Η αιφνίδια αύξηση των αποθεμάτων πετρελαίου στις ΗΠΑ κατά 1,026 εκατ. βαρέλια για την εβδομάδα που έληξε στις 19 Φεβρουαρίου, σύμφωνα με στοιχεία του Αμερικανικού Ινστιτούτου Πετρελαίου (API) ήρθε να ανατρέψει τις αρχικές προβλέψεις των αναλυτών. Ωστόσο παρά την αύξηση των αποθεμάτων, παρατηρείται άνοδος στις τιμές του αργού η οποία οφείλεται σε άλλους παράγοντες. Είναι χαρακτηριστικό  ότι την Τρίτη, το WTI κατέγραψε άνοδο 0,53%, ενώ το Brent που θεωρείτaι το διεθνές benchmark κινήθηκε σε επίπεδα άνω των 65 δολαρίων ανά βαρέλι.

Οι ανοδικές τάσεις συνεχίζονται και κατά τις σημερινές συναλλαγές με το Brent να κινείται στις 13:45 ώρα Ελλάδος, με ποσοστιαία κέρδη ύψους 0,87%, στην περιοχή των 65,94 δολαρίων το βαρέλι. 

(γράφημα που απεικονίζει την τροχιά των τιμών του Brent σε εξαμηνιαίο επίπεδο. Πηγή: Ft.com)

Επίσης, η παραγωγή πετρελαίου των ΗΠΑ μειώθηκε κατά 200.000 βαρέλια ημερησίως, στα 10,8 εκατ. βαρέλια, σύμφωνα με τα στοιχεία της Υπηρεσίας Πληροφοριών Ενέργειας. Παράλληλα, υπήρξε μικρή αύξηση των αποθεμάτων βενζίνης, κατά 66.000 βαρέλια για την εβδομάδα που έληξε στις 19 Φεβρουαρίου.

Οι περιστασιακές διακυμάνσεις των τιμών του αργού δεν μπορούν, όμως, να αποκρύψουν τις δυσμενείς επιπτώσεις της πανδημίας στην πετρελαϊκή βιομηχανία. Η πανδημική κρίση επέφερε την κατάρρευση των τιμών, έκλεισε μονάδες διύλισης και οδήγησε χιλιάδες εργαζομένων στην ανεργία.

Πρόσφατη έκθεση της Wood Mackenzie κατέδειξε ότι σε διεθνές επίπεδο, η δυναμικότητα των διυλιστηρίων που έκλεισαν, ή μέλλουν να βάλουν λουκέτο ξεπερνά  τα 2,5 εκατ. βαρέλια ημερησίως, και έπεται συνέχεια. Ιδίως στην Ευρώπη, ο κλάδος της διύλισης εκτιμάται πως θα καταγράφει μειώσεις ύψους 1,4 εκατ. βαρελιών την ημέρα έως το 2023, λόγω των περιοριστικών μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας.

Ένα παράδειγμα της επίπτωσης της νέας κατάστασης που έχει δημιουργήσει η υγειονομική κρίση στασης είναι οι περικοπές ή διακοπές στη λειτουργία μονάδων, εξαιτίας της κάθετης μείωσης της ζήτησης και των χαμηλών περιθωρίων διύλισης, όπως αυτή της TOTAL που διέκοψε προσωρινά, τον περασμένο Νοέμβριο τη λειτουργία διυλιστηρίου της στην Γαλλία.

Ακόμη, η Exxon Mobil έχει ήδη εξαγγείλει απολύσεις προσωπικού της κατά 15% στην επόμενη διετία, η Royal Dutch Shell θα περικόψει τουλάχιστον  9.000 θέσεις εργασίας, ενώ και η Chevron αναγκάζεται να μειώσει το εργατικό δυναμικό της κατά κατά 6.000 άτομα. Ίδια εικόνα παρατηρείται στην Πορτογαλία, στην Γερμανία, στην Ολλανδία, την Ισπανία, την Κροατία, στην Πολωνία και στην Φινλανδία.

Στην Τουρκία, η Tupras ανακοίνωσε ότι μειώνει τη συνολική παραγωγή διύλισης κατά 16,8% σε ετήσια βάση, ενώ η Lukoil αποκάλυψε ότι η παραγωγή στα διυλιστήριά της στην Ρωσία και στην υπόλοιπη Ευρώπη μειώθηκε κατά 14,7% σε ετήσια βάση. Παράλληλα, ExxonMobil, BP, Shell, Chevron και Total, ανακοίνωσαν ετήσιες ζημίες – ρεκόρ για το 2020, που ανήλθαν, αθροιστικά στα 76 δισ. δολάρια. Ιδίως, η ExxonMobil, που είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός στις ΗΠΑ, ανακοίνωσε ετήσιες ζημίες ύψους 22,4 δισ. δολαρίων, για πρώτη φορά στα χρονικά της, με τις ζημίες για τις Shell και Shell να ανέρχονται σε 21,7 δισ. και 20,3 δισ. δολάρια αντιστοίχως.

Φυσικά, η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη, με τη συνολική υποχώρηση στην αγορά πετρελαιοειδών να φθάνει πέρυσι στο 27%, εξαιτίας της κατάρρευσης του τουρισμού και των πωλήσεων αεροπορικών και ναυτιλιακών καυσίμων. Τουλάχιστον οι αυξημένες κατά 15,3% πωλήσεις πετρελαίου θέρμανσης κατάφεραν να απαλύνουν κάπως την εικόνα για τις περισσότερες εταιρείες του κλάδου.

Παραπλήσια εικόνα παρατηρήθηκε και στις υπόλοιπες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, με τις πωλήσεις καυσίμων να υποχωρούν το περασμένο έτος κατά 14% στην Πορτογαλία, κατά 25% στην Ισπανία και κατά 17% στην Ιταλία.