Στην τελική ευθεία βρίσκεται η κατάρτιση του νέου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), το οποίο πρέπει να υποβληθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι το τέλος Ιουνίου. Το ΕΣΕΚ αποτελεί το θεμέλιο της ενεργειακής και κλιματικής στρατηγικής της Ελλάδας για τις επόμενες δεκαετίες, καθώς οι ελληνικές κυβερνήσεις και

οι σχετικές αρχές θα πρέπει να παραμείνουν εντός των στόχων που θα έχουν αποφασιστεί. Αυτό συνεπάγεται πως το νέο ΕΣΕΚ οφείλει να λάβει υπόψη μία σειρά παραγόντων σχετικά με τις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες εξελίξεις στον τομέα της ενέργειας.

Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας βάζει τις τελευταίες “πινελιές” στο νέο ΕΣΕΚ, καθώς η τελική διορία κατάθεσής του (30 Ιουνίου) πλησιάζει. Σύμφωνα με πληροφορίες, το ΥΠΕΝ βρίσκεται στη φάση των τελικών διορθώσεων του Σχεδίου, με την έμφαση να δίδεται σε “γκρίζα” σημεία που αναδείχθηκαν από τους φορείς στον τομέα της ενέργειας. Δύο κεφάλαια που συζητήθηκαν αρκετά ήταν οι στόχοι σχετικά με το φυσικό αέριο και το υδρογόνο, με πολλές ενστάσεις να εγείρονται από όσους εμπλέκονται στους αντίστοιχους τομείς.

Το προσχέδιο του ΕΣΕΚ που είχε κατατεθεί τον Οκτώβριο του 2023, προέβλεπε μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου, από 6,08 δις κυβικά μέτρα στην κορύφωση της ζήτησης το 2021 σε 3,2 δις κυβικά μέτρα μέχρι το 2030, μία πτώση που ξεπερνά το 47%. Σε γενικές γραμμές, η εικόνα αυτή φαίνεται ρεαλιστική καθώς η ζήτηση φυσικού αερίου βαίνει μειούμενη τα τελευταία χρόνια σύμφωνα με τα στοιχεία των αρμόδιων οργανισμών. Ωστόσο, οι εκτιμήσεις αυτές δεν ευθυγραμμίζονται ούτε με τις προβλέψεις του ΔΕΣΦΑ, ούτε με το επενδυτικό του σχέδιο— σημαντικά έργα του οποίου βρίσκονται ήδη υπό κατασκευή. Με άλλα λόγια, η στρατηγική του ΔΕΣΦΑ μέχρι το 2030 έχει βασιστεί σε ένα σενάριο αύξησης της κατανάλωσης φυσικού αερίου, ενώ το ΕΣΕΚ θα βασίζεται σε ένα αντίθετο σενάριο, τουλάχιστον με τα μέχρι στιγμής δεδομένα. Επιπροσθέτως, καθώς η Ελλάδα φιλοδοξεί να εδραιωθεί σε διαμετακομιστικό κόμβο φυσικού αερίου στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, το ΕΣΕΚ φαίνεται να αντιβαίνει στον γεωπολιτικό σχεδιασμό της χώρας.

Άλλωστε, όπως τονίζουν αρμόδιες πηγές, πιθανή μείωση των στόχων θα απαιτήσει τη μετακύλιση του κόστους των επενδύσεων του Διαχειριστή στον τελικό καταναλωτή, δηλαδή την αύξηση στα τέλη χρήσης. Μία τέτοια εξέλιξη, με τη σειρά της, υποθηκεύει τις προοπτικές ανάπτυξης της αγοράς φυσικού αερίου. Στην περίπτωση αυτή, το market test για την αναβάθμιση της ελληνικής αγοράς ή ο “Κάθετος Διάδρομος”, θα βρεθούν “στον αέρα”.


Από την άλλη πλευρά, οι ενεργειακοί φορείς εξέφρασαν σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με τις προβλέψεις του ΕΣΕΚ για το υδρογόνο. Πιο συγκεκριμένα, το πιο πρόσφατο προσχέδιο του ΕΣΕΚ αναθεωρούσε τους στόχους για το υδρογόνο προς τα κάτω, θέτοντας τον πήχη αρκετά χαμηλότερα από το αναμενόμενο. Παράλληλα, ο ταχύτατα αναπτυσσόμενος τομέας του υδρογόνου φαίνεται να βρίσκεται ακόμα υπό διερεύνηση από το ΥΠΕΝ, η ρητορική του οποίου τείνει περισσότερο προς την αβεβαιότητα όσον αφορά στο συγκεκριμένο ζήτημα. Εντούτοις, οι φορείς της αγοράς δήλωσαν ότι η Ελλάδα δεν μπορεί και δεν πρέπει να μείνει πίσω σε αυτή την νέα αγορά.