Η Γερμανική Στάση Υπό το Φως της Ιστορίας

Η Γερμανική Στάση Υπό το Φως της Ιστορίας
του Αντώνη Αγγελόπουλου*
Πεμ, 4 Απριλίου 2024 - 18:43

Πολλοί απορούν με την ακραία μεταστροφή της Γερμανίας από υποστηρικτή του κατευνασμού και της οικονομικής συνεργασίας με τη Ρωσία σε κήρυκα της απόλυτης και έως τέλους σύγκρουσης. Η επίκληση της σύγκρουσης στην Ουκρανία δεν πείθει ως επαρκής αιτία για την ακραία μεταστροφή. Οι Γερμανοί άλλωστε γνώριζαν ότι οι Ρώσοι δεν θα ανέχοντο περαιτέρω καταστρατήγηση των συμφωνιών Μινσκ, τις οποίες είχε συνεγγυηθεί η τότε Γερμανίδα καγκελάριος

Το όλο οικοδόμημα της ειρηνικής συνύπαρξης στην Ευρώπη, το οποίο υπηρέτησαν με σεβασμό οι Helmut Schmidt, Helmut Kohl, Gerhard Schroeder και η Angela Merkel ήταν προϋπόθεση της οικονομικής ισχύος και της πολιτικής πρωτοκαθεδρίας της Γερμανίας στην Ευρώπη. Αυτό το γνώριζε και η ηγεσία του SPD που ηγείται τώρα του κυβερνητικού συνασπισμού, όμως με πολύ μεγάλη ευκολία το γκρέμισε και ταυτόχρονα βύθισε την Γερμανία στην ύφεση και σε μάταιη αναζήτηση νέου στρατηγικού στίγματος. Πώς εξηγείται μια τέτοια, εκ πρώτης όψεως αυτοκαταστροφική συμπεριφορά;

Ας ανατρέξουμε στην ιστορία. Οσο πλησίαζε το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τα συμμαχικά στρατεύματα προήλαυναν προς το Βερολίνο, υπήρχε έντονη συζήτηση στις Ηνωμένες Πολιτείες για την μεταπολεμική μεταχείριση της Γερμανίας. Το κυρίαρχο αίτημα ήταν η αποφυγή μιας υποτροπής της γερμανικής επιθετικότητας, η οποία θεωρήθηκε τότε ότι εδραζόταν στην οικονομική ισχύ της Γερμανίας κατά τον μεσοπόλεμο. Ο υπουργός Οικονομικών (Treasury Secretary) του Roosevelt, Henry Morgenthau Jr. (υιός του Henry Morgenthau, πρέσβεως των ΗΠΑ στην Κων/πολη κατά τα χρόνια που προηγήθηκαν της καταστροφής του ‘22 και συγγραφέως του αντιτουρκικού χρονικού «Εικοσιέξι μήνες στην Τουρκία») είχε εκπονήσει ένα σχέδιο για μια «ποιμενική Γερμανία», μια χώρα αποβιομηχανοποιημένη και χωρίς στρατό. Το σχέδιο του Morgenthau υιοθετήθηκε επισήμως στις 25 Απριλίου 1945 με την απόφαση 1067 των Joint Chiefs of Staff και ενσωματώθηκε λίγους μήνες αργότερα στη συμφωνία του Πότσνταμ μεταξύ των ΗΠΑ, της Σοβιετικής Ενώσεως και του ΗΒ. Η συμφωνία του Πότσνταμ προέβλεπε ότι η κυβέρνηση της κατεχόμενης Γερμανίας «θα προέβαινε σε αποβιομηχάνιση, αποστρατιωτικοποίηση, επανορθώσεις και σε ελεγχόμενες εισαγωγές/εξαγωγές» με το ρητό στόχο «να εμποδισθεί η Γερμανία να αναπτύξει εκ νέου πολεμική δυνατότητα».

Κατά την προετοιμασία της Δίκης της Νυρεμβέργης, στο εδώλιο του κατηγορουμένου θα ευρίσκοντο και οι οικονομικοί ηγήτορες της ναζιστικής Γερμανίας δίπλα στους στρατιωτικούς. Φιγούρες όπως ο Hjalmar Schlacht (επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας), ο Fritz Sauckel (πρωτεργάτης του προγράμματος εξαναγκαστικής εργασίας), o Albert Speer (υπεύθυνος για τους εξοπλισμούς και τα πολεμοφόδια) και βέβαια ο Alfred Krupp και 6 άλλοι μεγάλοι βιομήχανοι επρόκειτο να αντιμετωπίσουν την κατηγορία ότι προμήθευσαν στον Χίτλερ τα υλικά μέσα να εξαπολύσει και να συντηρήσει τον πόλεμο.

Τον Οκτώβριο 1945 ο Morgenthau εξέδωσε το βιβλίο Germany is our Problem, όπου εξέθετε το σχέδιό του με πολύ μεγάλη λεπτομέρεια. Μάλιστα 1000 δωρεάν αντίτυπα του βιβλίου διανεμήθηκαν σε προσωπικό των αμερικανικών δυνάμεων στη Γερμανία. Είναι εντυπωσιακό ότι τόσο σημαντικές συζητήσεις εγένοντο στο φως της δημοσιότητας τότε (πόσο μεγάλη η διαφορά από το σήμερα)! Εντός του Γραφείου της Στρατιωτικής Αμερικανικής Διοίκησης (OMGUS) υπήρχε o κλάδος «διάλυσης των καρτέλ», ο οποίος επί δύο έτη αποσυναρμολογούσε εργοστάσια και έστελνε μηχανήματα στις ΗΠΑ (και άλλους συμμάχους) εν είδει επανορθώσεων. Αυτό έγινε για παράδειγμα στην IG Farben αλλά και άλλα εργοστάσια.

Τότε άρχισε ραγδαία να επιδεινώνεται η σχέση μεταξύ των δυτικών συμμάχων και της Σοβιετικής Ενώσεως, επιδείνωση που επιταχύνθηκε με τον θάνατο του Roosevelt. Πολλοί στις ΗΠΑ άρχισαν να βλέπουν τη Γερμανία με άλλο μάτι. Κάποιο ισχυρίστηκαν ότι μόνο το 60% του Γερμανικού πληθυσμού θα μπορούσε να ζήσει με αγροτικές ασχολίες, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η αποβιομηχάνιση θα προκαλούσε εκτεταμένη λιμοκτονία. Η Γερμανία άρχισε στη συνείδηση μερικών να αντιμετωπίζεται ως asset στην αναδυόμενη σύγκρουση με τη Σοβιετική Ενωση, συνεπώς, ίσως, έπρεπε να διατηρηθεί η βιομηχανική της βάση. Με πρόεδρο τον έντονα αντισοβιετικό Harry Truman, οι αμερικανικές στρατιωτικές αρχές στη Γερμανία απεφάσισαν ότι η οικονομική ελίτ της Γερμανίας πρέπει να εξαιρεθεί της αποναζιστικοποίησης και τα εργοστάσιά της να μην απαλλοτριωθούν. Η απόφαση JCS 1067, την οποία αναφέραμε παραπάνω, αντικαταστάθηκε με την JCS 1779 που απηχούσε τη νέα κατάσταση των πραγμάτων. Τα «παιδιά του Morgenthau», όπως είχε αποκληθεί ο κλάδος διάλυσης των καρτέλ της OMGUS, παραιτήθηκαν ως επί το πλείστον. Το τελευταίο τους επίτευγμα, την άνοιξη του 1947, ήταν η διάλυση του γερμανικού τραπεζικού καρτέλ. Απαγορεύτηκαν οι χρηματοδοτήσεις μεταξύ γερμανικών τραπεζών και υποχρεώθηκαν αυτές να προβαίνουν μόνο σε βραχυπρόθεσμες δανειοδοτήσεις.

Η Γερμανία πλέον αναπτύχθηκε με τον τρόπο, με τον ρυθμό και προς την κατεύθυνση που επέτρεπαν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Ηταν ένα πιόνι στο ψυχροπολεμικό σκάκι, ισχυρό πιόνι βέβαια αλλά σε κάθε περίπτωση πιόνι. Αυτή ακριβώς παραμένει και η κατάσταση σήμερα, δεν έχει αλλάξει απολύτως τίποτα. Η Γερμανία, παρά το μέγεθός της, δεν είναι ανεξάρτητη δύναμη, είναι δορυφόρος των ΗΠΑ. Αν οι Αμερικανοί αποφασίσουν, όπως απεφάσισαν, να την υποβιβάσουν στη δεύτερη κατηγορία, η ηγεσία του Βερολίνου θα πρέπει να βρει λόγους για τους οποίους αυτό είναι εθνικά επωφελές. Αν ο καγκελάριος δείχνει να έχει ενδοιασμούς, υπάρχει η υπουργός Εξωτερικών Baerbock να τον επαναφέρει στην τάξη χωρίς πολλά πολλά...

Τέλος, έτσι εξηγούνται και οι πρόσφατοι λεονταρισμοί του Γάλλου προέδρου Macron. Οι Γάλλοι δεν έχουν τις δουλείες των Γερμανών και ο Macron το γνωρίζει καλά. Με τις δηλώσεις του ότι η Γαλλία είναι διατεθειμένη να στείλει στρατό στην Ουκρανία υπενθυμίζει στους Γερμανούς ότι σ’ αυτόν επιτρέπεται να λέει πράγματα που γι’ αυτούς είναι ανεπίτρεπτα. Αυτό ίσως δεν έχει πρακτικό αντίκρυσμα αλλά οπωσδήποτε τονώνει το Γαλλικό φρόνημα...

*Ανώτερο Διευθυντικό Στέλεχος μεγάλου Ελληνικού Ομίλου Επιχειρήσεων