προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένου και του υψηλού κόστους παραγωγής (το καύσιμο παραμένει πολύ ακριβό για να δικαιολογήσει επενδύσεις πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων όταν δεν υπάρχει ζήτηση).
Οι μεγάλες ευρωπαϊκές ενεργειακές εταιρείες αποσύρονται από τις επιχειρήσεις πράσινου υδρογόνου και στρέφουν το βλέμμα τους στις επιχειρήσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου, ενώ τα κυβερνητικά μέτρα πολιτικής δεν ήταν επαρκή για να δημιουργήσουν την απαραίτητη ζήτηση για επέκταση στο υδρογόνο.
Ενδεικτικό είναι ότι οι δύο μεγαλύτεροι νικητές των δημοπρασιών της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Υδρογόνου – έργα 560 MW και 500 MW από Vattenfall, CIP και Enagas Renovables – αποσύρθηκαν πριν καν λάβουν την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. Ο λόγος; Το ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα που όριζε λειτουργία έως το 2030, κάτι που οι εταιρείες θεώρησαν ανέφικτο.
Παράλληλα, και εκτός Ευρώπης, σε διάφορες περιοχές του πλανήτη έχουν ακυρωθεί έργα παραγωγής υδρογόνου με συνολική δυναμικότητα 12,5 εκατ. τόνων ετησίως. Σύμφωνα με την Rystad Energy, το 35% των ακυρώσεων σημειώθηκε στην περιοχή της Ωκεανίας, ενώ ακολουθεί η Β. Αμερική. Πρόκειται για έργα που αφορούν τόσο πράσινο υδρογόνο που παράγεται μέσω ΑΠΕ, όσο και υδρογόνο από ορυκτά καύσιμα με τη συμμετοχή της τεχνολογίας δέσμευσης και αποθήκευσης CO2 (CCS).
Την ίδια στιγμή, από την πλευρά της ζήτησης η εικόνα δεν είναι καλύτερη. Ο κολοσσός Arcelor-Mittal ακύρωσε σχέδια «πράσινου χάλυβα» στη Γερμανία, επικαλούμενος υψηλό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας και αβεβαιότητα για τη διαθεσιμότητα υδρογόνου.
Η αγορά, ιδιαίτερα του πράσινου υδρογόνου, φαίνεται να αφήνει πίσω τα μεγαλόπνοα σχέδια και να δίνει χώρο σε πιο ρεαλιστικά έργα που έχουν πραγματικές βάσεις και ουσιαστική συμβολή στην απανθρακοποίηση.
Τα νούμερα μιλούν από μόνα τους: το 2023 η παγκόσμια ζήτηση για «καθαρό» υδρογόνο έμεινε μόλις στο 1 εκατ. τόνους – σε σύνολο 97 εκατ. τόνων. Παράλληλα, η εγκατεστημένη ισχύς ηλεκτρολυτών που έχουν φτάσει σε τελική επενδυτική απόφαση (FID) επταπλασιάστηκε μέσα σε τέσσερα χρόνια, φτάνοντας τα 20 GW διεθνώς, αλλά απέχει πολύ από τις υπερφιλόδοξες εξαγγελίες. Στην Ευρώπη, μόλις 3 GW έχουν εγκριθεί, ισοδύναμα με 415.000 τόνους ανανεώσιμου υδρογόνου ετησίως.
Η εικόνα δείχνει ξεκάθαρα ότι τα σχέδια χωρίς οικονομική λογική, κυρίως στον «μπλε» τομέα με SMR και δέσμευση CO₂, καταρρέουν. Πάνω από 1,4 εκατ. τόνοι σχεδιαζόμενης παραγωγής μπλε υδρογόνου εγκαταλείφθηκαν. Ωστόσο, όσα έργα προχωρούν είναι ρεαλιστικά, με ξεκάθαρη ζήτηση και βιομηχανική αξιοποίηση.
Ενδεικτικά παραδείγματα είναι το Yuri Project της Engie στην Αυστραλία, που ήδη κατασκευάζεται, ή ο διασυνοριακός αγωγός mosaHYc Γαλλίας – Γερμανίας, με την κατασκευή του να είναι προ των πυλών. Στην Ευρώπη, η ενεργειακή σκακιέρα αναδιαμορφώνεται επίσης με το έργο H2Med/Barmar, που στοχεύει στη μεταφορά 2 εκατ. τόνων υδρογόνου ετησίως έως το 2030.
Η ουσία είναι πως το υδρογόνο βρίσκει τη θέση του εκεί που πρέπει: στη βαριά βιομηχανία, την αμμωνία, τη χαλυβουργία, τα διυλιστήρια. Λιγότερα έργα, αλλά καλύτερα σχεδιασμένα.
Η «επόμενη μέρα» για την ελληνική αγορά υδρογόνου
Και όσο σημαντικά έργα παγκόσμιου και ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος ακυρώνονται το ένα μετά το άλλο, η εγχώρια αγορά προσπαθεί «να μείνει όρθια».
Στην Ελλάδα, τα θεμέλια τέθηκαν με το νομοσχέδιο του Ιουνίου και νέο πακέτο μέτρων αναμένεται το φθινόπωρο. Η Hellenic Hydrogen (Motor Oil – ΔΕΗ) προχωρά στο Αμύνταιο την πρώτη μονάδα πράσινου υδρογόνου, ενώ στον χάρτη μπαίνουν και τα έργα TRIERES και EPHYRA του ομίλου Βαρδινογιάννη. Παράλληλα, ο ΔΕΣΦΑ σχεδιάζει τον νέο αγωγό Dedicated H2 Backbone, 540 χλμ. και 1 δισ. ευρώ, με ορίζοντα το 2030.
Την ίδια στιγμή, η Helleniq Energy πρoχωρά το «Green Hub North», ένα επενδυτικό project άνω του 1 δισ. ευρώ, που στοχεύει στη λειτουργία των βιομηχανικών εγκαταστάσεων Θεσσαλονίκης αποκλειστικά με πράσινη ηλεκτρική ενέργεια.
Το στοίχημα για τις νέες ενισχύσεις που αναμένουμε στον κλάδο το φθινόπωρο είναι σαφές: λιγότερη γραφειοκρατία, περισσότερα κίνητρα και στήριξη, η αγορά υδρογόνου στη χώρα μας μπορεί να ωριμάσει σημαντικά με τα επενδυτικά projects που τρέχουν να ξεπερνούν τα 2 δισ. ευρώ.
Όπως αναδείχθηκε και στο πρόσφατο 3ο συνέδριο Hydrogen & Green Gases Forum, η επόμενη μέρα για την ελληνική αγορά υδρογόνου φαίνεται να στηρίζεται στη στενή συνεργασία μεταξύ επενδυτών και κράτους, αφήνοντας πίσω τα φιλόδοξα αλλά μη ρεαλιστικά σχέδια και εστιάζοντας στην πρακτική υλοποίηση, εκμεταλλευόμενη τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας.
Προκειμένου να μετατραπεί η ελληνική αγορά από μια υπό ωρίμανση σε μια πιο ώριμη, με προστιθέμενη αξία σε τοπικό και εθνικό επίπεδο, οι εκπρόσωποι του κλάδου συμφώνησαν στην ανάγκη για μια ολιστική προσέγγιση.
Οι επενδυτές πρέπει να σχεδιάζουν τα business plans τους με τρόπο που να διασφαλίζει τη βιωσιμότητά τους, ενώ το κράτος χρειάζεται ένα συνολικό σχέδιο στήριξης, που δεν περιορίζεται σε επιδοτήσεις και αριθμούς, αλλά χαράσσει μια μακροπρόθεσμη στρατηγική, ικανή να ενισχύει και να συνοδεύει την ιδιωτική πρωτοβουλία στον χώρο.
*Από liberal.gr