Ανατρέχων εις τα προ πεντηκονταετίας και πλέον φοιτητικά μου αναγνώσματα διαβάζω εις την σελίδα 63 του βιβλίου «Το Γερμανικόν ζήτημα» (The German Question, εκδοθέντος γερμανιστί εις Ελβετίαν το 1945 και αγγλιστί εις Μεγάλην Βρεταννίαν το 1946) του μεγάλου Wilhelm Ropke το εν συνεχεία παρατιθέμενο διαφωτιστικόν κείμενον ελευθέρως μεταφραζόμενον ως εξής:

Ανατρέχων εις τα προ πεντηκονταετίας και πλέον φοιτητικά μου αναγνώσματα διαβάζω εις την σελίδα 63 του βιβλίου «Το Γερμανικόν ζήτημα» ( The German Question, εκδοθέντος γερμανιστί εις Ελβετίαν το 1945 και αγγλιστί εις Μεγάλην Βρεταννίαν το 1946) του μεγάλου Wilhelm Ropke το εν συνεχεία παρατιθέμενο διαφωτιστικόν κείμενον ελευθέρως μεταφραζόμενον ως εξής:

«Θα υπάρξη βεβαίως συντόμως εις όλας τας κυριάρχους γλώσσας του κόσμου δημοσίευσις εκτεταμένου καταλόγου όλων των βεβαιωμένων εγκλημάτων των διαπραχθέντων κατά την διάρκειαν του πολέμου υπό Γερμανών και εξ ονόματος της Γερμανίας. Αυτό θα σημαδεύση φοβερά το Γερμανικόν όνομα και τα σημάδια θα παραμείνου ανεξίτηλα έως ότου οι Γερμανοί οικιοθελώς και εν σώματι επανορθώσουν ότι είναι δυνατόν να επανορθωθή».

Αυτά γράφονται ολίγας εβδομάδας μετά την άνευ όρων συνθηκολόγησιν των Γερμανών τον Μάιον του 1945. Ολίγα χρόνια αργότερα εκλήθη ο συγγραφεύς από την Γερμανικής Κυβέρνησιν υπό τον Adenauer να βοηθήση εις την ανασυγκρότησιν της Γερμανίας. Ίσως θα είναι χρήσιμον να ενθυμίσωμεν εις την Γερμανικήν Κυβέρνησιν ότι όσα τότε εγράφησαν παραμένουν και απαράγραπτα και επίκαιρα τουλάχιστον όσον αφορά εις τα υπό των Γερμανών Εθνικοσοσιαλιστών διαπραχθέντα τα εγκλήματα κατά την υπ’ αυτών κατοχήν της Ελλάδος.

Θα είναι και χρήσιμον και ενδιαφέρον να μελετήσωμεν τας αντιδράσεις των όταν κληθούν ν’ αντιπαρατεθούν εις σχετικάς ρήσεις ιδικών των συμπατριωτών καταγραφείσας αμέσως μετά το πέρας του πολέμου.

Καλώς θα πράξουν οι Γερμανοί Εταίροι μας να μην ψελλίζουν διάφορα ανιστόρητα και προδήλως ανεδαφικά, σχετικά με το θέμα των οφειλομένων εις την Ελλάδα απολύτως εξειδικευμένων και κατ’ ουδένα τρόπον δυνάμενων να συμφηφισθούν αποζημιώσεων και επανορθώσεων, κρυπτόμενοι εις την σκιάν του οικονομικού όγκου της Γερμανίας, αλλά και της δεσποζούσης θέσεως ταύτης εις το τρέχον Ευρωπαϊκόν γίγνεσθαι και λησμονούντες καταφώρες ενταυτω ότι το μεγαλείον των λαών δεν μετράται εις χυδαίαν υλικήν ποσότητα αλλά μάλλον εις υψηλόν φρόνημα.

Είναι, άραγε, ανάγκη να τους θυμίσωμεν ότι και το υψηλόν φρόνημα αλλά και η ποιότης υπάρχουν εν αφθονία εις την ιστορίαν του Γερμανικού Πολιτισμού , αρκεί κανείς να τα επικαλήται όταν και όπως πρέπει;

Εν τέλει τίθεται και το θέμα αυτού τούτου του Γερμανικού χρέους. Είναι προφανές ότι χρέη δημιουργηθέντα συνεπεία θηριωδιών διαπραχθεισών εις βάρος μίας κοινωνίας, ενός λαού ή ενός έθνους δεν είναι δυνατόν να αφεθούν. Είναι δυνατόν όμως να αμβλυνθούν το άγος και το άλγος αυτών όταν επιδειχθή ειλικρινής μεταμέλεια, ευθεία ανγνώρισις ευθυνών και όλα ταύτα αποδειχθούν εμπράκτως. Μήπως το μάθημα τούτο δεν προσπαθούν να μας το διδάξουν σήμερα απερισκέπτως οι Γερμανοί Εταίροι μας, υπογραμμίζοντες τας ελληνικάς οφειλάς και ταυτοχρόνως αγνοούντες το Γερμανικόν προς την Ελλάδα μέγιστον Χρέος;