Ολοκληρώθηκε τη Δευτέρα
η διαπραγμάτευσις των υψηλόβαθμων στελεχών της τρόικα με την Κυβέρνηση και
απομένει μόνον η τεχνική διευθέτησις κάποιων λεπτομερειών.
Μιλώντας στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής ο αντιπρόεδρος της
Κυβερνήσεως και υπουργός Οικονομικών κ. Ευάγγ. Βενιζέλος δήλωσε πως ο κύκλος των
προγραμματισμένων συναντήσεων με τα στελέχη του ΔΝΤ, της ΕΚΤ και της Κομμισσιόν
ολοκληρώθηκε και σήμερα θα αποχωρήση και η αποστολή του κλιμακίου.«Απομένουν
προς διερεύνηση ορισμένα τεχνικά ζητήματα», δήλωσε ο υπουργός.
Ο κ.
Βενιζέλος υπεγράμμισε πως οι διαπραγματεύσεις εστίασαν στους τρόπους καταγραφής
πρωτογενούς πλεονάσματος 3,2 δισ. ευρώ το 2012. Ο ίδιος προσδιόρισε στο 2,75%
του ΑΕΠ την ύφεση για το 2012 και προανήγγειλε επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς
αναπτύξεως το 2013. «Όλα τα μέτρα έχουν εξεταστεί, ως προς τις αποδόσεις τους,
όλα έχουν περικοπεί ανάλογα με τους κινδύνους, όλα έχουν υπολογιστεί πολλές
φορές. Αν εκτελέσουμε τον Προϋπολογισμό το 2012 θα έχουμε για πρώτη φορά, μετά
από δεκαετίες, πρωτογενή πλεονάσματα», δήλωσε.
Ο ίδιος
τόνισε πως με την τρόικα εξετάσθηκαν ενδελεχώς και τα έτη 2013 και 2014, υπό το
πρίσμα «ριζοσπαστικής προσέγγισης» και περικοπής των δημοσίων δαπανών το 2012.
Όπως είπε, το κρίσιμο μέγεθος που πρέπει να γίνη γνωστό είναι το κόστος
εξυπηρετήσεως του δημοσίου χρέους τα επόμενα δύο χρόνια που το 2012 θα ξεπεράση
τα 18 δισ. ευρώ.
Γενικά
για την βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους είπε πως εξετάσθηκαν οι αποφάσεις της
21ης Ιουλίου υπό το πρίσμα των διεθνών εξελίξεων, της καταστάσεως που έχει
διαμορφωθή στο διεθνές τραπεζικό σύστημα, αλλά και με τα νέα επιτόκια.
«Περιμένουμε ένα PSΙ plus, ένα σχήμα συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα το οποίο θα
είναι πάντως καλύτερο από αυτό που είχε αρχικά σχεδιαστεί», σημείωσε
χαρακτηριστικώς.
Ο κ.
Βενιζέλος απεκάλυψε ακόμη πως στις συζητήσεις με το υψηλόβαθμο κλιμάκιο την
τρόικα εξετάσθηκαν διαρθρωτικές αλλαγές που αφορούν στην δημόσια διοίκηση, στις
εργασιακές σχέσεις, στο άνοιγμα των επαγγελμάτων, στο εκπαιδευτικό σύστημα, στις
δαπάνες υγείας, στην βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, στις κοινωνικές
παροχές, στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, στις αναπηρικές συντάξεις, στο
σύστημα πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και στην λειτουργία της
Δικαιοσύνης.