυτές, υπάρχουν τα κεφάλαια, όλα είναι έτοιμα για να μπουν μπροστά, αλλά τις εμποδίζει μια απίθανα κακή γραφειοκρατία. Ο τρόπος είναι γνωστός και δοκιμασμένος: Είναι οι διαδικασίες fast track που εφαρμόστηκαν για τα ολυμπιακά έργα. Ορίζονται project managers, χρεώνονται καθένας λίγους φακέλους, ορίζεται ένας υπουργός που θα έχει την ευθύνη, που παρακολουθεί την πρόοδο από μια βάση δεδομένων και «τρέχει» τα προγράμματα με σαφές και συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα.

Η δήλωση του Γιώργου Χουλιαράκη υποδηλώνει συνείδηση του προβλήματος, εύλογη ανησυχία, διατυπώνει σωστή κατεύθυνση πολιτικής. Μένει να φανεί αν αυτή η πολιτική θα αποκτήσει το ανάλογο περιεχόμενο. Ωστε να πολεμήσουμε την ανεργία.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 19/06/2016)