Σημεία
καθίζησης εμφανίζει η επενδυτική δραστηριότητα στην αγορά των Ανανεώσιμων Πηγών
Ενέργειας στην Ελλάδα φέτος, καθώς η δυσχερής τραπεζική χρηματοδότηση, η μείωση
των τιμών και η αβεβαιότητα που προκάλεσαν οι πολύμηνες διαπραγματεύσεις με
τους εκπροσώπους των δανειστών της χώρας, αποθάρρυναν αρκετούς υποψήφιους
επενδυτές να τοποθετηθούν στον κλάδο.
Τα τελευταία
στοιχεία διαπιστώνουν ότι κατά το πρώτο πεντάμηνο του 2015 η συνολική παραγωγή
σημείωσε εκ νέου αύξηση 9% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2014,
φτάνοντας τις 3.825 Gwh. Όπως προκύπτει από έρευνα της Infobank Hellastat για
τον εγχώριο κλάδο των ΑΠΕ, που εκπονήθηκε από τον Αλέξη Νικολαΐδη, Economic
Research & Sectoral Studies Senior Analyst, το 2014, ο ρυθμός ανάπτυξης της
αγοράς σημείωσε απότομη επιβράδυνση, καθώς κατασκευαστική δραστηριότητα
ουσιαστικά εντοπίστηκε μόνο στα αιολικά πάρκα.
Η συνολική
εγκατεστημένη ισχύς στο τέλος του προηγούμενου έτους διαμορφώθηκε στα 4.842,5
MW (εξαιρουμένων των ΣΗΘΥΑ), έχοντας αυξηθεί μόλις κατά 2,8% έναντι του 2013.
Συνολικά, προστέθηκαν επιπλέον 131 MW, μέγεθος που αποτελεί τη μικρότερη
ιστορικά ετήσια επιπλέον ισχύ. Έτσι, στην Ελλάδα στα τέλη του 2014
λειτουργούσαν φωτοβολταϊκά συστήματα ισχύος 2.596 MW, ενώ κατά τη διάρκεια της
χρονιάς κατασκευάστηκαν ελάχιστες νέες μονάδες (+17 MW).
Ακολούθως,
τα αιολικά πάρκα έφτασαν τα 1.979 MW, μέγεθος αυξημένο κατά 113 MW, ενώ αρκετά
μικρότερη ήταν η ισχύς των ΜΥΗΣ (220,3 MW) και των εγκαταστάσεων βιομάζας (47,2
MW). Τον Μάιο του 2015 η συνολική εγκατεστημένη ισχύς αυξήθηκε περαιτέρω κατά
1,8% σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2014, φτάνοντας τα 4.929 MW. Η ισχύς των
φωτοβολταϊκών μονάδων αυξήθηκε οριακά στα 2.603 MW, ενώ τα αιολικά πάρκα
ξεπέρασαν τα 2.000 MW, φτάνοντας τα 2.054 MW.
Η χώρα έχει
ήδη καλύψει τον στόχο για το 2014 και το 2020 αναφορικά με την εγκατεστημένη
ισχύ των φωτοβολταϊκών. Η ανάπτυξη της αγοράς στηρίχθηκε στις υψηλές εγγυημένες
τιμές πώλησης, με συνέπεια την εμφάνιση στρεβλώσεων: υπεραποδόσεις, αύξηση του
κόστους ενέργειας και κατ’ επέκταση υπερβολική διόγκωση του ελλείμματος του
ΛΑΓΗΕ (551,62 εκατ. ευρώ στα τέλη του 2013), με συνέπεια οι παραγωγοί να μην
μπορούν να πληρωθούν έγκαιρα από τον φορέα.
Έτσι, οι
αρμόδιες αρχές προχώρησαν σε σειρά μέτρων, όπως μεσοσταθμική μείωση των
εγγυημένων τιμών (φωτοβολταϊκά: -29,5%, αιολικά πάρκα: -6,4%, ΜΥΗΣ: -5,4%),
υποχρεωτική παροχή αναδρομικής έκπτωσης από τους παραγωγούς και διακοπή
αδειοδοτήσεων για νέες εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών, απαγόρευση που άρθηκε τον
Απρίλιο του 2014.
«Ο τομέας
των φωτοβολταϊκών συστημάτων αποτελεί αντιπροσωπευτικό παράδειγμα λανθασμένου
χειρισμού σε θεσμικό επίπεδο, με την υπερβολική ανάπτυξη που τροφοδοτήθηκε από
τις ελκυστικές αποζημιώσεις να οδηγεί σε στρεβλώσεις» όπως επισημαίνει η Μαρία
Μεταξογένη, διευθύνουσα σύμβουλος της Infobank Hellastat, τονίζοντας πως «τα
μέτρα για τη μείωση των εγγυημένων τιμών προσδοκάται να αμβλύνουν τις
ανισότητες της αγοράς ηλεκτρισμού και να εξορθολογήσουν την ανάπτυξη του
κλάδου».
Αιολικά στην
Ευρώπη
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση η παραγωγή αιολικής ενέργειας έφτασε τα 129 γιγαβάτ
συνδεδεμένα στο δίκτυο για το 2014, καλύπτοντας το 8% των ευρωπαϊκών αναγκών
ηλεκτρισμού.
Σύμφωνα με
έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η εντυπωσιακή ανάπτυξη της βιομηχανίας θα
οδηγήσει στην κάλυψη του 12% των αναγκών ηλεκτρισμού έως το 2020,
συνεισφέροντας σημαντικά στην εκπλήρωση του ευρωπαϊκού στόχου για αύξηση του
ενεργειακού μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών στο 20%.
Η αιολική
ενέργεια αποτελεί την ανανεώσιμη πηγή που έχει σημειώσει την ευρύτερη και πιο
επιτυχημένη εξάπλωση τις τελευταίες δύο δεκαετίες, φτάνοντας τα 370 γιγαβάτ
παραγωγικής δυνατότητας από μόλις 3 πριν από είκοσι χρόνια. Μάλιστα το
περασμένο έτος προστέθηκαν 52,8 γιγαβάτ στο δίκτυο από ανεμογεννήτριες που
εγκαταστάθηκαν σε όλο τον πλανήτη, αντιπροσωπεύοντας αύξηση 49% σε σχέση με το
2013 και 17% σε σύγκριση με το προηγούμενο ρεκόρ του 2012, όταν εγκαταστάθηκαν
45,2 γιγαβάτ.
Προσθέτοντας
23,2 γιγαβάτ σε νέες εγκαταστάσεις και έχοντας μερίδιο αγοράς 44% η Κίνα
σημείωσε το 2014 σαφώς μεγαλύτερη πρόοδο σε σχέση με τις χώρες της Ευρωπαϊκής
Ένωσης, οι οποίες εγκατέστησαν συνολικά 13,05 γιγαβάτ. Ωστόσο η Ευρώπη διατηρεί
την πρωτιά όσον αφορά τη συνολική παραγωγή αιολικής ενέργειας, με έξι χώρες, τη
Δανία, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία, την Ισπανία, τη Ρουμανία και τη Γερμανία,
να παράγουν 10% με 40% του ηλεκτρισμού τους από αιολικά πάρκα.
Ο στόχος για
την επίτευξη μεριδίου 20% από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας αποτελεί μέρος της
κλιματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το 2020, η οποία προβλέπει επίσης
20% μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε σχέση με τα επίπεδα του 1990,
καθώς και 20% βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης εντός Ε.Ε.
Τον Οκτώβριο
του 2014 οι Ευρωπαίοι ηγέτες συμφώνησαν σε νέους στόχους για το 2030,
συμπεριλαμβανομένης της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά
τουλάχιστον 40% σε σύγκριση με το 1990, καθώς και αύξηση του μεριδίου των
ανανεώσιμων πηγών στο 27%.
Παγκόσμια
βιομηχανία
Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχουν ξεπεράσει την πυρηνική στην παροχή
ηλεκτρισμού σε χώρες που αντιπροσωπεύουν περίπου το ήμισυ του παγκόσμιου
πληθυσμού, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση προόδου της παγκόσμιας πυρηνικής
βιομηχανίας.
Αν και η
παγκόσμια παραγωγή πυρηνικής ενέργειας αυξήθηκε κατά 2,2% το 2014, η ηλιακή
ενέργεια αυξήθηκε κατά 38% και η αιολική κατά ένα δέκατο. Μεταξύ των οκτώ
μεγαλύτερων οικονομιών όπου οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, εξαιρουμένων των
υδροηλεκτρικών φραγμάτων, έχουν ξεπεράσει την ατομική ενέργεια στην παροχή
ηλεκτρισμού είναι η Κίνα, η Ινδία και η Ιαπωνία, η οποία έχει διακόψει τη
λειτουργία όλων των πυρηνικών αντιδραστήρων μετά το ατύχημα της Φουκουσίμα το
2011. Η Βραζιλία, η Γερμανία, το Μεξικό, η Ολλανδία και η Ισπανία συμπληρώνουν
τη λίστα. Στη Βρετανία, η παραγωγή από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας,
συμπεριλαμβανομένης της υδροηλεκτρικής, ξεπέρασε την πυρηνική για πρώτη φορά
εδώ και δεκαετίες, αναφέρει η έκθεση, ενώ στις ΗΠΑ το μερίδιο των Ανανεώσιμων
Πηγών Ενέργειας ήταν 13%, από 8,5% το 2007.
Σύμφωνα με
την έκθεση, σχεδόν η μισή συνολική ικανότητα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που
προστέθηκε το 2014 παγκοσμίως προήλθε από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας,
εξαιρουμένων των μεγάλων υδροηλεκτρικών φραγμάτων. Αυτό οφείλεται εν μέρει σε
βελτιώσεις στην τεχνολογία και την αποτελεσματικότητα Ανανεώσιμων Πηγών
Ενέργειας, και στην καλύτερη διαχείριση των διαθέσιμων αποθεμάτων, παράλληλα με
την πρόοδο στην αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας.
Την ίδια
στιγμή, η πυρηνική βιομηχανία αντιμετωπίζει αύξηση του κόστους, καθυστερήσεις
στην κατασκευή, γήρανση του στόλου των αντιδραστήρων και την έντονη αντίθεση
του κοινού, ιδιαίτερα στον απόηχο της καταστροφής στη Φουκουσίμα, η οποία ασκεί
πίεση στις κυβερνήσεις να απομακρυνθούν από την πυρηνική ενέργεια. H έκθεση
αναφέρει ότι οι μονάδες πυρηνικής ενέργειας σε λειτουργία στον πλανήτη ήταν 391
το 2014, τρεις περισσότερες από το προηγούμενο έτος αλλά 47 λιγότερες από το
2002, μην υπολογίζοντας τις μονάδες της Ιαπωνίας.
(από την εφημερίδα «ΗΜΕΡΗΣΙΑ», 03/10/2015)