Το Γκαβόχελο και τα Εκατομμύρια που Περιμένουν τις Μπουλντόζες

Το Γκαβόχελο και τα Εκατομμύρια που Περιμένουν τις Μπουλντόζες
του Δημήτρη Μπούσμπουρα
Πεμ, 15 Απριλίου 2021 - 15:51

Το Γκαβόχελο, η Γραμμοβελονίτσα, τα τενάγη των Φιλίππων, ο πατέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο Ματθαίος Καντακουζηνός και τα εκατομμύρια που περιμένουν τις μπουλντόζες 

Το πιο απειλούμενο είδος στην Ελλάδα και από τα πιο απειλούμενα στον κόσμο είναι ψάρι και βρίσκεται στα τενάγη των Φιλίππων. Η αντίστροφη μέτρηση γι’ αυτό ξεκίνησε από την εποχή του Φιλίππου Β’, του πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και σήμερα είναι πιθανόν να δεχθεί την χαριστική βολή.

Το Γκαβόχελο και η Γραμμοβελονίτσα

Το κρισίμως κινδυνεύον είδος στο οποίο αναφερόμαστε είναι το Γκαβόχελο ή Αμμόκοιτος (Eudontomyzon hellenicus). Το 1982, περιγράφηκε για πρώτη φορά από ξένους ιχθυολόγους σε συνεργασία με τον προσφάτως αποβιώσαντα καθηγητή Παναγιώτη Οικονομίδη. Μοιάζει με μικρό χέλι, αλλά δεν είναι. Ανήκει στην ομάδα των κυκλόστομων, όπως η θαλάσσια Λάμπραινα, και αντί για στόμα με σιαγόνες έχουν έναν κυκλικό δίσκο με δόντια. Τα περισσότερα είδη αυτής της κατηγορίας ζουν παρασιτικά σε ψάρια και άλλους υδρόβιους οργανισμούς, κολλώντας πάνω τους και απομυζώντας τους, όχι όμως και το Γκαβόχελο – Αμμόκοιτος των τεναγών.

Ο βιολογικός κύκλος του Γκαβόχελου[1] είναι πολύ ενδιαφέρων και παράξενος. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του (5-6 χρόνια) το περνά ως προνύμφη. Κατά την μορφή αυτή δεν έχει μάτια και βρίσκεται μονίμως «φυτεμένος» μέσα σε αμμολασπώδες έδαφος, βγάζοντας μόνο το κεφάλι του κάθετα. Προσανατολίζει το άνοιγμα του στόματός του αντίθετα προς τη ροή του νερού. Στο κεφάλι φέρει ένα μόρφωμα σαν χωνί τριγύρω από την οπή του στόματός του, που οδηγεί τα μικρά παρασυρόμενα από το νερό κομματάκια οργανικής ουσίας προς αυτό. Με αυτά τρέφεται. Στο λαιμό του διακρίνονται 7 τρύπες που χρησιμεύουν για να περνά το νερό που φιλτράρει και να αναπνέει. Δεν έχει πτερύγια ούτε λέπια εκτός από την ράχη και την ουρά. Τους τελευταίους 3-4 μήνες της ζωής, του αρχίζει να μεταμορφώνεται σε ενήλικο ζώο. Εμφανίζονται σιγά σιγά τα μάτια του, χάνει το μόρφωμα του χωνιού από το στόμα και το στόμα του αποκτά γύρω γύρω δόντια. Η ενήλικη μορφή διαρκεί μόλις 1-2 εβδομάδες. Ο Αμμόκοιτος παύει να τρέφεται, αφού δεν μπορεί πλέον να χωνέψει την τροφή του, και σπεύδει ν’ αναπαραχθεί, πριν πεθάνει από εξάντληση λόγω έλλειψης τροφής.

Καθώς η απαίτηση του σε ενδιαίτημα είναι καθαρό νερό με πυθμένα αμμο-υλυώδη, οι περιοχές που ζει έχουν περιοριστεί. Απαντά μόνο στα Τενάγη των Φιλίππων, σε τρεις θέσεις με παρόμοια χαρακτηριστικά στο σύστημα του Στρυμόνα και στον Ποταμό Λούρο, στην Ήπειρο, όπου όμως θεωρείται ότι μπορεί να είναι άλλο συγγενικό είδος.

Στο ίδιο μέρος με το Γκαβόχελο ζει και η Γραμμοβελονίτσα (Cobitis puctilineata), η οποία καταγράφηκε για πρώτη φορά επίσης από τον Οικονομίδη, μόλις το 1996,. Πρόκειται για ενδημικό είδος της περιοχής των Τεναγών των Φιλίππων και του Αγγίτη ποταμού. Μοιάζει με την συγγενική Θρακοβελονίτσα· διαφέρει κυρίως για τις εκτεταμένες επιμήκεις ραβδώσεις που έχει στο σώμα της αντί για στίγματα. Ζει και αυτή με τον ίδιο τρόπο. Χρειάζεται στάσιμο ή ελαφρώς τρεχούμενο νερό και πυθμένα με λάσπη, άμμο και αρκετή οργανική ουσία, όπου χώνεται για να κρυφτεί από τους εχθρούς της και να βρει την τροφή της. Και αυτό το είδος είναι ευάλωτο, επειδή βρίσκεται μόνο σε λίγες θέσεις, στο σύστημα του Στρυμόνα και στα τενάγη των Φιλίππων.

Τα τενάγη, οι αποστραγγίσεις του Φιλίππου και τα ελληνικά πόλτντερς

Κατά την αρχαιότητα, η περιοχή των Τεναγών, ίσως και λόγω του μεγάλου φυσικού κάλλους της, με το μωσαϊκό ελών και αγροτικών εκτάσεων και το δύσβατο πολλών θέσεων, είχε συνδεθεί με την αρπαγή της Περσεφόνης.

Στην περιοχή των σημερινών Φιλίππων είχαν κατοικήσει Θάσιοι άποικοι, με επικεφαλής τον εξόριστο Αθηναίο στρατηγό Καλλίστρατο[2]. Ο βασιλιάς Φίλιππος Β’ κατέλαβε την περιοχή, μετονόμασε τις αρχαίες Κρηνίδες σε Φιλίππους και αποξήρανε το τεράστιο έλος για ν’ αποδώσει την έκταση στην καλλιέργεια. Όπως γράφει ο Θεόφραστος στο «Περί φυτών αιτίας», η περιοχή γύρω από τις Κρηνίδες (εκεί που βρίσκεται το αρχαίο θέατρο των Φιλίππων) ήταν γεμάτη δένδρα και νερά πριν την αποξήρανση. Άλλαξε και το κλίμα, γράφει ο Θεόφραστος, αλλά η αποξήρανση δεν ήταν πλήρης.

Οι καλλιέργειες αυτές έκαναν πλούσια την πόλη των Φιλίππων και στην συνέχεια αυτή ήταν η σημαντικότερη πόλη κατά την Ρωμαϊκή περίοδο στην Ανατολική Μακεδονία. Βρισκόταν μάλιστα σε θέση στρατηγική -επί της Εγνατίας οδού- αφού δίπλα της απλώνονταν μεγάλες ελώδεις εκτάσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι εδώ έγινε η μάχη των Φιλίππων, το 42 π.Χ., μεταξύ των δημοκρατικών Βρούτου και Κράσιου με τον στρατό των Αντωνίου και Οκταβιανού και μάλιστα το έλος ήταν το κέντρο των στρατιωτικών ελιγμών. Οι Φίλιπποι ήταν η πρώτη πόλη που επισκέφτηκε ο Απόστολος Παύλος στην Ευρώπη και ίδρυσε την πρώτη εκκλησία. Εδώ έγιναν μάχες μεταξύ των Σέρβων και Τούρκων μισθοφόρων με τους βυζαντινούς, το 1355, και όπως περιγράφει ο Ματθαίος Καντακουζηνός που παγιδεύτηκε στο έλος, συνελήφθη και παραδόθηκε στον Ιωάννη Παλαιολόγο:  «το δ’ υπό την πόλιν λείον ον, τέναγός εστί και τέλμα βαθύ, ελώδες και ύδασι πολλοίς κατάρρυτον. Στενή δε τις δίοδός εστί μεταξύ της πόλεως και του τενάγους».

Το μωσαϊκό ελών και αγροτικών εκτάσεων διατηρήθηκε μέχρι το 1935, οπότε έγινε η μεγάλη αποξήρανση, με τάφρους δεκάδων χιλιομέτρων και αντλιοστάσια για να διώξουν τα νερά προς τον Αγγίτη ποταμό, που καταλήγει στον Στρυμόνα. Οι εκτάσεις δόθηκαν σε ακτήμονες και Έλληνες πρόσφυγες από την Μικρά Ασία μόλις το 1947 καθώς μεσολάβησε ο πόλεμος. Τα έλη σχεδόν εξαφανίστηκαν και στην θέση τους πλέον βλέπουμε χωράφια, λίγες χέρσες εκτάσεις και πλατιές τάφρους.

Αποκαλύφθηκε, τότε, ότι κάτω από το έδαφος υπάρχουν  εκτεταμένες περιοχές με τύρφη. Η τύρφη είναι το πρώτο στάδιο ενανθράκωσης οργανικών φυτικών ουσιών (πιο συμπυκνωμένες αυτές οι ουσίες και  λιγότερο υδαρείς καταλήγουν σε λιγνίτη). Οι καλλιέργειες είχαν μεγάλη απόδοση λόγω  των οργανικών ουσιών, διαπιστώθηκε όμως ένα σοβαρό γεωλογικό πρόβλημα: η συνίζηση, οξείδωση και καθίζηση του εδάφους σε όλη την έκταση του τυρφώνα[3]. Το αποστραγγιζόμενο δηλαδή έδαφος «κάθεται» και απαιτούνται βαθύτερες διανοίξεις τάφρων. Κάποιοι σκέφτηκαν βέβαια να εκμεταλλευτούν την τύρφη για την παραγωγή ενέργειας, αλλά καθώς αυτή δεν είναι το ίδιο αποδοτική, όπως ο λιγνίτης, τα σχέδια εγκαταλείφθηκαν. Έτσι  συνεχίζονται οι αποστραγγίσεις και το έδαφος κάθεται ακόμα περισσότερο και χρειάζεται άντληση. Για τον λόγο αυτό προτιμούν να κρατούν το νερό στις μεγάλες κεντρικές τάφρους ώστε να μην υπάρχει απώλεια υδάτων και συνίζηση, όπως κάνουν δηλαδή στα πόλντερς[4] της Ολλανδίας.

Ήρθαν όμως κάποιοι «φωστήρες» υδραυλικοί μηχανικοί που πρότειναν με πομπώδη τρόπο την πλήρη αποστράγγιση.  Προέβλεψαν μία σήραγγα που θα διοχετεύει τα νερά προς τον κόλπο της Καβάλας. Πρόκειται για ένα έργο εκατοντάδων εκατομμυρίων στο οποίο αντιδρούν οι γεωπόνοι και οι εδαφολόγοι, καθώς καταλαβαίνουν το πρόβλημα της συνίζησης  του εδάφους  και τον φαύλο κύκλο που θα ακολουθήσει. Καθώς το έδαφος θα στραγγίξει ακόμα περισσότερο θα χρειάζεται επιπλέον άρδευση με κατανάλωση ενέργειας. Αντιδρούν επίσης και οι κάτοικοι της Καβάλας καθώς καταλαβαίνουν ότι θα υπάρξει υποβάθμιση στο θαλάσσιο περιβάλλον, στην ποιότητα των υδάτων κολύμβησης και στα θαλάσσια λιβάδια Ποσειδωνίας από την ξαφνική εισροή γλυκού νερού με οργανικό φορτίο. Όμως φαίνεται ότι οι μηχανικοί πάντα έχουν τρόπο να πείθουν και το έργο προχωράει. Βρίσκονται μάλιστα σε εξέλιξη οι μελέτες.

Ξανά στο Γκαβόχελο και την Γραμμοβελονίτσα

Απορούσαμε πάντα πως μία τέτοια περιοχή δεν εντάχθηκε στο δίκτυο των προστατευόμενων περιοχών για να διατηρηθούν τόσο ευάλωτα είδη. Οι ιχθυολόγοι, που έβλεπαν το πρόβλημα της πιθανότητας εξαφάνισης τους δια παντώς, είχαν επανειλημμένα προτείνει την ένταξη του στο δίκτυο των τόπων Natura. Αυτό έγινε μόλις το 2015, αλλά με έναν ιδιόμορφο τρόπο. Τα ενδιαιτήματα αυτών των ειδών είναι πλέον μόνο ορισμένες αποστραγγιστικές τάφροι. Και ακριβώς αυτά είναι τα όρια του τόπου NATURA. Είναι ο πιο περίεργος – γραμμικός τόπος Natura σε όλη την Ευρώπη και, για ίσως να μην φαίνονται μόνο γραμμές, εντάχθηκε στην Ειδική Ζώνη Διαχείρισης του Παγκαίου.

Υφυδατική βλάστηση με ποταμογείτονες στις τάφρους

Η πιο αυτονόητη σκέψη είναι ότι ένα τμήμα έλους θα μπορούσε να αποκατασταθεί έτσι ώστε  εκτός από την διατήρηση της βιοποικιλότητας να συμβάλλει και στην διατήρηση του υπογείου νερού και την αποφυγή της συνίζησης. Εκτάσεις για μία τέτοια διαχειριστική παρέμβαση υπάρχουν. Σε αυτόν όμως τον τεχνολογικό πολιτισμό και με τις πολιτικές του εντυπωσιασμού που κυριαρχούν στην Ελλάδα κρίθηκε, από κάποιους που αποφασίζουν για την ένταξη των προγραμμάτων, σαν πιο αποτελεσματική η διάνοιξη περισσότερων και βαθύτερων τάφρων και σήραγγας. Είναι η πιο απλή σκέψη και η πιο σαφής στην υλοποίηση, ενώ η πιο σύνθετη και διεπιστημονική που συνδυάζει απολύτως τον στόχο της διατήρησης του Γκαβόχελου και της Γραμμοβελονίτσας με την αποφυγή της συνίζησης, διατηρώντας το υπόγειο νερό, και με προσαρμοζόμενη γεωργία,  απαιτεί πολύ πιο προσεκτική και δημιουργική προσέγγιση. 

Αποστραγγιστική τάφρος στα τενάγη των Φιλίππων

Γνωρίζουμε βέβαια ότι πίσω από αυτά τα σχέδια είναι αυτοί που κινούν τα νήματα: πρώτα οι υδραυλικοί μηχανικοί που ως συντεχνία ενδιαφέρονται για την υλοποίηση των μελετών και των φαραωνικών έργων και ακολουθούν οι εργολάβοι. Κάποιοι αγρότες καταλαβαίνουν το σφάλμα αυτού του σχεδιασμού αλλά οι περισσότεροι αφήνονται στην γοητεία των σειρήνων της τεχνολογίας. Ζούμε όμως πλέον σε μία άλλη περίοδο από αυτήν της μπουλντόζας, και κάθε πρόβλημα θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με συνδυασμό στόχων. Η τοπική κοινωνία αλλά και στο σύνολο τους οι Έλληνες πολίτες θα πρέπει να αντιδράσουν στην καταστροφική κατασπατάληση χρημάτων.

[1] Η εμπνευσμένη περιγραφή των δύο ψαριών είναι από κείμενο του ιχθυολόγου Άρη Χριστίδη.

[2] Λυμπεράκης Θ. 2015. Λίγα ιστορικά σπαράγματα, για τα Τενάγη των Φιλίππων. Αυτοτελής έκδοση.

[3] Αμπελίδης Θ, Ι. Σαριγκόλη, Ε. Κουτράκης, Μ Χατζηαγγέλου, Κ Σωφρονίδης 2016. Τα προβλήματα των τεναγών Φιλίππων, η αντιμετώπισή τους και η αειφορική τους διαχείριση. ΓΕΩΤΕΕ Αν. Μακεδονίας

[4] Τα πόλντερς είναι βαλτώδεις εκτάσεις ή ανακτημένες από την θάλασσα εκτάσεις, στην Ολλανδία, που διαχειρίζονται με μερική αποξήρανση, αλλά με τρόπο ώστε να σταθεροποιείται η υγρασία στο συνήθως τυρφώδες υπέδαφος και να διατηρούν την γονιμότητά τους. Αυτό γίνεται με ελεγχόμενη άντληση με τους Πόλντερ – μύλους που βρίσκονται δίπλα στις τάφρους. Δημιουργήθηκαν κυρίως για την απόδοση εδαφών στην κτηνοτροφία.