Περικλής Λιούις, Πρύτανης του Γέιλ: Στενή Συνεργασία με την Ελλάδα

Περικλής Λιούις, Πρύτανης του Γέιλ: Στενή Συνεργασία με την Ελλάδα
συνέντευξη στον Βασίλη Κωστούλα
Τρι, 11 Απριλίου 2023 - 14:26

Ο πρύτανης του Γέιλ έχει ελληνικό όνομα, καθώς ο πατέρας του διάβαζε Θουκυδίδη. Χρησιμοποιεί πολύ την τεχνολογία, αλλά φροντίζει να μένει και μακριά της, για να σκέφτεται πιο καθαρά. Ανησυχεί άλλωστε για το εύρος της προσοχής μας, στις μέρες που ζούμε

Μιλώντας στην «Κ», ο Περικλής Λιούις θεωρεί ιδανικό μοντέλο ένα εκπαιδευτικό σύστημα που συνδυάζει τα δημόσια με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, διασφαλίζει την αυτονομία του διδακτικού προσωπικού και διαθέτει γρήγορα αντανακλαστικά στις αλλαγές που συμβαίνουν γύρω μας. Ο ίδιος μιλά για τον ρόλο της κρατικής στήριξης στη διασφάλιση ίσων ευκαιριών για ποιοτική εκπαίδευση και εξηγεί γιατί δεν χρειάζεται να αποκλείσουμε το ChatGPT από τα πανεπιστήμια: «Μπορούμε να αφήσουμε τους φοιτητές να χρησιμοποιούν το ChatGPT για ένα πρώτο προσχέδιο και στη συνέχεια να τους ρωτάμε πώς μπορούν να βελτιώσουν αυτό που θα έχει παράξει το ChatGPT».

*Ο κ. Λιούις επισκέφθηκε την Αθήνα και απηύθυνε διάλεξη σε εκδήλωση που διοργάνωσε το κλαμπ του Γέιλ στην Ελλάδα με υποστηρικτή την Accenture. Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας, συμμετείχε σε διάλογο με τον διευθυντή της «Καθημερινής» Αλέξη Παπαχελά.

– Προτού ξεκινήσουμε, δεν μπορώ να μη σταθώ στο γεγονός ότι το μικρό σας όνομα είναι ελληνικό, Περικλής. Πώς προέκυψε;

– Λοιπόν, τη δεκαετία του 1960, την εποχή που γεννήθηκα, οι γονείς μου ενδιαφέρονταν πολύ για την ελληνική Ιστορία. Συγκεκριμένα, ο πατέρας μου σπούδασε πολιτικές επιστήμες και κλασικές σπουδές και διάβασε πολύ τον Θουκυδίδη. Ετσι, μου έδωσαν το όνομα του ηγέτη της πρώτης δημοκρατίας.

– Στην Ελλάδα γίνεται μια προσπάθεια αναβάθμισης της ποιότητας της ανώτατης εκπαίδευσης. Πώς θα περιγράφατε τη «συνταγή» για έναν επιτυχημένο εκπαιδευτικό οργανισμό;

– Είναι σημαντικό το διδακτικό προσωπικό να έχει την αυτονομία να καθιερώνει τον κύκλο σπουδών και να επιδιώκει την έρευνα χωρίς εξωτερική παρέμβαση. Τα πανεπιστήμια θα πρέπει να έχουν καλή και γρήγορη ανταπόκριση στις προσδοκίες των φοιτητών. Η κυβέρνηση θα πρέπει να παράσχει εποπτεία όσον αφορά τη διασφάλιση της ποιότητας του εκπαιδευτικού προγράμματος μέσω κάποιας μορφής διαπίστευσης, αλλά ιδανικά θα πρέπει να αφήσει στα πανεπιστήμια αρκετή αυτονομία ως προς τον τρόπο παράδοσης του εκπαιδευτικού προγράμματος.

– Eνα ζήτημα το οποίο κατά καιρούς απασχολεί το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα είναι το δίλημμα «δημόσια ή ιδιωτική εκπαίδευση». Εσείς πώς προσεγγίζετε αυτή τη συζήτηση;

– Στη Βόρεια Αμερική, πολλά από τα παλαιότερα πανεπιστήμια ιδρύθηκαν σε συνεργασία με τις εκκλησίες ή ως ιδιωτικές φιλανθρωπίες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, αυτά τα πανεπιστήμια έγιναν κυρίως ιδιωτικά, αυτοδιοικούμενα μη κερδοσκοπικά ιδρύματα. Ξεκινώντας από τον 19ο αιώνα, οι Ηνωμένες Πολιτείες ίδρυσαν επίσης πολλά μεγάλα δημόσια πανεπιστήμια. Νομίζω ότι ένας συνδυασμός δημόσιου και ιδιωτικού είναι αποτελεσματικός· τα ιδιωτικά μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια λειτουργούν καλά όπου υπάρχει μια ισχυρή παράδοση φιλανθρωπίας και όπου οι σπουδαστές και οι γονείς τους είναι πρόθυμοι να πληρώσουν υψηλότερα δίδακτρα, κάτι που με τη σειρά του επιτρέπει μεγαλύτερες επενδύσεις στην εκπαίδευση.

– Οι ίσες ευκαιρίες για πρόσβαση στην εκπαίδευση είναι θεμελιώδες ζήτημα για τις δημοκρατίες. Τι είδους πολιτικές μπορούν να αυξήσουν τη συμμετοχή των οικονομικά ασθενεστέρων σε εκπαίδευση υψηλής ποιότητας;

– Βασικός παράγοντας, προφανώς, είναι η κρατική στήριξη στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Προγράμματα που είτε καθιστούν τα δίδακτρα και το κόστος ζωής προσιτά είτε διευκολύνουν την αποπληρωμή δανείων μπορεί να είναι χρήσιμα. Οι δυνητικοί φοιτητές πρέπει επίσης να πειστούν για τα οικονομικά οφέλη που θα έχουν αν παρακολουθήσουν την τριτοβάθμια εκπαίδευση αντί να εισέλθουν απευθείας στην αγορά εργασίας. Οι επαρκείς μισθοί για το διδακτικό προσωπικό μπορούν επίσης να βοηθήσουν στην προσέλκυση ισχυρών υποψηφίων για διδασκαλία.

– Η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας μετασχηματίζει αντιστοίχως την επιχειρηματικότητα και την αγορά εργασίας. Πώς επιδρούν αυτές οι αλλαγές στην προσπάθεια των πανεπιστημίων να οικοδομήσουν τις σύγχρονες δεξιότητες;

– Στην ιδανική περίπτωση, τα πανεπιστήμια θα πρέπει να διδάσκουν δεξιότητες που δεν διαθέτει ένας υπολογιστής. Αυτές περιλαμβάνουν την εκμάθηση του προγραμματισμού υπολογιστών αλλά και την κριτική σκέψη για κοινωνικά προβλήματα, τη διενέργεια επιστημονικής έρευνας υψηλού επιπέδου και την αποτελεσματική γραφή. Πρέπει να απομακρυνθούμε από την απομνημόνευση και να αναπτύξουμε δεξιότητες σκέψης υψηλότερου επιπέδου.

– Ορισμένοι ανησυχούν για τον αντίκτυπο των εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης, όπως το ChatGPT, στην εκπαίδευση. Αλλοι, αντιθέτως, θεωρούν ότι τα πανεπιστήμια θα πρέπει να αγκαλιάσουν την τεχνητή νοημοσύνη ως ισχυρό εργαλείο του 21ου αιώνα. Ποια είναι η γνώμη σας;

– Συμφωνώ ότι η τεχνητή νοημοσύνη είναι ένα ισχυρό εργαλείο, όπως ήταν οι αριθμομηχανές και οι υπολογιστές τον 20ό αιώνα. Η τεχνητή νοημοσύνη αποτελεί πρόκληση εάν ζητάμε από τους μαθητές μας να κάνουν σχετικά απλές εργασίες γραφής και αν ανησυχούμε για την εξαπάτηση (που είναι πράγματι πρόβλημα). Ιδανικά, θα πρέπει να επιδιώξουμε να διδάσκουμε στους μαθητές να γράφουν σε ένα επίπεδο πολύ πέρα από αυτό που επί του παρόντος μπορεί να φτάσει το ChatGPT. Μια δυνατότητα είναι να αφήσουμε τους φοιτητές να χρησιμοποιούν το ChatGPT για ένα πρώτο προσχέδιο και στη συνέχεια να τους ρωτάμε πώς μπορούν να βελτιώσουν αυτό που θα έχει παραγάγει το ChatGPT.

– Τα τελευταία χρόνια επικρατεί η εντύπωση ότι οι λεγόμενες ανθρωπιστικές σπουδές υποχωρούν σε σχέση με τις τεχνολογικές και επιχειρηματικές σπουδές. Ποιες είναι οι σκέψεις σας γι’ αυτήν την εξέλιξη;

– Σίγουρα το έχουμε δει αυτό στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οπως είναι λογικό, οι μαθητές τείνουν να αναζητούν εκπαιδευτικά προγράμματα που πιστεύουν ότι θα τους βοηθήσουν να βρουν θέσεις εργασίας και έτσι τα προγράμματα που τους προετοιμάζουν για σταδιοδρομία στα οικονομικά και στην τεχνολογία είναι ιδιαίτερα δημοφιλή. Στο Γέιλ, ένας από τους στόχους μας είναι να προσφέρουμε στους φοιτητές μια ολοκληρωμένη εκπαίδευση, ώστε ακόμη και εκείνοι που ειδικεύονται στα οικονομικά ή στην επιστήμη των υπολογιστών να έχουν κάποια έκθεση και στις ανθρωπιστικές επιστήμες. Αλλά και το αντίστροφο – φοιτητές των ανθρωπιστικών σπουδών μελετούν και λίγη θετική επιστήμη. Πιστεύουμε ότι αυτή η ευρεία εκπαίδευση προετοιμάζει επαρκώς τους φοιτητές όχι μόνο για την αγορά εργασίας αλλά και για τη μετέπειτα συνεισφορά τους στην κοινωνία.

– Η διείσδυση τεχνολογικών εφαρμογών στις καθημερινές επικοινωνίες τις καθιστούν όλο και πιο γρήγορες, όλο και πιο συνοπτικές. Ορισμένοι ανησυχούν για τον αντίκτυπο στην εξέλιξη της γλώσσας αλλά και στη δομή της σκέψης. Εσείς;

– Δεν έχω πολλά στοιχεία γι’ αυτό, αλλά νομίζω κι εγώ ότι σήμερα οι άνθρωποι είναι πιο πιθανό να διαβάζουν και να γράφουν πολύ σύντομες επικοινωνίες. Προσωπικά, χρησιμοποιώ πολύ την τεχνολογία αλλά προσπαθώ να περνάω και λίγο χρόνο μακριά της κάθε μέρα, για να σκέφτομαι πιο καθαρά.

– Στο πλαίσιο μιας πρωτοβουλίας που περιλαμβάνει συνολικά 30 ξένα πανεπιστήμια, η ελληνική κυβέρνηση επιδίωξε μια σύμπραξη του Πανεπιστημίου Αθηνών με το Γέιλ. Τι αφορά αυτή η συνεργασία και σε τι αποσκοπεί;

– Στόχος αυτού του προγράμματος είναι η συνεργασία για λύσεις σε τομείς της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος. Αυτοί είναι τομείς υψηλής προτεραιότητας τόσο για το Γέιλ όσο και για το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το Γέιλ έχει μακρά παράδοση ενασχόλησης με την Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων πολλών εξαιρετικών Ελλήνων φοιτητών, αποφοίτων και μελών διδακτικού προσωπικού. Είμαστε στην ευχάριστη θέση να επιδιώκουμε στενότερη συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Αθηνών

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")