Τις στρεβλώσεις της ενεργειακής αγοράς παρουσίασε ο κ. Ανδρέας Πετροπουλέας, Διευθυντής Διαχείρισης Ενέργειας στην Elpedison και Πρόεδρος της Επιτροπής Ηλεκτρισμού του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΙΕΝΕ). Ο Πετροπουλέας επικεντρώθηκε στα προβλήματα που έχει προκαλέσει η υπερκάλυψη των ενεργειακών από τις ΑΠΕ, με έμφαση στον ρόλο των φωτοβολταϊκών. Ο κ. Πετροπουλέας συμμετείχε στην Ημερίδα ‘Ευκαιρία ή Τροχοπέδη οι Στόχοι της Ενεργειακής Μετάβασης για ΑΠΕ και Ενεργειακή Αποδοτικότητα;’ του ΙΕΝΕ που πραγματοποιήθηκε στις εγκαταστάσεις του ΟΤΕ Academy, στις 18 Απριλίου 2024.

Ο κ. Πετροπουλέας αρχικά ανέφερε ότι είναι αναγκαίο οι πολίτες να καταλάβουν πως η ενεργειακή μετάβαση θα έχει ένα συγκεκριμένο κόστος. Αυτό το κόστος όμως απέχει πολύ από τη σημερινή στρεβλή κατάσταση στο χονδρεμπόριο ηλεκτρισμού που σχετίζεται με την υπερπροσφορά των ΑΠΕ. Πιο συγκεκριμένα, το σύνολο των υφιστάμενων και των αδειοδοτημένων ΑΠΕ θα αγγίζει την ισχύ 27,5 GW, με τα 18,3 GW να προέρχονται από τα φωτοβολταϊκά. Από την άλλη πλευρά, το επικαιροποιημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) προβλέπει 23,5 GW συνολικής εγκατεστημένης ισχύος για το 2030. Σύμφωνα με τον κ. Πετροπουλέα, οι αριθμοί αυτοί, οι οποίοι διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους, απέχουν ακόμα περισσότερο από την πραγματική ζήτηση στην Ελλάδα. Το γεγονός αυτό εγείρει ερωτήματα σχετικά με τις αποφάσεις αδειοδότησης που συνεχίζουν να εγκρίνονται.

Όπως τόνισε ο κ. Πετροπουλέας, η πραγματική ζήτηση στην Ελλάδα κυμαίνεται γύρω στα 54 TW και βαίνει μειούμενη, αφενός λόγω της αποβιομηχάνισης, αφετέρου λόγω της υπογεννητικότητας. Και δεδομένου ότι αυτές οι δύο τάσεις δεν φαίνονται να αντιστρέφονται σύντομα, η ζήτηση θα συνεχίσει να μειώνεται. Το συμπέρασμα αυτό, όμως, δεν ευθυγραμμίζεται με τις υπεραισιόδοξες προβλέψεις των κρατικών φορέων: Ο ΑΔΜΗΕ προέβλεπε μία αύξηση της ζήτησης που θα φτάσει 9,5 TW μεταξύ 2023-2030, ενώ το ΕΣΕΚ προέβλεπε κατακόρυφη αύξηση σχεδόν 15 TW για το ίδιο διάστημα! Καθίσταται, επομένως σαφές ότι αυτές οι προβλέψεις δεν αποτελούν τα ρεαλιστικά σενάρια για την ελληνική ενεργειακή αγορά.

Σύμφωνα με τον κ. Πετροπουλέα, καθώς η ανάπτυξη των ΑΠΕ και η συρρίκνωση της ζήτησης κινούνται αντίστροφα, οι ΑΠΕ προκαλούν ένα γιγάντιο υπερπλεόνασμα ενέργειας. Το υπερπλεόνασμα αυτό δεν δύναται να αποθηκευτεί, και αναμενόμενα επιχειρείται να εξαχθεί. Ωστόσο, καθώς οι γειτονικές χώρες έχουν αντίστοιχα ενεργειακά πλεονάσματα, κυρίως λόγω των φωτοβολταϊκών, οι ελληνικές εξαγωγές δεν είναι ανταγωνιστικές και όταν καταφέρνουν να πουληθούν, τότε πωλούνται με ζημία. Ο κ. Πετροπουλέας εξήγησε ότι οι τιμές πώλησης από τα φωτοβολταϊκά τείνουν προς το 0 και δεν έχουν πέσει υπό του μηδενός επισήμως διότι στην Ελλάδα δεν επιτρέπονται οι μηδενικές ή αρνητικές τιμές. Για να καλυφθούν οι ζημίες, το κόστος μετακυλήεται στους καταναλωτές και στους πελάτες. Έτσι, οι έλληνες καταναλωτές ουσιαστικά επιδοτούν τις εξαγωγές στα γειτονικά κράτη, πληρώνοντας 8,4 εκατομμύρια ευρώ το 2023. Αυτή η κατάσταση οδηγεί σε έναν κανιβαλισμό της αγοράς. Και μπορεί να γίνει πολύ χειρότερη αν στην υπάρχουσα παραγωγή προστεθούν τα αδειοδοτημένα από τον ΑΔΜΗΕ έργα.

 

Όπως υπογράμμισε ο κ. Πετροπουλέας, τρέχουσα κατάσταση καταστρέφει τους επενδυτές, τους καταναλωτές, και την αγορά ευρύτερα. Η μόνη ρεαλιστική λύση σε αυτή τη φάση είναι το πάγωμα όλων των αδειοδοτημένων έργων ΑΠΕ, και όχι απλώς η παύση έκδοσης νέων αδειών. Αυτό το μέτρο θα ήταν πολιτικά επώδυνη, αλλά είναι απαραίτητη για τον σταδιακό εξορθολογισμό της ελληνικής ενεργειακής αγοράς. Ο κ. Πετροπουλέας προειδοποίησε ότι ο έλληνας καταναλωτής δεν μπορεί να συνεχίσει να πληρώνει το δίκτυο.