«Όχι» από τις χώρες του Βορρά – Επέκταση επιδιώκει η Αθήνα – Σε σημείο καμπής το πρόγραμμα 30 μήνες πριν από την ολοκλήρωσή του. Την επέκταση του ισχύοντος προγράμματος του Ταμείου Ανακάμψεως, για να μην χαθούν κονδύλια, λόγω των δυσκολιών που έχουν αρχίσει και καταγράφονται, αλλά και για να εισρεύσουν νέα κεφάλαια στην οικονομία, επιδιώκει η Κυβέρνησις, ενώ οι χώρες του Βορρά –και όχι μόνον–  αντιστέκονται στην υλοποίηση ενός τέτοιου σεναρίου.

 

Μία σειρά χωρών διαβλέπουν τον κίνδυνο να μονιμοποιηθεί ένας κεντρικός δημοσιονομικός μηχανισμός, ο οποίος θα αντλεί δάνεια με την εγγύηση των πλουσιωτέρων χωρών για να χρηματοδοτούνται οι πτωχότερες.

Το Βερολίνο και οι σύμμαχοί του από τον Βορρά επιδιώκουν να μείνει το Ταμείο Ανακάμψεως ως ένας μηχανισμός εκτάκτου χαρακτήρος, για να αντιμετωπισθούν οι συνέπειες της πανδημίας, και όλα να τελειώσουν εντός των αρχικώς συμφωνημένων προθεσμιών. Για πρώτη φορά με τόσο κατηγορηματικό τρόπο, σε δημοσία τοποθέτησή του, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ ξεκαθάρισε ότι για την Γερμανία δεν υπάρχουν μόνο νομικοί λόγοι που απαγορεύουν την επέκταση του Ταμείου Ανακάμψεως, αλλά και σοβαροί πολιτικοί, καθώς το Βερολίνο θέλει τα κράτη μέλη να αναλάβουν την ευθύνη για τα οικονομικά τους θέματα, χωρίς να βασίζονται σε κοινό δανεισμό. Η Γερμανία υποστηρίζει ότι, με βάση την εθνική της νομοθεσία και τις αποφάσεις του Συνταγματικού Δικαστηρίου, μια νέα κοινή πρωτοβουλία εκδόσεως χρέους στην Ευρωπαική Ένωση θα ήταν παράνομος. Το Δικαστήριο έχει εγκρίνει το Ταμείο Ανακάμψεως με πολύ αυστηρούς όρους (μόνο για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας και με αυστηρό χρονοδιάγραμμα), ενώ με άλλη απόφαση απηγόρευσε στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση να διαχειρίζεται πόρους εκτός προϋπολογισμού, για να παρακάμπτει τους εθνικούς δημοσιονομικούς περιορισμούς.

Συμφώνως προς τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών,  «τα κράτη μέλη που αντιδρούν, με τον φόβο μήπως συνεισφέρουν περισσότερο στον ευρωπαικό προϋπολογισμό, δεν πρέπει να παραβλέπουν ότι πρακτικά μέρος αυτών των κονδυλίων επιστρέφει στα κράτη μέλη που σηκώνουν το μεγαλύτερο βάρος για την χρηματοδότηση αυτών των πολιτικών. Η ουσία όμως είναι ότι η Πολιτική Συνοχής, σε συνδυασμό με το Ταμείο Ανάκαμψης, αποτελούν ένα ισχυρό εργαλείο για την ΕΕ. Αποτελούν ένα Ευρωπαικό Σχέδιο Μάρσαλ. Είναι κρίσιμο να διασφαλίσουμε ότι αυτό το εργαλείο θα συνεχίσει να υπάρχει και στο μέλλον, και για αυτό θα πρέπει να διατεθούν τα αναγκαία χρηματοδοτικά κονδύλια. Δεν θέλουμε λιγότερη Ευρώπη. Θέλουμε μια πιο αποτελεσματική και δυναμική Ευρώπη. Χρειάζεται όραμα και πίστη, και θα πρέπει να επιμείνουμε σε αυτό».

Η υπόθεσις εξελίσσεται σε ένα νέο ευρωπαικό «θρίλλερ», καθώς τα πράγματα δυσκολεύουν όλο και περισσότερο, και φαίνεται αυτήν την στιγμή να κλείνει το «παράθυρο» για παράταση. Ο Κανονισμός για το Ταμείο Ανακάμψεως και Ανθεκτικότητος ορίζει ότι τα σχέδια ανακάμψεως και ανθεκτικότητος μπορούν να περιλαμβάνουν μέτρα των οποίων η εφαρμογή ξεκινά από την 1η Φεβρουαρίου 2020. Ορίζει επίσης ότι τα ορόσημα και οι στόχοι πρέπει να επιτευχθούν έως τις 31 Αυγούστου 2026, ενώ οποιαδήποτε πληρωμή στο πλαίσιο του RRF πρέπει να εκτελεσθεί έως τις 31 Δεκεμβρίου 2026. Στο οικονομικό επιτελείο ελπίζουν ότι η λογική θα επικρατήσει στην Ευρώπη, και δεν θα φθάσουν πολλά προγράμματα του Ταμείου Ανακάμψεως στον «ξαφνικό θάνατο», αλλά θα δοθεί τελικώς η διετής παράτασις που επιδιώκεται από διάφορες πλευρές.

Τα μεγάλα «αγκάθια»

Το 2024 θα είναι κομβικό για την υλοποίηση του προγράμματος «Ελλάδα 2.0», που χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανακάμψεως. Τούτο, με δεδομένο ότι θα πρέπει να απορροφηθούν κοινοτικοί πόροι που θα φθάσουν τα 10 δισ. ευρώ μέχρι και το τέλος της χρονιάς, μαζί με το ποσό που θα έλθει από το ΕΣΠΑ 2021-2027.

Το πρώτο εμπόδιο για την υλοποίηση του συνόλου του ελληνικού προγράμματος θα είναι ο χρόνος, καθώς η Ελλάς θα πρέπει μέχρι το 2026 να απορροφήσει 30% περισσοτέρους πόρους από ο,τι την τριετία 2021-2023. Η προθεσμία του Αυγούστου 2026 είναι πολύ πιεστική και υπάρχει κίνδυνος οι καθυστερήσεις υλοποιήσεως να οδηγήσουν σε απώλειες κεφαλαίων. Ήδη έχουμε διανύσει το 50% της περιόδου εφαρμογής και, εφ' όσον δεν αλλάξει κάτι στις αποφάσεις της Κομμισσιόν, απομένουν λιγώτεροι από 30 μήνες εφαρμογής του προγράμματος. Ωστόσο, την ίδια ώρα πληθαίνουν οι κριτικές για γραφειοκρατία όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για άλλες χώρες της ΕΕ.

Η  Ελλάς συγκαταλέγεται στους πρωτοπόρους της ΕΕ ως προς την απορρόφηση των πόρων του Μηχανισμού Ανακάμψεως και Ανθεκτικότητος, που παρέχουν σημαντική δημοσιονομική ώθηση στην οικονομία. Συνολικώς, η Ελλάς έχει λάβει 41% των διαθεσίμων πόρων (15 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 7,7 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και 7,3 δισ. ευρώ σε δάνεια) και είναι από τις ολίγες χώρες που έχουν εισπράξει τρεις δόσεις επιχορηγήσεων και δανείων, μετά την ολοκλήρωση του 26% των συμφωνημένων στόχων του προγράμματός της.

Όμως στο κυβερνητικό επιτελείο δεν παύει να υπάρχει ανησυχία για πολλά από τα επί μέρους προγράμματα που υλοποιούνται με επιδοτήσεις του Ταμείου, καθώς διαπιστώνονται εμπλοκές και καθυστερήσεις. Γενικώτερα, αμφισβητείται η δυνατότης του κρατικού μηχανισμού, αλλά και του ιδιωτικού τομέως, να φέρουν εις πέρας τα πολύ απαιτητικά έργα του προγράμματος. Ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας ανέφερε ότι «οι εκταμιεύσεις των επιχορηγήσεων προς τις επιχειρήσεις παρουσιάζουν καθυστερήσεις, αντανακλώντας διοικητικές δυσχέρειες. Σχετικά χαμηλές παραμένουν και οι εκταμιεύσεις δανείων, παρότι το ύψος των υπογεγραμμένων συμβάσεων αυξήθηκε σημαντικά. Έτσι, μετριάζεται το αναπτυξιακό όφελος που αναμένεται να έχει η αξιοποίηση των σχετικών κονδυλίων».

Το πρώτο σαφές δείγμα των εμποδίων που καταγράφονται είναι η 4η δόσις, συνολικού ύψους 3,3 δισ. ευρώ, η οποία «έσπασε» ήδη σε δύο κομμάτια, λόγω καθυστερήσεως σε δύο εκ των οροσήμων που αφορούν στο 1 δισ. ευρώ των επιχορηγήσεων της δόσεως. Το ΥΠΕΘΟ υπέβαλε αίτημα για την εκταμίευση μόνο των 2,3 δισ. ευρώ, τα οποία αποτελούν το κομμάτι των δανείων. Πλέον, το Υπουργείο εκτιμά ότι εντός του Μαίου θα υποβληθεί από την χώρα στην Ευρωπαική Επιτροπή το αίτημα για το σκέλος των επιδοτήσεων.

Θα πρέπει όμως να εκπληρώσει και ένα εκ των 20 οροσήμων, τα οποία ευρίσκονται ακόμη σε εκκρεμότητα: υπογραφή συμβάσεως για την διπλή ανάπλαση Βοτανικού-Ελαιώνος. Μολονότι η καθυστέρησις της αξιοποιήσεως των πόρων αποδίδεται στον μεγάλο αριθμό ελέγχων νομιμότητος, όλοι ανησυχούν στην επομένη φάση για τυχόν εμπλοκές που μπορούν να υπάρξουν σε διαγωνισμούς –φαινόμενο συνηθισμένο στις δημόσιες επενδύσεις.