Η Γερμανία εξακολουθεί να αναπτύσσεται οικονομικά, αλλά όχι χάρη στις βιομηχανίες της. Σε αντίθεση με ό,τι θα περίμενε κανείς, η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία έχει διαφύγει την ύφεση και σημειώνει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, αλλά ο μοχλός της ανάπτυξης είναι ο τομέας των υπηρεσιών

Την ίδια στιγμή η δραστηριότητα στις βιομηχανίες της μειώνεται. Τα στοιχεία που δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα τείνουν να διαψεύσουν, μερικώς τουλάχιστον, τα πορίσματα έρευνας της Ενωσης Γερμανικών Βιομηχανικών Επιμελητηρίων (DIHK) που δόθηκε στη δημοσιότητα μία ημέρα νωρίτερα και κατατείνει σε μηδενική ανάπτυξη για το τρέχον έτος, καθώς οι επιχειρήσεις δεν «βλέπουν» προοπτική ανόδου.
 
Ο Μάιος ήταν, πάντως, ο τέταρτος συναπτός μήνας ανάπτυξης της γερμανικής οικονομίας, με τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ της να φθάνει στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων πλέον μηνών, σύμφωνα με σχετικές έρευνες της S&P Global. Η ανάπτυξη επετεύχθη αποκλειστικά χάρη στον επιταχυνόμενο τομέα των υπηρεσιών και όπως επισημαίνει ο Σάιρους ντε λα Ρούμπια, επικεφαλής των οικονομολόγων της Hamburg Commercial Bank, «η καλή κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο τομέας των υπηρεσιών υποδηλώνει πως οι καταναλωτικές δαπάνες είναι σε καλύτερα επίπεδα από τα προσδοκώμενα, παρά το γεγονός ότι ο πληθωρισμός έχει μειώσει την αγοραστική δύναμη των γερμανικών νοικοκυριών». Ο ίδιος εξηγεί πως ο μεταποιητικός τομέας υποχωρεί εξαιτίας της πτώσης που γνωρίζει ο κλάδος στην Κίνα, μιας πτώσης που άρχισε μέσα στο δεύτερο τρίμηνο του έτους.

Η είδηση, πάντως, ότι η γερμανική οικονομία αναπτύσσεται είναι ιδιαιτέρως ενθαρρυντική, καθώς η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης φλερτάριζε με την ύφεση επί μήνες εξαιτίας της αιφνίδιας, σχεδόν βίαιης, αποκοπής της από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες. Η ραγδαία μείωση της προσφοράς ενέργειας και οι διάφορες στρατηγικές εξοικονόμησης ενέργειας που επιστράτευσαν οι γερμανικές βιομηχανίες, είχαν αποτέλεσμα να μειωθεί η παραγωγή μέσα στους τελευταίους τρεις μήνες του περασμένου έτους. Σε ό,τι αφορά, άλλωστε, τα τελευταία στοιχεία που αναμένεται να δοθούν στη δημοσιότητα αύριο Πέμπτη και αφορούν το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις θα καταδεικνύουν στασιμότητα στη βιομηχανική παραγωγή. Από τη δημοσκόπηση που διεξήγαγε η S&P Global μεταξύ των γερμανικών επιχειρήσεων προκύπτει πως οι υπεύθυνοι προμηθειών προσδοκούν σταδιακή αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας.

Το γεγονός όμως ότι ο μεταποιητικός τομέας επιβραδύνεται για παρατεταμένο χρονικό διάστημα, εμπνέει επιφυλακτικότητα και αμφιβολίες ως προς τη διάρκεια που θα έχει η ανάκαμψη. Το γενικό αίσθημα στον μεταποιητικό τομέα είναι αρνητικό για πρώτη φορά έπειτα από πέντε μήνες, ενώ στον τομέα των υπηρεσιών επικρατεί αισιοδοξία.

Την ίδια στιγμή, άλλωστε, οι εξελίξεις στο μέτωπο των τιμών αντανακλούν και τη διαφορετική πορεία που έχουν πάρει οι δύο ζωτικοί τομείς της γερμανικής οικονομίας. Στον τομέα των καταναλωτικών προϊόντων οι πληθωριστικές πιέσεις έχουν αρχίσει να αποκλιμακώνονται, ενώ επιταχύνονται στον τομέα των υπηρεσιών. Οπως τονίζει ο Σάιρους ντε λα Ρούμπια, οι εξελίξεις ενσπείρουν την υποψία ότι «οι εταιρείες στον τομέα των υπηρεσιών έχουν κατορθώσει να αυξήσουν τα περιθώρια κέρδους κατά μέσον όρο και έτσι διατηρούν τον πληθωρισμό σε υψηλά επίπεδα».

Σε ό,τι αφορά, πάντως, την κρίση στον κλάδο της μεταποίησης, η εικόνα είναι παρεμφερής σε όλη την Ευρωζώνη. Τα τελευταία στοιχεία που δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα φέρουν τη δραστηριότητα στον κλάδο να μειώνεται με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει γνωρίσει μετά το πρώτο κύμα της πανδημίας, που ανάγκασε τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες να κλείσουν απειλώντας το σύνολο της οικονομίας. Ο δείκτης υπεύθυνων προμηθειών της Ευρωζώνης υποχώρησε τον Μάιο στις 44,6 μονάδες, σαφώς κάτω των 50 μονάδων που χωρίζουν την ανάπτυξη από τη συρρίκνωση.

Ο αντίστοιχος δείκτης του τομέα των υπηρεσιών υποχώρησε επίσης, αλλά παραμένει σε υψηλά επίπεδα και συγκεκριμένα στις 55,9 μονάδες, καταδεικνύοντας υγιή ανάπτυξη. Τα στοιχεία, πάντως, θέτουν σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τον ρυθμό ανάπτυξης στην Ευρωζώνη και καλλιεργούν αμφιβολίες για το κατά πόσον θα μπορέσει να σημειώσει την τριμηνιαία ανάπτυξη 0,4% που προέβλεψε η Κομισιόν την περασμένη εβδομάδα για το τρέχον έτος. Σε ό,τι αφορά, άλλωστε, τη δεύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, τη Γαλλία, σημείωσε τον Μάιο τον χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης των τελευταίων τεσσάρων μηνών.

Ο δείκτης υπεύθυνων προμηθειών υποχώρησε στις 51,4 μονάδες από τις 52,4 του Απριλίου και κάτω από τη μέση πρόβλεψη των οικονομολόγων για 52 μονάδες. Κατέδειξε, έτσι, ότι επιβραδύνεται η οικονομική δραστηριότητα στις γαλλικές επιχειρήσεις, οι οποίες αναφέρουν μείωση της ζήτησης, ενώ η επιχειρηματική εμπιστοσύνη υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων πέντε μηνών.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")