Αθ. Κεφάλας, ΣΜΕ: Υποβαθμισμένη η Σημασία του Εξορυκτικού Κλάδου -Αποκλειστικά στο Energia.gr

Αθ. Κεφάλας, ΣΜΕ: Υποβαθμισμένη η Σημασία του Εξορυκτικού Κλάδου -Αποκλειστικά στο Energia.gr
Συνέντευξη στον Αδάμ Αδαμόπουλο
Πεμ, 13 Απριλίου 2023 - 08:21

Αν “βοήθησε” σε κάτι το άλμα στο κόστος της ενέργειας και ο κίνδυνος για την ασφάλεια του εφοδιασμού που επέφερε η κρίση την οποία γιγάντωσε ο πόλεμος στην Ουκρανία, είναι ότι αφύπνησε ένα μεγάλο τμήμα του πολιτικού δυναμικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έως εκείνη την περίοδο επαναπαυόταν στις “κατακτήσεις” του παρελθόντος Η δίδυμη απειλή διακυβεύει την πορεία προς την Ενεργειακή Μετάβαση και αυτό είναι κάτι που, λογικά, απεύχονται όλες οι χώρες στην Γηραιά ήπειρο. Μια σημαντική παράμετρος αυτής της πορείας προς την κλιματική ουδετερότητα αποτελούν τα ορυκτά μέταλλα και συνακόλουθα ο εξορυκτικός κλάδος. 

Έχει αντιληφθεί, όμως, η Πολιτεία και ευρύτερα η Ε.Ε. τη σημασία του, ή αφήνει σήμερα, την Κίνα να παίζει σε μονό ταμπλό και να κερδίζει διαρκώς νέο έδαφος στον παγκόσμιο ανταγωνισμό; Και αν όντως αντιλαμβάνεται, τί κάνει για να υποστηρίξει έναν κλάδο που αποτελεί, εγγενώς, μέρος της λύσης για το 2050; Το energia.gr προσέγγισε τον κατάλληλο άνθρωπο για να δώσει απαντήσεις και εξηγήσεις για το τί συμβαίνει στη χώρα και ευρύτερα στην Ευρώπη. Ο κ. Αθανάσιος Κεφάλας, Πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων (ΣΜΕ) απαντά στις ερωτήσεις μας και μας δίνει το δικό του, υπεύθυνο στίγμα για το μέλλον ενός κλάδου με ισχυρή αναπτυξιακή συμβολή στην οικονομία.
 
Μας εξηγεί ότι παρά το γεγονός ότι ο εξορυκτικός κλάδος στη χώρα διακρίνεται για την έντονη εξωστρέφειά του, εν τούτοις, δεν εισπράττει ανάλογη αντιμετώπιση από την ελληνική Πολιτεία. Μιλά  ακόμη για τα προβλήματα στην παραγωγή από το υψηλό  κόστος στην ενέργεια και για τις χρονοβόρες διαδικασίες περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων εξαιτίας εγγενών προβημάτων στην αποδοχή των δραστηριοτήτων των εταιρειών του κλάδου από τις τοπικές κοινωνίες.  

Ο κ Κεφάλας υποστηρίζει ακόμη πως παρά τις προκλήσεις που έφεραν η πανδημία και η ενεργειακή κρίση, ο κλάδος συνολικά έχει ανακάμψει και αντιμετωπίζει με αισιοδοξία την επόμενη μέρα. Έκανε σαφές όμως πως η αύξηση του κόστους παραγωγής δεν είναι δυνατόν να επιρριφθεί πλήρως στην αγορά, λόγω του ανταγωνισμού από παραγωγούς χωρών με διαφορετικά οικονομικά και ρυθμιστικά χαρακτηριστικά και επομένως η αύξηση των πωλήσεων δεν προοιωνίζει αναλογική αύξηση των κερδών.

Αναφέρεται επίσης στα σημαντικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα του ελληνικού εξορυκτικού κλάδου και προβλέπει ότι έχει και θα συνεχίσει να έχει σημαντική συμβολή στην οικονομία της χώρας.

Ας δούμε όμως μαζί τί μας είπε συνολικά για όλα τούτα και για ακόμη περισσότερα:

Κύριε Κεφάλα, γνωρίζουμε από όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ότι το άλμα στο ενεργειακό κόστος τους τελευταίους 20 μήνες, είχε αρνητικές επιπτώσεις στο κόστος παραγωγής του μεταλλευτικού κλάδου. Πώς αντιμετωπίζετε το πρόβλημα και ποια μέτρα θεωρείτε ότι μπορούν να θωρακίσουν τον τομέα από ανάλογα πλήγματα στο μέλλον;

Στο κόστος εξόρυξης και καθετοποίησης των ορυκτών έχουμε σημαντική συμμετοχή των υγρών καυσίμων και της ηλεκτρικής ενέργειας. Από στοιχεία που διαθέτουμε, στο 2022 το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε κατά μέσο όρο πάνω από 160%, παρ’ όλες τις επιδοτήσεις, ενώ το κόστος των υγρών καυσίμων αυξήθηκε κατά περίπου 40%. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους παραγωγής στον κλάδο κατά 25%, ενώ για ορισμένα μέλη μας η αύξηση αυτή ξεπέρασε και το 50%. Παρ’ όλες τις αυξήσεις των τιμών στα προϊόντα μας, οι οποίες δημιούργησαν σοβαρό πρόβλημα ανταγωνιστικότητας και μείωση του όγκου των εξαγωγών, η οικονομική επιβάρυνση αποτιμάται σε αρκετές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ.

Η εξοικονόμηση ενέργειας είναι από τις βασικές προτεραιότητες του κλάδου μας καθώς και η ανεύρεση εναλλακτικών καυσίμων χαμηλότερου κόστους.

Για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος προτείνουμε και μία δέσμη ενεργειών που αφορούν:

  • την άμεση και ουσιαστική  αλλαγή της νομοθεσίας περί ΑΠΕ, καθώς και τη γρήγορη ενίσχυση των σχετικών υποδομών, ώστε να είναι εφικτή η ταχεία ανάπτυξη μονάδων για ιδιοπαραγωγή και την εφαρμογή του Ενεργειακού Συμψηφισμού
  • την υιοθέτηση πολιτικών σταθερής τιμής ρεύματος για την εξόρυξη και τη βιομηχανία, με κάλυψη των διακυμάνσεων κόστους από την πολιτεία
  • την αύξηση της επιστροφής του Ειδικού Φόρου Καυσίμων στο 50% του ύψους του
  • την άμεση επίλυση των προβλημάτων που εμποδίζουν την κατάρτιση διμερών συμβάσεων
  • την επανεξέταση αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που είχαν ληφθεί με την προϋπόθεση της ενεργειακής σταθερότητας και δεν λαμβάνουν υπόψη τα νέα γεωπολιτικά δεδομένα.

Βοηθά η Πολιτεία να λυθούν τα προβλήματα των μεταλλευτικών εταιρειών και σε ποιο βαθμό; Ποια μέτρα πρέπει να λάβει το Κράτος ώστε να προστατεύσει τις εταιρείες του κλάδου από τον διεθνή ανταγωνισμό; Θεωρείτε επαρκές το ρυθμιστικό πλαίσιο που υπάρχει σήμερα;

Η ελληνική εξορυκτική βιομηχανία είναι σημαντικά εξωστρεφής, με περίπου 65% των εσόδων της να προέρχεται από εξαγωγές, χάρις σε κοιτάσματα παγκόσμιας εμβέλειας, υψηλή τεχνογνωσία, έγκαιρη διεθνοποίηση δραστηριοτήτων και σταδιακή στροφή σε «παροχή λύσεων» αντί «εξαγωγής ακατέργαστων ορυκτών». Επομένως αυτό που χρειάζεται είναι ένα σύγχρονο ρυθμιστικό περιβάλλον που θα επιτρέπει και θα υποστηρίζει την πλήρη αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων του κλάδου, καθώς και τη διείσδυση των προϊόντων του σε όσον το δυνατόν περισσότερες αγορές. 

Με πολλούς τρόπους έχουμε κατά καιρούς επισημάνει στα αρμόδια Υπουργεία σημαντικά εμπόδια στην ανάπτυξη του κλάδου και έχουμε εκφράσει δημόσια τον προβληματισμό μας για τη χαμηλή προτεραιότητα στη δρομολόγηση διαδικασιών άρσης των. Πέρα από ζητήματα που αφορούν οριζόντια την ελληνική επιχειρηματικότητα (ποιότητα νομοθέτησης, ταχύτητα απονομή δικαιοσύνης και ασφάλεια δικαίου, ψηφιακός μετασχηματισμός, διαθεσιμότητα ταλέντου και δεξιοτήτων, αδειοδοτήσεις), μία σειρά από εξειδικευμένα θέματα καθυστερούν να αντιμετωπιστούν και δημιουργούν ανταγωνιστικά μειονεκτήματα, καθώς και αποθάρρυνση για νέες επενδύσεις στον εξορυκτικό κλάδο.

Αυτά αφορούν κυρίως:

  • καθυστερήσεις στην αδειοδότηση και κυρίως την περιβαλλοντική. Παρά τη νομοθέτηση των Πιστοποιημένων Αξιολογητών, ήδη από το μακρινό 2011 και με αναμόρφωση στο 2020, αυτοί ακόμα δεν έχουν δραστηριοποιηθεί
  • το Ειδικό Χωροταξικό των Ορυκτών Πρώτων Υλών που κλείνει κοντά μία δεκαετία συζητήσεων και μελετών. Το πρόβλημα της προστασίας του μέλλοντος των ορυκτών από ανταγωνιστικές χρήσεις, ακόμα και από εγκαταστάσεις ΑΠΕ, οξύνεται και πρέπει να αντιμετωπιστεί το ταχύτερο
  • σε αντίθεση με τις πρακτικές και τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εξόρυξη μέσα σε περιοχές NATURA, η χώρα μας έχει εξαιρέσει αυτή από τις δύο ζώνες προστασίας και οι πολλοί μελετητές Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών την εξαιρούν αναιτιολόγητα και από τις υπόλοιπες δύο
  • νόμοι όπως ο 4512/18 περί λατομείων, ο Δασικός Νόμος 4289/14, η νομοθεσία περί  αποβλήτων, η λειτουργία των Επιθεωρήσεων, η αλληλουχία διοικητικής και ποινικής δικαιοσύνης είναι λίγες από τις δύο δεκάδες σημαντικές νομοθετικές μεταρρυθμίσεις που έχουμε τεκμηριωμένα αναδείξει ότι πρέπει να γίνουν και έχουμε υποβάλει επεξεργασμένες προτάσεις.

Από τα παραπάνω προκύπτει σοβαρό έλλειμα αναγνώρισης της σημασίας του εξορυκτικού κλάδου για την ελληνική οικονομία. Αυτό δημιουργεί προβλήματα στηn καθημερινότητά αλλά και σημαντική δυσχέρεια στην ανάπτυξη του επιδιωκόμενου παραγωγικού υποδείγματος της χώρας με ανταγωνιστικές επιχειρήσεις, καινοτόμες και εξωστρεφείς.

Γιατί, κατά τη γνώμη σας καθυστερούν οι περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις; Πώς θα υπάρξει ουσιαστική πρόοδος προς την ενεργειακή μετάβαση αλλά και την ευρύτερη ανάπτυξη της οικονομίας δίχως επάρκεια μετάλλων και κρίσιμων ορυκτών;

Η Πράσινη Συμφωνία αποτελεί την κεντρική αναπτυξιακή στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σημαντικό μέρος της είναι η ενεργειακή μετάβαση σε μορφές φιλικότερες στο περιβάλλον. Οι υπάρχουσες αναλύσεις και προβλέψεις συμφωνούν στο ότι «η σταδιακή απεξάρτηση από τον ορυκτό άνθρακα θα οδηγήσει σε αύξηση της εξάρτησης από τα μέταλλα και τα βιομηχανικά ορυκτά». Οι ανάγκες σε μία σειρά από μέταλλα και προϊόντα ορυκτών, όπως ενδεικτικά χαλκός, αλουμίνιο, χάλυβας, μεταλλικό πυρίτιο, λίθιο, νικέλιο, κοβάλτιο, σπάνιες γαίες καθώς και οι ημιαγωγοί, θα πολλαπλασιαστούν. Η εξάρτηση της ευρωπαϊκής βιομηχανίας από τρίτες χώρες θα γίνει ακόμα μεγαλύτερη αν δεν αλλάξει η αντίληψη για το ρόλο της ευρωπαϊκής εξορυκτικής βιομηχανίας.

Η διαβούλευση του νέου Κανονισμού για τις Κρίσιμες Πρώτες Ύλες, με την αύξηση των κρίσιμων ομάδων ορυκτών πόρων σε 34, τη θέσπιση για πρώτη φορά και Καταλόγου με 16 Στρατηγικές Πρώτες Ύλες και η πρόταση για υποχρεώσεις των κρατών μελών για συγκεκριμένες εποπτευόμενες ενέργειες, καταδεικνύει ότι χωρίς ασφαλείς και επαρκείς αλυσίδες εφοδιασμού σε μέταλλα και ορυκτά δεν μπορεί να επιτευχθεί βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη.

Όμως εδώ γίνεται αντιληπτή η σημαντική αντίφαση μεταξύ της υψηλής ζήτησης ορυκτών και της χαμηλής αποδοχής της εξορυκτικής δραστηριότητας από ορισμένες τοπικές κοινωνίες. Επιπλέον η αδυναμία διάκρισης μεταξύ της υπεύθυνης βιώσιμης εξόρυξης στον ευρωπαϊκό χώρο και τυχουσών δραστηριοτήτων σε χώρες με χαμηλότερα περιβαλλοντικά πρότυπα οδηγεί σε σημαντικές επιφυλάξεις για την αδειοδότηση εξορυκτικών μονάδων.

Στη χώρα μας οι καθυστερήσεις στην περιβαλλοντική αδειοδότηση είναι ένα οριζόντιο θέμα, όμως ο κλάδος μας είναι ο πρωταθλητής στην αναμονή με σχεδόν διπλάσιο μέσο χρόνο έκδοσης αδειών σε σχέση με άλλες δραστηριότητες. Το πλαίσιο για την επιτάχυνση ήδη έχει τεθεί από το 2011, όμως ακόμα εκκρεμούν επιμέρους νομοθετικές πρωτοβουλίες για την ενεργοποίηση των σωστών προβλέψεων υπάρχουσας νομοθεσίας.

Ποιοι είναι οι λόγοι για τους οποίους εξαίρεσε η ΕΕ τις επενδύσεις στον τομέα της εξόρυξης από το EU Taxonomy; Μήπως δείχνει έλλειψη ενδιαφέροντος από τους «27» και αν όχι, τότε γιατί σωρεύονται ολοένα και περισσότερα εμπόδια στην μεταλλευτική βιομηχανία;

Η Ευρωπαϊκή Ταξινομία επιχειρεί να κινητροδοτήσει, με αμφιλεγόμενο τρόπο, τις επενδύσεις που ευνοούν την πράσινη ανάπτυξη. Σημαντικά ζητήματα που όμως δεν αντιμετωπίζει είναι, μεταξύ άλλων, οι διαδικασίες μετάβασης, με χαρακτηριστικό τις παλινωδίες με το φυσικό αέριο, το κόστος αυτής της μετάβασης και ποιος το φέρει καθώς και την αναγκαιότητα χρήσης πολλών πρώτων υλών που υποστηρίζουν τεχνολογικά την επίτευξη μίας οικονομίας με ουδέτερο αποτύπωμα άνθρακα.

Επομένως η κυρίαρχη λογική του εφοδιασμού της ευρωπαϊκής βιομηχανίας με εισαγόμενες πρώτες ύλες μεγάλωνε τη γεωπολιτική εξάρτηση και παρέβλεπε το γεγονός ότι έτσι ενίσχυε την εξόρυξη σε χώρες με χαμηλά περιβαλλοντικά πρότυπα και επομένως σημαντικά μεγαλύτερη επιβάρυνση του πλανήτη.

Οι πρόσφατες γεωπολιτικές εξελίξεις δείχνουν την ανάγκη να αλλάξει η στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την εξορυκτική βιομηχανία, να αναγνωριστεί, κατ’ ελάχιστον, ο ρόλος της ως «διευκολύνουσας» (enabler) την πράσινη μετάβαση, καθώς και να επιβραβευτεί η υπεύθυνη βιώσιμη εξόρυξη ορυκτών πρώτων υλών. Η διαδικασία είναι σε εξέλιξη και πιστεύουμε ότι τελικά θα έχουμε ένα θετικό αποτέλεσμα για τον κλάδο.

Σε ποιο βαθμό έχει υιοθετήσει ο τομέας τις αρχές της Βιώσιμης Ανάπτυξης;

Η σύγχρονη, υπεύθυνη και βιώσιμη εξόρυξη είναι ο οδηγός των μελών μας. Οι επιδόσεις μας στο τρίγωνο της βιώσιμης ανάπτυξης είναι σημαντικές και πρωτοπορούμε με σύγχρονο Κώδικα Αρχών Βιώσιμης Ανάπτυξης και σχεδόν 20 χρόνια συστηματικού δημόσιου απολογισμού, τα στοιχεία του οποίου είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα μας. Αφορούν 12 μεγάλες ομάδες παραμέτρων που αφορούν όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων μας όπως επιδόσεις ασφαλείας, εκπαίδευση εργαζομένων, χρήση γης και περιβαλλοντική προστασία, ενεργειακή απόδοση, κατανάλωση νερού, εκδηλώσεις και κοινωνική συνεισφορά καθώς και τα έργα αποκατάστασης.

Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει συστηματική τάση μείωσης των ατυχημάτων, ετήσια δαπάνη για το περιβάλλον της τάξης των 20 εκατομμυρίων ευρώ, αύξηση των ωρών εκπαίδευσης καθώς και σημαντικά έργα επαναπόδοσης της γης, η οποία αξιοποιήθηκε μεταλλευτικά, σε νέες ή και στις προηγούμενες χρήσεις.

Αυτό μας καθιστά επιλέξιμη δραστηριότητα για την απόκτηση και διατήρηση της κοινωνικής άδειας λειτουργίας, απαιτείται όμως ακόμα μεγαλύτερη συνεργασία και με τη Δημόσια Διοίκηση για να εμπεδωθεί η αντίληψη αυτή στις τοπικές κοινωνίες. Η ισόρροπη ανάπτυξη των τοπικών οικονομιών με πόλους την εξόρυξη και άλλες δραστηριότητες, όπως είναι ο τουρισμός, αποτελεί ήδη πραγματικότητα σε αρκετά μέρη της χώρας μας και πρέπει και να συνεχισθεί και να προβληθεί διεθνώς ως καλή πρακτική.

Ποιοι κλάδοι παρουσιάζουν πρόοδο και ποιο είναι το επίπεδο κερδοφορίας των εταιρειών του τομέα που διασφαλίζει τη βιωσιμότητά τους;

Παρά τις προκλήσεις που έφεραν η πανδημία και η ενεργειακή κρίση ο κλάδος συνολικά έχει ανακάμψει και αντιμετωπίζει με αισιοδοξία την επόμενη μέρα. Η αύξηση του κόστους παραγωγής δεν είναι δυνατόν να επιρριφθεί πλήρως στην αγορά, λόγω του ανταγωνισμού από παραγωγούς χωρών με διαφορετικά οικονομικά και ρυθμιστικά χαρακτηριστικά και επομένως η αύξηση των πωλήσεων δεν προοιωνίζει αναλογική αύξηση των κερδών.

Τα μεταλλεύματα και τα μέταλλα εμφανίζουν διακυμάνσεις στις τιμές μετά από τα υψηλά της περασμένης διετίας. Τα αδρανή εξυπηρετούν την ελληνική αγορά και δέχονται σημαντικές πιέσεις κόστους, αλλά η ιδιωτική κατασκευή οδηγεί την αυξημένη ζήτηση και αναμένεται η περαιτέρω μεγέθυνση των επενδύσεων σε έργα υποδομής. Τα βιομηχανικά ορυκτά παρουσιάζουν σταθερή ζήτηση και βελτιωμένες τιμές, εξαρτώμενα κατά κύριο λόγο από την κατάσταση της διεθνούς οικονομίας. Τα μάρμαρα έχουν δυσκολίες στην αγορά της Κίνας, όμως στις υπόλοιπες αγορές διατηρούν πολύ καλές επιδόσεις και ιδίως οι εταιρείες με καθετοποιημένη παραγωγή.

Σ’ αυτή την ποικιλομορφία αγορών και εφαρμογών καθώς και μεγέθους εταιρειών δεν είναι δυνατόν να καθορισθούν ενιαία επίπεδα βιωσιμότητας και κάθε εταιρεία έχει τις δικές της επιδόσεις που η επάρκειά τους κρίνεται από τους μετόχους της.

Υπάρχει προοπτική για την περαιτέρω αξιοποίηση του δυναμικού της χώρας σε μέταλλα και ορυκτές πρώτες ύλες και σε ποιο επίπεδο βρισκόμαστε σε σχέση με τον διεθνή ανταγωνισμό;

Η χώρα μας καταγράφει διεθνώς υψηλές θέσεις στις αλυσίδες αξίας που βασίζονται στον βωξίτη, τον μπεντονίτη, τον περλίτη, τον λευκόλιθο, τα λατεριτικά κοιτάσματα, τα μεικτά θειούχα μεταλλεύματα, την κίσσηρη, τα μάρμαρα, τον υδρομαγνησίτη, τον ατταπουλγίτη, ενώ η λατομεία αδρανών υποστηρίζει την ιδιωτική κατασκευή και τα έργα υποδομής. Οι επιδόσεις αυτές θα συνεχισθούν χάρη και στις ικανότητες και τις δυνατότητες του ελληνικού εξορυκτικού κλάδου.

Η αυξημένη ζήτηση αλουμινίου, χαλκού, νικελίου, κοβαλτίου και χαλαζία για την παραγωγή μεταλλικού πυριτίου δημιουργεί νέο πεδίο είτε για τα ενεργά μεταλλεία μας είτε για αναδιάρθρωση της επεξεργασίας μεταλλευμάτων για παραγωγή νέων προϊόντων. Επιπλέον είναι καταγεγραμμένες είτε παλιές εκμεταλλεύσεις είτε αρχικές γεωλογικές έρευνες για το μαγγάνιο, τους άστριους, το χρώμιο, το αντιμόνιο, τον βαρύτη αλλά και για τις σπάνιες γαίες. Αυτά αποτελούν ένα ελπιδοφόρο χαρτοφυλάκιο στο οποίο πρέπει να επενδύσουμε ως χώρα για να αξιοποιήσουμε νέες ευκαιρίες.

Συνολικά η παγκόσμια οικονομία, όπως και η ευρωπαϊκή, βρίσκεται στη διαδικασία επαναπροσδιορισμού των αναγκών και της διασφάλισης του βιώσιμου εφοδιασμού της με τις  ορυκτές πρώτες ύλες που χρειάζεται η βιομηχανία της και αυτό δημιουργεί ευνοϊκό περιβάλλον για τον εξορυκτικό κλάδο και την περαιτέρω ανάπτυξή του.

Πιο συγκεκριμένα, υπάρχει δυνατότητα εμπορικής εκμετάλλευσης;

Η εξορυκτική βιομηχανία έχει μεγάλο ρίσκο επένδυσης και μικρή αποδοτικότητα, όμως οι σωστές επενδύσεις αποφέρουν μακροχρόνιες σταθερές χρηματορροές. Παρότι οι ορυκτοί πόροι της χώρας είναι πολλοί και με ποικιλία, η δημιουργία αξίας από αυτούς εξαρτάται από μία σειρά παραμέτρων, όπως:

  • η επένδυση στη μεταλλευτική έρευνα για την μετατροπή των ενδεικτικών πόρων σε βεβαιωμένα αποθέματα
  • το ρυθμιστικό πλαίσιο και κυρίως η ταχεία αδειοδότηση και η ασφάλεια δικαίου
  • η ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας, η έκθεση των αγορών των ορυκτών πρώτων υλών στην οικονομική κυκλικότητα και το ανταγωνιστικό κόστος.

Ο ελληνικός εξορυκτικός κλάδος, όπως ήδη αναλύθηκε, έχει σημαντικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και για αυτό έχει και θα συνεχίσει να έχει σημαντική συμβολή στην οικονομία της χώρας.