Σε αγώνα δρόμου για να μην βρεθεί στα εδώλιο του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) θα πρέπει να αποδυθεί η Ελλάδα. Έτσι, εκτός απροόπτου, εντός του επόμενου διμήνου αναμένεται ότι θα έχει ενσωματωθεί στο ελληνικό δίκαιο, η κρίσιμη ευρωπαϊκή  οδηγία REDII (Renewable Energy Directive) για τις ΑΠΕ. Η προθεσμία για την ενσωμάτωσή της έληξε στις 30 Ιουνίου 2021 και η χώρα μας έλαβε λίγο αργότερα (όπως και άλλα κράτη μέλη) από την Κομισιόν προειδοποιητική επιστολή. Έως σήμερα η Ελλάδα μεταφέρει στο εθνικό δίκαιο μόνο ορισμένα τμήματα της οδηγίας. Η χώρα μας και η Κύπρος, έχουν κοινοποιήσει στην Κομισιόν τα στοιχεία για αυτήν την αποσπασματική μεταφορά

της οδηγίας στην εθνική νομοθεσία. Επιπλέον άλλα πέντε κράτη μέλη _   η Κροατία, η Γερμανία, η Ουγγαρία, η Πορτογαλία και η Ρουμανία _ δεν έχουν αποστείλει ακριβή στοιχεία. Εάν οι χώρες δεν ανταποκριθούν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα τις παραπέμψει στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) καθώς δεν συμμορφώθηκαν με την υποχρέωση πλήρους μεταφοράς της Οδηγίας στο εθνικό δίκαιο.

Την ίδια ώρα που η Ελλάδα ακόμη δεν έχει προχωρήσει στην καθολική ενσωμάτωση της RED II, η ΕΕ την έχει ήδη αναθεωρήσει σε RED III, ως μέρος της δέσμης μέτρων για το κλίμα «Fit for 55» ενώ ήδη προετοιμάζεται νέα αναθεώρηση σε RED IV, με πιο φιλόδοξους στόχους για τομείς όπως οι μεταφορές, τα κτίρια, η τηλεθέρμανση και η τηλεψύξη, βάσει και των κατευθυντηριων γραμμμών της νέας εργαλειοθήκης  REPowerEU της Κομισιόν.

Το Συμβούλιο της ΕΕ στις 19 Δεκεμβρίου κατέληξε σε  συμφωνία που αφορά στοχευμένες τροποποιήσεις της οδηγίας για τις ΑΠΕ, οι οποίες προτείνονται στο πλαίσιο του σχεδίου REPowerEU. Τα κράτη μέλη θα προσδιορίζουν συγκεκριμένες περιοχές πρώτης επιλογής για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με συντομευμένες και απλουστευμένες διαδικασίες αδειοδότησης, σε περιοχές χαμηλότερου περιβαλλοντικού κινδύνου. Το Συμβούλιο επιβεβαίωσε ότι ο στόχος είναι, το μερίδιο ενέργειας από ΑΠΕ να αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 40% της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης της Ένωσης το 2030, όπως ορίζεται στη γενική προσέγγισή του, σχετικά με την αναθεώρηση της οδηγίας για τις ανανεώσιμες πηγές, η οποία εγκρίθηκε τον Ιούνιο του 2022. Στην πρόταση της Επιτροπής στο σχέδιο REPowerEU ο στόχος αντιστοιχούσε στο 45% κατ’ ελάχιστο όριο για το 2030. Ο ισχύων στόχος της οδηγίας του 2018 για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ισούται με ποσοστό της τάξης του 32,5% για το 2030.

 Περιοχές πρώτης επιλογής

Το Συμβούλιο συμφώνησε τα κράτη μέλη να χαρτογραφήσουν, εντός 18 μηνών από την έναρξη ισχύος της οδηγίας, τις περιοχές που είναι αναγκαίες για την εθνική συμβολή τους στην επίτευξη του στόχου του 2030 για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Τα κράτη μέλη, εντός 30 μηνών από την έναρξη ισχύος της οδηγίας, θα εγκρίνουν σχέδιο ή σχέδια στα οποία θα προσδιορίζουν «περιοχές πρώτης επιλογής για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας».

Οι περιοχές πρώτης επιλογής για ΑΠΕ θα είναι στην ξηρά, τη θάλασσα ή τα εσωτερικά ύδατα, και θα επιλέγονται με γνώμονα την ιδιαίτερη καταλληλότητά τους για συγκεκριμένες τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, καθώς και ως περιοχές με χαμηλότερους κινδύνους για το περιβάλλον. Οι προστατευόμενες περιοχές, για παράδειγμα, θα πρέπει να αποφεύγονται.

Στα σχέδιά τους για τον καθορισμό των περιοχών πρώτης επιλογής για ανανεώσιμες πηγές, τα κράτη μέλη θα εγκρίνουν επίσης μέτρα μετριασμού για την αντιμετώπιση των πιθανών αρνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων που θα έχουν οι δραστηριότητες ανάπτυξης των έργων που βρίσκονται σε κάθε περιοχή πρώτης επιλογής. Στη συνέχεια, θα υπόκειται το σύνολο των σχεδίων σε απλουστευμένη εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, αντί να διενεργείται εκτίμηση για κάθε έργο, όπως συμβαίνει συνήθως.

Οι περιοχές πρώτης επιλογής για ΑΠΕ θα περιορίσουν επίσης τους λόγους νομικής ένστασης ως προς νέες εγκαταστάσεις, καθώς θα νοείται ότι εξυπηρετούν επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος. Το Συμβούλιο συμφώνησε σε συντομευμένη εξάμηνη προθεσμία για περιοχές που έχουν ήδη χαρακτηριστεί ως κατάλληλες για την επιτάχυνση της ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, εφόσον, μεταξύ άλλων, δεν βρίσκονται σε περιοχές Natura 2000 και έχουν υποβληθεί σε εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
 
Ταχύτερες διαδικασίες αδειοδότησης

Όσον αφορά τις περιοχές πρώτης επιλογής για ανανεώσιμες πηγές, το Συμβούλιο συμφώνησε ότι οι διαδικασίες αδειοδότησης δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν το ένα έτος για έργα ΑΠΕ, και τα δύο έτη για τα έργα υπεράκτιων ΑΠΕ. Σε δεόντως αιτιολογημένες έκτακτες περιστάσεις, η διετής περίοδος μπορεί να παραταθεί για έξι επιπλέον μήνες το πολύ.

Οι διαδικασίες για την ανανέωση ενεργειακής πηγής σταθμών παραγωγής και για νέες εγκαταστάσεις ηλεκτρικής ισχύος μικρότερης των 150 kW, συστεγαζόμενες εγκαταστάσεις αποθήκευσης ενέργειας, καθώς και για τη σύνδεσή τους με το δίκτυο, θα πρέπει να περιορίζονται στους έξι μήνες, και το ένα έτος για έργα υπεράκτιας αιολικής ενέργειας. Σε δεόντως αιτιολογημένες έκτακτες περιστάσεις, όπως για επιτακτικούς λόγους ασφαλείας, η περίοδος μπορεί να παραταθεί για τρεις επιπλέον μήνες το πολύ.

Για τις περιοχές εκτός περιοχών πρώτης επιλογής για ανανεώσιμες πηγές, οι διαδικασίες αδειοδότησης δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τα δύο έτη, ή τα τρία έτη για έργα υπεράκτιων ΑΠΕ. Σε δεόντως αιτιολογημένες έκτακτες περιστάσεις, η διετής περίοδος μπορεί να παραταθεί για έξι επιπλέον μήνες το πολύ.

Οι διαδικασίες για την ανανέωση ενεργειακής πηγής σταθμών παραγωγής και για νέες εγκαταστάσεις ηλεκτρικής ισχύος μικρότερης των 150 kW, συστεγαζόμενες εγκαταστάσεις αποθήκευσης ενέργειας, καθώς και για τη σύνδεσή τους με το δίκτυο, δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν το ένα έτος, και τα δύο έτη για τα έργα υπεράκτιας αιολικής ενέργειας. Σε δεόντως αιτιολογημένες έκτακτες περιστάσεις, η περίοδος μπορεί να παραταθεί για τρεις επιπλέον μήνες το πολύ.

Το Συμβούλιο συμφώνησε ότι ο χρόνος κατασκευής ή ανανέωσης των σταθμών, των συνδέσεών τους με το δίκτυο και των σχετικών αναγκαίων υποδομών δικτύου δεν θα πρέπει να προσμετράται σε αυτές τις προθεσμίες. Για τον ηλιακό εξοπλισμό τα κράτη μέλη συμφώνησαν ότι η διαδικασία αδειοδότησης δεν θα υπερβαίνει τους τρεις μήνες.

Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η έλλειψη απάντησης εντός των καθορισμένων προθεσμιών θα μπορούσε να θεωρηθεί σιωπηρή συμφωνία για τα ενδιάμεσα στάδια. Για τις άδειες, ωστόσο, θα απαιτείται ρητή τελική απόφαση σχετικά με το αποτέλεσμα της διαδικασίας.

Συμφωνήθηκε επίσης, ότι προκειμένου να διευκολυνθεί η ενσωμάτωση της ανανεώσιμης ενέργειας στα δίκτυα διανομής και μεταφοράς, ο έλεγχος ή η εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων για τις ενισχύσεις του δικτύου θα πρέπει να περιορίζεται στις πιθανές επιπτώσεις που απορρέουν από την αλλαγή στις υποδομές δικτύου.