Μελέτη διαΝΕΟσις-ΙΟΒΕ: Σημαντική Θετική Επίδραση στην Ελληνική Οικονομία στο Σενάριο Μείωσης του Ενεργειακού Κόστους

Μελέτη διαΝΕΟσις-ΙΟΒΕ: Σημαντική Θετική Επίδραση στην Ελληνική Οικονομία στο Σενάριο Μείωσης του Ενεργειακού Κόστους
Του Δημήτρη Μεζαρτάσογλου*
Τετ, 28 Απριλίου 2021 - 11:12

Την περασμένη Δευτέρα (26/4), το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) δημοσίευσε ειδική Έκθεση, την οποία εκπόνησε για λογαριασμό του ανεξάρτητου, μη κερδοσκοπικού ερευνητικού οργανισμού διαΝΕΟσις, η οποία περιγράφει την υφιστάμενη κατάσταση του ενεργειακού τομέα στην Ελλάδα, όπως και τις συντελεσθείσες και επικείμενες μεταρρυθμίσεις, υποδεικνύοντας ταυτόχρονα τέσσερις άξονες στους οποίους πρέπει να δοθεί άμεση προτεραιότητα το επόμενο χρονικό διάστημα. Σύμφωνα με τους συντελεστές της μελέτης, η οποία εκπονήθηκε υπό την εποπτεία του γενικού διευθυντή του ΙΟΒΕ κ. Νίκου Βέττα, οι τέσσερις άξονες στους οποίους θα πρέπει να δοθεί έμφαση το προσεχές διάστημα,

 

με την παράλληλη πραγματοποίηση σημαντικών ενεργειακών επενδύσεων, αφορούν τα εξής:

  • Βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας
  • Περαιτέρω ανάπτυξη της ηλεκτροπαραγωγής με χρήση ΑΠΕ
  • Αναβάθμιση και ενίσχυση υποδομών στα ενεργειακά δίκτυα για διευκόλυνση των ΑΠΕ και σταδιακή σύζευξη τομέων τελικής κατανάλωσης ενέργειας
  • Δίκαιη μετάβαση των λιγνιτικών περιοχών

Τα τελευταία χρόνια, ο ενεργειακός τομέας, η άμεση συνεισφορά του οποίου στην ελληνική οικονομία εκτιμάται στο 3.8% του ΑΕΠ (2017), βρίσκεται στο επίκεντρο των πολιτικών για την αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής και για την επίτευξη μίας βιώσιμης ανάπτυξης. Η Ελλάδα, όπως και οι υπόλοιπες χώρες μέλη της ΕΕ, πρέπει να γίνει «κλιματικά ουδέτερη» μέχρι το 2050, ενώ μετά την πρόσφατη συμφωνία των χωρών μελών της ΕΕ και του Ευρωκοινοβουλίου για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55% μέχρι το 2030 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990, θα πρέπει να υπάρξει η αναθεώρηση των ενεργειακών και κλιματικών στόχων, όπως αυτοί περιγράφονται στο τελευταίο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ).

Οι συντάκτες της μελέτης, επικαλούμενοι το ΕΣΕΚ, προβλέπουν συνολικές ενεργειακές επενδύσεις ύψους €43.8 δισ. μέσα στην τρέχουσα δεκαετία, οι οποίες, αν υλοποιηθούν, δεν θα βοηθήσουν μόνο στην επίτευξη των φιλόδοξων στόχων για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, αλλά θα τονώσουν την ελληνική οικονομία, καλύπτοντας ένα μεγάλο μέρος του επενδυτικού κενού της προηγούμενης δεκαετίας.

Αξίζει να αναφερθεί ότι πολλές από αυτές τις επενδύσεις έχουν ήδη ενταχθεί στην πρόταση της χώρας για την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ, όπως προγράμματα και δράσεις για τις ανακαινίσεις κτιρίων, έργα ηλεκτρικών διασυνδέσεων και ΑΠΕ, έργα για την επέκταση της ηλεκτροκίνησης, απολιγνιτοποίηση, κ.ά. Το 37% των κονδυλίων αυτών, τα οποία θα ανέρχονται συνολικά για την Ελλάδα σε περίπου €32.1 δισ. (σε δάνεια και επιχορηγήσεις), προορίζονται αποκλειστικά για δράσεις πράσινης ανάπτυξης. Ειδικότερα, η ερευνητική ομάδα του ΙΟΒΕ εκτιμά ότι μια τέτοια ενεργειακή επενδυτική «έκρηξη» θα οδηγήσει σε αύξηση του εγχώριου ΑΕΠ κατά €2.6 δισ. σε βάθος δεκαετίας, ενώ αναμένεται να δημιουργήσει €1.2 δισ. επιπλέον δημόσια έσοδα και 35,000 νέες θέσεις απασχόλησης το ίδιο διάστημα.

Το ΙΕΝΕ, στην Ετήσια Έκθεση 2020 για τον ελληνικό ενεργειακό τομέα (διαθέσιμη εδώ), εκτιμά οτι οι συνολικές ενεργειακές επενδύσεις στην Ελλάδα θα ανέλθουν μέχρι το 2030 σε €45.2 δισ., πολύ κοντά στις εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ, με την πλειοψηφία αυτών να εστιάζεται σε έργα ΑΠΕ και ενεργειακής αποδοτικότητας.

Και όλα αυτά σε ένα εγχώριο ενεργειακό περιβάλλον, το οποίο χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη συμμετοχή των ορυκτών καυσίμων (δηλ. άνθρακας, πετρέλαιο και φυσικό αέριο) και την υψηλή εξάρτηση από εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας. Επίσης, οι δύο μεγαλύτερες πηγές ενεργειακής κατανάλωσης είναι οι μεταφορές και ο οικιακός τομέας, με το ενεργειακό κόστος να ασκεί πιέσεις σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά.

Μάλιστα, οι ερευνητές εστίασαν στο σημαντικό ζήτημα της μείωσης του ενεργειακού κόστους και υπολόγισαν τις επιπτώσεις που θα είχε μια τέτοια κίνηση στο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου στην ελληνική οικονομία. Πιο συγκεκριμένα, εκτιμούν ότι μια «οριζόντια» μείωση της τάξεως του 10% στην τελική τιμή που χρεώνεται στους καταναλωτές για ηλεκτρισμό και φυσικό αέριο θα είχε θετική επίδραση στην οικονομία, προσθέτοντας σχεδόν €1 δισ. στο ΑΕΠ και δημιουργώντας 21,500 νέες θέσεις εργασίας.

H πολυσέλιδη Έκθεση του ΙΟΒΕ, για λογαριασμό της διαΝΕΟσις, είναι διαθέσιμη εδώ.

* Ενεργειακός Οικονομολόγος, MSc., Υπεύθυνος Μελετών ΙΕΝΕ