Πρότυπο για το πρώτο ελληνικό εγχείρημα στον τομέα της δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα δύναται να αποτελέσει το έργο «Northern Lights» της Νορβηγίας, που πρόσφατα τέθηκε σε λειτουργία και συνιστά μια ανάλογη υποδομή με το υπό ανάπτυξη Prinos CO2.
Όπως επισημαίνει η Κατερίνα Σάρδη, διευθύνουσα σύμβουλος της Energean και της EnEarth στην Ελλάδα σε δήλωσή της στη «Ναυτεμπορική», «η έναρξη λειτουργίας του μεγάλου έργου αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα Northens Lights πιστοποιεί την ευρωπαϊκή δέσμευση στην υλοποίηση εμπορικής κλίμακας αλυσίδας CCS πριν το 2030, με σκοπό τη διατήρηση του βιομηχανικού ιστού και της απασχόλησης που συνδέεται με αυτόν και της παράλληλης και αποτελεσματικής αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής». Ο παραλληλισμός με την Ελλάδα έγκειται στη φυσιογνωμία του νορβηγικού έργου που σε αναλογία με το «Prinos CO2» έρχεται να υποστηρίξει την απανθρακοποίηση της βιομηχανίας, υποδεχόμενο ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα για αποθήκευση.
Παράδειγμα προς μίμηση
«Το Northern Lights είναι ένα έργο με ανάλογη φιλοσοφία με αυτό που αναπτύσσει η EnEarth, θυγατρική της Energean στον Πρίνο, διοξείδιο σε υγροποιημένη μορφή που δεσμεύεται σε βιομηχανικές μονάδες οι οποίες ανήκουν στη λεγόμενη ‘’hard-to-abate’’ βιομηχανία και μεταφέρεται προς έγχυση και μόνιμη αποθήκευση πολλά χιλιόμετρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας σε κατάλληλους γεωλογικούς σχηματισμούς. Μέσα σε λίγους μήνες, μετά τη Ραβένα στην Ιταλία, έχουμε ένα νέο έργο αποθήκευσης να τίθεται σε λειτουργία. H εξέλιξη θα πρέπει να χρησιμεύσει ως οδηγός για την αποτελεσματική υλοποίηση της αλυσίδας στην Ελλάδα και την επίσπευση των διαδικασιών σε όλα τα επίπεδα», επισήμανε σχετικά η κα Σάρδη, μιλώντας στη «Ν» για το θέμα.
Πρακτικά, το εν λόγω project, όπως επισημαίνουν και άλλες πηγές του κλάδου, δίνει μια ξεκάθαρη εικόνα για το τι σημαίνει «πλήρης αλυσίδα CCS νέας γενιάς», συνιστώντας, μάλιστα, το πρώτο τέτοιο ευρωπαϊκό παράδειγμα, γεγονός που με τη σειρά του υπογραμμίζει την ευρύτερη κρισιμότητα και διάσταση του ελληνικού project. Αυτό λαμβάνει χώρα «σε μια περίοδο που τα πράγματα κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση με την Ελλάδα, θέλοντας και μη, με αυτό το έργο, να φιγουράρει μεταξύ των πρωταγωνιστών», όπως επισημαίνουν οι ίδιες πηγές.
Αν και το έργο μετράει βήματα προόδου, όπως επισημαίνουν αρμόδιες πηγές με γνώση του θέματος, μετράει και σημαντικές καθυστερήσεις, με την κυριότερη να αφορά την «ασάφεια» του ρυθμιστικού πλαισίου που παραμένει υπό διαμόρφωση με το νέο χρονικό «ορόσημο» του ΥΠΕΝ να προσδιορίζει αρχές φθινοπώρου τις σχετικές νομοθετικές ενέργειες.
Εκκρεμότητες
Ως προς τα υπόλοιπα διαδικαστικά θέματα, όπως έχει γράψει και σε προηγούμενο ρεπορτάζ η «Ν», έχει ολοκληρωθεί η δημόσια διαβούλευση για τη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και αναμένεται μέσα στο επόμενο διάστημα η έκδοση ΑΕΠΟ, γεγονός που θα επιτρέψει εν συνεχεία να εκκινήσει η διαδικασία για την ενοικίαση του εξοπλισμού που θα χρειαστεί για τη διενέργεια 4 γεωτρήσεων μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2026.
Ως γνωστόν, εκκρεμεί η άδεια αποθήκευσης από την ΕΔΕΥΕΠ, με την τελευταία να βρίσκεται σε συζητήσεις με την DG CLIMA για την τελική έγκριση που αναμένεται εντός Οκτωβρίου, ενώ μέσα στο φθινόπωρο και αφότου επιλυθούν προαναφερόμενα αδειοδοτικά ζητήματα, θα προχωρήσει η δεσμευτική φάση του market test, «πατώντας» στο εκπεφρασμένο ενδιαφέρον των συμμετεχόντων, με την EnEarth να έχει ήδη στα χέρια της 15 μνημόνια συνεργασίας.
Το έργο θα αναπτυχθεί σε δύο φάσεις, με την πρώτη φάση να προβλέπει αποθηκευτική ικανότητα έως 1 εκατ. τόνους ετησίως και ορίζοντα ολοκλήρωσης μέχρι τον Ιούνιο του 2026, εξαιτίας και της χρηματοδότησης από το Ταμείο Ανθεκτικότητας και Ανάκαμψης, και τη δεύτερη φάση, αποθηκευτική ικανότητα έως 3 εκατ. τόνους ετησίως. Η συνολική επένδυση εκτιμάται ότι ξεπερνάει το 1 δισ. ευρώ, με την εταιρεία να μετράει ήδη θετική ανταπόκριση για χρηματοδότηση από το ΤΑΑ μέσω του εθνικού σχεδίου «Ελλάδα 2.0» με 150 εκατ. ευρώ και το Connecting Europe Facility (CEF) με 120 εκατ. ευρώ.
(από την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")