Οι επικείμενοι δασμοί και οι ασαφείς κανόνες εξαγωγών προσθέτουν κόστος και σύγχυση

Ο Ντόναλντ Τραμπ ελπίζει να εξασφαλίσει την αμερικανική κυριαρχία στους ημιαγωγούς έναντι της Κίνας, επαναφέροντας την παραγωγή στις ΗΠΑ. Για να το πετύχει αυτό θα χρειαστούν χρόνια και πολύ περισσότερα κεφάλαια, ενώ οι επικείμενοι δασμοί και οι ασαφείς κανόνες εξαγωγών προσθέτουν κόστος και σύγχυση. Η στρατηγική των ΗΠΑ για την τόνωση μιας βασικής βιομηχανίας αποτυγχάνει.

Ως ένα παράδειγμα προσέγγισης του κρατικά υποστηριζόμενου βιομηχανικού σχεδιασμού πρέπει να δει κανείς την Κίνα. Η χώρα έχει γίνει κορυφαία δύναμη στην κατασκευή ηλιακών πάνελ και μπαταριών για ηλεκτρικά οχήματα. Πριν από μία δεκαετία, ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ ξεκίνησε το σχέδιο «Made in China 2025» με σκοπό τη μείωση της εξάρτησης από ξένους ημιαγωγούς από 85% σε περίπου 30%. Σχεδόν μία δεκαετία αργότερα, η Κίνα δεν έχει πετύχει τον στόχο της, αλλά η τοπική παραγωγική ικανότητα αυξάνεται. Από τα 51 εργοστάσια ημιαγωγών που τελούν υπό κατασκευήν παγκοσμίως, τα 23 βρίσκονται στην Κίνα, ενώ οι κρατικές επενδύσεις σε τσιπ έχουν ξεπεράσει τα 150 δισ. δολάρια από το 2014.

Δεν είναι περίεργο που οι ΗΠΑ ανησυχούν για την κυριαρχία τους στα προηγμένα τσιπ και στην τεχνητή νοημοσύνη. Ενώ ο διευθύνων σύμβουλος της Huawei, Ρεν Ζενγκφέι, λέει ότι τα τσιπ του κινεζικού τεχνολογικού γίγαντα παραμένουν μια γενιά πίσω από την αμερικανική Nvidia, ο CEO της εταιρείας Τζένσεν Χουάνγκ δήλωσε ότι οι τελευταίοι επεξεργαστές της Huawei πλησιάζουν τους πρωτοποριακούς επεξεργαστές γραφικών H200 της εταιρείας, αξίας 3,5 τρισ. δολαρίων. Για την κυβέρνηση Τραμπ, η διατήρηση της ηγετικής θέσης των ΗΠΑ ξεκινάει με τη διασφάλιση της ζήτησης για αμερικανικά προϊόντα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εξασφαλίσει ότι οι βασικοί πελάτες στην Ευρώπη και στη Μέση Ανατολή δεν θα στραφούν προς τους Κινέζους.

Ο Τραμπ θέλει να επαναφέρει την παραγωγή στις ΗΠΑ. Καθώς τα περισσότερα προηγμένα τσιπ εξακολουθούν να κατασκευάζονται στην Ταϊβάν, οποιαδήποτε διαφοροποίηση των αλυσίδων εφοδιασμού έχει νόημα. Ο νόμος CHIPS και Science Act της εποχής Μπάιντεν, για επενδύσεις ύψους 52,7 δισ. δολαρίων, ήταν μια αρχή, αλλά η πρόοδος είναι αργή. Ο Τραμπ έχει επικρίνει τον νόμο, ενώ τον χρησιμοποιεί για να αναγκάσει ιδιωτικές εταιρείες να αυξήσουν τις επενδύσεις στις ΗΠΑ. Οι δασμοί, την ίδια στιγμή, παραμένουν ένα από τα αγαπημένα εργαλεία του, η εφαρμογή τους όμως στους ημιαγωγούς είναι προβληματική.

Οι ΗΠΑ εισάγουν σχετικά λίγα τσιπ, αλλά πολλά προϊόντα που τα περιέχουν. Ημιαγωγοί αξίας μικρότερης των 40 δισ. δολαρίων έφτασαν στη χώρα το 2024, ενώ οι ΗΠΑ εισήγαγαν ηλεκτρονικά προϊόντα αξίας 486 δισ. δολαρίων, σύμφωνα με το Διεθνές Κέντρο Εμπορίου. Η προσπάθεια επιβολής δασμών σε εξαρτήματα που βρίσκονται μέσα σε συσκευές, όπως φορητούς υπολογιστές και iPhone, θα ήταν δύσκολη. Δεν υπάρχει εύκολος τρόπος να καταλάβει κανείς πού κατασκευάστηκε το τσιπ, αφού αυτό συσκευαστεί.

Επίσης, η ανθεκτικότητα έχει το τίμημά της. Οι προτεινόμενες επιδοτήσεις θα καθιστούσαν το κόστος κατασκευής μονάδων ημιαγωγών στις ΗΠΑ εξίσου ανταγωνιστικό με αυτό στην Ασία. Ωστόσο, η λειτουργία αυτών των μονάδων σε μια οικονομία υψηλών μισθών αποτελεί μια ακόμη πρόκληση: η McKinsey & Company εκτιμά ότι το λειτουργικό κόστος είναι 35% υψηλότερο στις ΗΠΑ από ό,τι στην Ταϊβάν. Οι αγοραστές αμερικανικών τσιπ για αυτοκίνητα ή ιατρικά μηχανήματα θα πρέπει να απορροφήσουν το έξτρα κόστος ή να το μετακυλίσουν στους πελάτες. Αυτό υπονοεί επίσης ότι οι εταιρείες ημιαγωγών θα χρειάζονται συνεχή υποστήριξη με τη μορφή φορολογικών ελαφρύνσεων ή λειτουργικών επιδοτήσεων, καθώς μετατοπίζουν τις αλυσίδες εφοδιασμού.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")

Ακολουθήστε το energia.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του energia.gr