Το ζήτημα του υψηλού κόστους της ενέργειας στην Ελλάδα, και δη για τις βιομηχανίες εντάσεως ενέργειας, επανέφερε πρόσφατα στο προσκήνιο η Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ). Η Ένωση παρουσίασε πρόσφατα συγκριτική έρευνα, βάσει της οποίας στην Ελλάδα το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος για τις βιομηχανίες είναι σημαντικά υψηλότερο από αυτό σε τρεις άλλες χώρες-μέλη της Ε.Ε., τη Γερμανία, την Ιταλία και την Ισπανία, αμφισβητώντας ευθέως στοιχεία της Eurostat, τα οποία δίνουν διαφορετική εικόνα

Το ζήτημα του υψηλού κόστους της ενέργειας στην Ελλάδα, και δη για τις βιομηχανίες εντάσεως ενέργειας, επανέφερε πρόσφατα στο προσκήνιο η Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ). Η Ένωση παρουσίασε πρόσφατα συγκριτική έρευνα, βάσει της οποίας στην Ελλάδα το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος για τις βιομηχανίες είναι σημαντικά υψηλότερο από αυτό σε τρεις άλλες χώρες-μέλη της Ε.Ε., τη Γερμανία, την Ιταλία και την Ισπανία, αμφισβητώντας ευθέως στοιχεία της Eurostat, τα οποία δίνουν διαφορετική εικόνα.

Τα στοιχεία

Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία της έρευνας, την οποία πραγματοποίησε για λογαριασμό της ΕΒΙΚΕΝ ο οίκος Roland Berger, το τελικό κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας που επιβαρύνει τους βιομηχανικούς καταναλωτές στην Ελλάδα είναι σημαντικά υψηλότερο από αυτό της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας. Αφορμή για την έρευνα έδωσαν στην ΕΒΙΚΕΝ τα σχετικά στοιχεία της Eurostat, σύμφωνα με τα οποία στην Ελλάδα το κόστος του ρεύματος είναι από τα χαμηλότερα στην Ε.Ε. Συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Στατιστική Αρχή αναφέρει ότι κατά το β΄ εξάμηνο του 2013 το κόστος αυτό για τις τέσσερις υπό σύγκριση χώρες είναι 97 ευρώ/MWh (σ.σ. μεγαβατώρα) στη Γερμανία, 116 ευρώ/MWh στην Ιταλία, 76 ευρώ/MWh στην Ισπανία και μόλις 66 ευρώ/MWh στην Ελλάδα. Ωστόσο, από την έρευνα της Roland Berger προκύπτει μία εντελώς διαφορετική εικόνα. Συγκεκριμένα, σε πρώτη φάση, και μετά τις «επίσημες» εκπτώσεις που γίνονται στους βιομηχανικούς καταναλωτές εντάσεως ενέργειας (π.χ. απαλλάσσονται από την καταβολή τελών για ΑΠΕ, δεν πληρώνουν φόρους κ.λπ.), η τιμή της MWh διαμορφώνεται στα 54 ευρώ στη Γερμανία, στα 75 ευρώ στην Ιταλία και στα 60 ευρώ στην Ισπανία, ενώ στην Ελλάδα πέφτει στα 62 ευρώ.

Οι εκπτώσεις

Ακολούθως, στις τρεις υπό εξέταση χώρες γίνονται και νέες εκπτώσεις στους μεγάλους καταναλωτές ηλεκτρικού ρεύματος, μέσω διαφόρων μεθόδων (συμφωνίες «διακοψιμότητας», δηλαδή παροχή εκπτώσεων σε μεγάλους καταναλωτές, υπό την προϋπόθεση ότι ο Διαχειριστής έχει τη δυνατότητα να μειώνει ή να διακόπτει την παροχή ρεύματος σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα, μετά από προειδοποίηση, «εικονικές» εισαγωγές ρεύματος κ.λπ.), με αποτέλεσμα, σύμφωνα με την έρευνα της Roland Berger, η τιμή της MWh να διαμορφώνεται στα 48 ευρώ στη Γερμανία, όπως και στην Ισπανία, και στα 52 ευρώ στην Ιταλία, ενώ στην Ελλάδα παραμένει στα 62 ευρώ. Τέλος, τα πράγματα γίνονται ακόμη καλύτερα για τις υπό σύγκριση με την Ελλάδα χώρες, καθώς υπάρχουν μέθοδοι περαιτέρω εκπτώσεων στην κατανάλωση ρεύματος (όπως, για παράδειγμα, οι συναλλαγές στην ημερήσια αγορά ή η αγορά ρεύματος εκτός ωρών αιχμής, νυχτερινό ρεύμα), βάσει των οποίων η Roland Berger εκτίμησε ότι η τιμή της MWh διαμορφώνεται στα μόλις 38 ευρώ στη Γερμανία και στα 35 ευρώ στην Ιταλία, ενώ στην Ελλάδα η χρήση νυχτερινού ρεύματος από ελάχιστες (μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού) βιομηχανίες διαμορφώνει την τιμή της MWh στα 45 ευρώ.

Οι προτάσεις

Μετά το τέλος της παρουσίασης της μελέτης της Roland Berger ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ Κωνσταντίνος Κουκλέλης υπογράμμισε ότι «κάθε χώρα προστατεύει τη βιομηχανία της με νύχια και με δόντια και βάζει σε δεύτερη μοίρα τις ευρωπαϊκές οδηγίες», επισημαίνοντας ότι οι εθνικές πολιτικές υποστήριξης της βιομηχανίας και της ανταγωνιστικότητάς της δεν είναι επαρκείς. Η διοίκηση της ΕΒΙΚΕΝ έφερε ως παράδειγμα το ζήτημα της «διακοψιμότητας», η οποία για τη χώρα μας εγκρίθηκε πριν από λίγες εβδομάδες από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μετά από έναν ολόκληρο χρόνο διαβούλευσης, ενώ ακόμα δεν έχει τεθεί σε ισχύ, καθώς αναμένεται να εκδοθεί η απόφαση για τον τρόπο εφαρμογής της. Στο πλαίσιο αυτό, ΕΒΙΚΕΝ και Roland Berger προτείνουν να διατηρηθούν και το 2015 οι εκπτώσεις που παρέχει η ΔΕΗ, όπως αυτές καθορίστηκαν από τη γενική συνέλευση της επιχείρησης τον περασμένο Φεβρουάριο, ενώ επισημάνθηκε ότι στην Ελλάδα η αγορά ενέργειας δεν είναι πλήρως απελευθερωμένη, όπως συμβαίνει στην υπόλοιπη Ε.Ε.

Τι λέει η ΔΕΗ

Ενώπιον των στοιχείων της ΕΒΙΚΕΝ, η FS απευθύνθηκε στο μέλος του Δ.Σ. της ΔΕΗ Παντελή Καραλευθέρη, προκειμένου να υπάρξει μια απάντηση σχετικά με την τιμολόγηση του ηλεκτρικού ρεύματος για τους μεγάλους βιομηχανικούς καταναλωτές. Ο κ. Καραλευθέρης, σε πρώτη φάση, τόνισε ότι «η ΔΕΗ δεν μπορεί να ξέρει από πού αντλεί τα στοιχεία της η ΕΒΙΚΕΝ και αν αυτά ανταποκρίνονται πλήρως στην πραγματικότητα. Εμείς, στη ΔΕΗ, αυτό που ξέρουμε είναι ότι στις περισσότερες των περιπτώσεων δίνουμε στη βιομηχανία το ρεύμα σε τιμές κάτω του κόστους. Αυτή η πρακτική έχει ενταθεί μετά την απόφαση του μετόχου (σ.σ. του κράτους) να δώσουμε ρεύμα στη βιομηχανία σε συγκεκριμένη τιμή. Στη ΔΕΗ πιστεύουμε ότι αυτή η τιμή είναι σε βάρος των οικονομικών της εταιρείας, δεν αντικατοπτρίζει το κόστος», σημειώνοντας παράλληλα ότι «στην Ε.Ε., με βάση τα δικά μας στοιχεία, αλλά και τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, είμαστε από τους φθηνότερους στην παροχή ρεύματος στη βιομηχανία».

«Είμαστε υπέρ της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας»

Ο κ. Καραλευθέρης υπογράμμισε ότι «προφανώς, συμφωνούμε στην ανάγκη η βιομηχανία να έχει όσο το δυνατόν φθηνότερη ηλεκτρική ενέργεια, για να μπορεί να παράγει με χαμηλότερο κόστος και να είναι ανταγωνιστική και, παράλληλα, να διαφυλάσσονται και να αυξάνονται οι θέσεις εργασίας. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία γι’ αυτό. Όμως δεν μπορεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής βιομηχανίας να βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος. Δεν έχουμε παρατηρήσει σοβαρές προσπάθειες βελτίωσης των άλλων παραμέτρων που επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητα, όπως είναι ο εξορθολογισμός του δικού τους κόστους παραγωγής και, σε ορισμένες βιομηχανίες, ο εκσυγχρονισμός των εγκαταστάσεών τους. Δεν μπορεί να μεταφορτώνεται η έλλειψη ανταγωνιστικότητας μόνο στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος, όταν υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επιδέχονται βελτίωση».

Τέλος, ο κ. Καραλευθέρης επισήμανε ότι δεν υπάρχουν πολλά παραδείγματα μείωσης των τιμών των προϊόντων στην ελληνική αγορά αντίστοιχης με τις μειώσεις του κόστους του ηλεκτρικού ρεύματος, ενώ σημείωσε ότι υπάρχουν πολλοί εκκρεμείς λογαριασμοί βιομηχανιών προς τη ΔΕΗ, το συνολικό ποσό των οποίων κάθε άλλο παρά αμελητέο είναι.

(από "Free Sunday", 22/11/2014)