Οι ανατιμήσεις στα τρόφιμα συνεχίζονται, οι υπηρεσίες εξακολουθούν να ακριβαίνουν με ρυθμό άνω του 5%, οι φόβοι ότι ο Απρίλιος φέρνει νέα ανατίμηση-ρεκόρ στα ενοίκια εντείνονται και ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή «φρενάρει» στο 2,7%, κυρίως λόγω της συγκυριακής -πλην όμως αισθητής- μείωσης των τιμών στον κλάδο της ενέργειας.
Ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή έκλεισε τον Απρίλιο με ρυθμό αύξησης 2,7%. Είναι το χαμηλότερο ποσοστό που αποτυπώνουν τα στοιχεία της Eurostat από τον Ιούνιο του 2024, όταν ο ίδιος δείκτης είχε συγκρατηθεί στο 2,5%. Έκτοτε καταγράφονταν ποσοστά αύξησης άνω του 3%. Ο λόγος για τον οποίο από τον Μάρτιο στον Απρίλιο καταγράφηκε αυτή η αποκλιμάκωση του 4,7% είναι κυρίως η σημαντική υποχώρηση των τιμών στα ενεργειακά προϊόντα. Η συγκυρία ήταν πολύ θετική για την Ελλάδα τον προηγούμενο μήνα τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις τιμές της ενέργειας. H αβεβαιότητα λόγω δασμών οδήγησε σε σημαντική υποχώρηση στη διεθνή τιμή του πετρελαίου και αυτό με τη σειρά του έφερε σημαντικές μειώσεις στα καύσιμα κίνησης, τα οποία πουλήθηκαν σε τιμές τουλάχιστον 15% χαμηλότερες σε σχέση με τις αντίστοιχες περσινές. Όσον αφορά τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος, ο Απρίλιος ήταν ο μήνας «παγώματος» των κρατικών επιδοτήσεων, αλλά και της σημαντικής μείωσης των τιμών λιανικής, ειδικά στα πράσινα τιμολόγια, που αφορούν και την πλειονότητα των νοικοκυριών. Αυτό αναμένεται να αποτυπωθεί έντονα και στα αναλυτικά στοιχεία που θα δημοσιεύσει τις αμέσως επόμενες ημέρες η ΕΛΣΤΑΤ.
Αν από τη μια μεριά της ζυγαριάς υπήρξε η αποκλιμάκωση των τιμών της ενέργειας (σ.σ.: το -4,7% ήταν η καλύτερη επίδοση που έχει καταγραφεί από τον Ιανουάριο του 2024), από την άλλη ήταν η μεταβολή του δείκτη υπηρεσιών. Για έβδομο συνεχόμενο μήνα καταγράφηκε ρυθμός αύξησης άνω του 5% και συγκεκριμένα 5,2%, όσο και τον Μάρτιο. Ο δείκτης των υπηρεσιών επηρεάζεται από τα εισιτήρια, τις ασφάλειες κ.λπ., επηρεάζεται όμως και από τα ενοίκια. Τον Μάρτιο καταγράφηκε στα αναλυτικά στοιχεία το μεγαλύτερο ποσοστό ανατιμήσεων για τα ενοίκια από το ξέσπασμα της πληθωριστικής κρίσης, ύψους άνω του 10%, και πλέον μένει να φανεί αν ο Απρίλιος θα φέρει ακόμη μεγαλύτερες ανατιμήσεις.
Στο κρίσιμο μέτωπο των τροφίμων ο πληθωρισμός του επιμέρους δείκτη διαμορφώθηκε στο 2%. Καταγράφηκε οριακή επιβράδυνση στον ρυθμό αύξησης των τιμών συγκριτικά με τον Μάρτιο (2% έναντι 2,1%), αλλά αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι οι τιμές στο ράφι γίνονται ακόμη ακριβότερες. Το +2% είναι η δεύτερη χειρότερη επίδοση που καταγράφει η Eurostat στην Ελλάδα από τον περασμένο Οκτώβριο.
Υψηλές πτήσεις και για τον λεγόμενο «δομικό πληθωρισμό». Το καλάθι των προϊόντων και των υπηρεσιών που περιλαμβάνει τα πάντα εκτός από τα τρόφιμα και τα προϊόντα ενέργειας εμφάνισε αύξηση 3,8% (αμετάβλητο το ποσοστό σε σχέση με τον Μάρτιο), κάτι που σημαίνει ότι εξακολουθεί να καταγράφεται ένα γενικευμένο κύμα ανατιμήσεων στην αγορά σε προϊόντα και υπηρεσίες που δεν επηρεάζονται άμεσα από αστάθμητους παράγοντες, όπως συμβαίνει και με τα τρόφιμα, αλλά και με τα προϊόντα ενέργειας.
Να σημειωθεί ότι η Ελλάδα, με την επίδοση του 2,7% (σε όρους εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή, καθώς ο εθνικός δείκτης αναμένεται να αποτυπώσει χαμηλότερη μεταβολή για ακόμη έναν μήνα, κάτι που αποδίδεται στη «συνταγή» του δείκτη), κατατάσσεται στο πάνω μέρος της ευρωπαϊκής κατάταξης. Η Εσθονία έκλεισε στο 4,4%, η Λετονία και η Ολλανδία στο 4,1% ενώ ακολούθησε η Σλοβακία στο 3,9%. Υψηλότερα από την Ελλάδα κινήθηκαν επίσης Αυστρία (3,3%), Λιθουανία και Κροατία. Αντίθετα, οι μεγάλες οικονομίες, που επηρεάζουν και τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, εμφάνισαν χαμηλότερα ποσοστά ανατιμήσεων: Η Γερμανία έκλεισε στο 2,2%, η Γαλλία στο 0,8%, η Ιταλία στο 2,1% και η Ισπανία στο 2,2%.
Στην Ευρωζώνη
Κοντά στον καταστατικό στόχο της ΕΚΤ κινήθηκε ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη, καθώς για δεύτερο διαδοχικό μήνα διαμορφώθηκε στο 2,2%. Το γεγονός αυτό επιτρέπει στους κεντρικούς τραπεζίτες να διατηρήσουν στα σενάρια την περαιτέρω μείωση των επιτοκίων με στόχο να στηριχτεί η ανάπτυξη των χωρών-μελών. Πλέον, χωρίς να θεωρείται τίποτα δεδομένο σε αυτή τη φάση, ένα από τα ανοικτά ενδεχόμενα είναι η μείωση του βασικού επιτοκίου κατά 0,25% μέχρι τις αρχές Ιουνίου.
Η μέση αύξηση των τιμών των τροφίμων στην Ευρωζώνη διαμορφώθηκε στο 3% τον Απρίλιο, ποσοστό υψηλότερο συγκριτικά με το 2,9% του Μαρτίου. Ωστόσο, η χώρα μας αντιμετωπίζει μεγαλύτερες αυξήσεις στον τομέα των υπηρεσιών, καθώς ο μέσος όρος για την Ευρωζώνη διαμορφώθηκε στο 3,9%. Όσο για τον δομικό πληθωρισμό, εμφάνισε αύξηση 2,7%, έναντι 2,4% τον Μάρτιο.
(από την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")