Δύο νούμερα θα καθορίσουν την πορεία του ελληνικού τραπεζικού
συστήματος. Το ύψος του ιδιωτικού χρέους (μη εξυπηρετούμενα δάνεια) και
το ποσό που θα απαιτηθεί για την ανακεφαλαιοποίησή του.
Ως προς το πρώτο, ο ρυθμός αύξησης των NPLs έχει αυξηθεί δραματικά,
με αποτέλεσμα σήμερα το συνολικό ποσό να ξεπερνά τα 120 δισ. καθώς,
συμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, ένα στα δύο δάνεια έχει
υπερβεί «κόκκινες» γραμμές.
Γίνεται έτσι σαφές ότι ακόμη και στην περίπτωση που καταφέρουμε να
παραμείνουμε εντός ΕΖ, το πλήγμα στο τραπεζικό σύστημα είναι μη
αναστρέψιμο με τη μορφή που το ξέρουμε σήμερα.
Ακόμη πιο δραματική είναι η επιπτωση στην αγορά ακινήτων, μιας και η
όποια εξασφάλιση ρευστότητας το τελευταιο 5μηνο, έχει στοιχίσει την
εκχώρηση των δικαιωμάτων σε ενυπόθηκα δάνεια που μάλιστα
εξυπηρετούνται...
Αναπόφευγκτα λοιπόν η επόμενη ημέρα στο τραπεζικό σύστημα περνάει
μέσα από συγχωνεύσεις και περαιτέρω συγκέντρωση του υφιστάμενου
μηχανισμού. Στελέχη του χώρου υπολογίζουν ότι το απαιτούμενο για τη νέα
ανακεφαλαιοποίηση ποσό ξεπερνά τα 15 δισ., ένα ποσό που θεωρείται
αδύνατον, υπό τις παρούσες συνθήκες να βρεθεί από ιδιώτες επενδυτές
εγχώριους ή ξένους.
Ως πιθανότερη λύση προκρίνεται η δημιουργία δύο τραπεζικών ομίλων.
Εχει επανέλθει μάλιστα στο προσκήνιο η συγχώνευση Εθνικής με Alpha, με
δεδομένο ότι η άσκηση έχει γίνει στο παρελθόν και η λόγοι για τους
οποίους δεν υλοποιήθηκε σήμερα δεν υφίστανται. Ο δεύτερος πόλος αφορά
την συγχώνευση Πειραιώς με Eurobank. «Προίκα» στον πρώτο η Αττικής και
στον δεύτερο το ΤΤ.
Η ύπαρξη δύο μονο ομίλων διευκολύνει στον έλεγχο του τραπεζικού
συστήματος από το εξωτερικό και ακόμη τη δημιουργία ενός φορέα (bad
bank) με λιγότερες αντιρρήσεις από τους υφιστάμενους παίκτες.
Οπως έχει στο παρελθόν αποκαλύψει το RED, στο νέο αυτό καμβά θα λυθεί
και η άσκηση της τραπεζικής ασφυξίας, καθώς το σύστημα θα κληθεί να
μετεξελιχθεί σε φιλικότερο προς το δανειστή, έναντι του δανειζόμενου που
ισχύει σήμερα (τροποποίηση πτωχευτικού δικαίου), ενώ η διαχείριση
αναμένεται να περάσει σε άτομα που διαθέτουν την κατάλληλη τεχνογνωσία.
«Λίγοι είναι εκείνοι που έχουν τη γνώση να προσθέσουν αξία σε ένα
υφισταμενο χαρτοφυλάκιο ακινήτων διακρατώντας το για διάστημα άνω των
πέντε ετών» τόνιζε διαχειριστής κεφαλαίων με έδρα το Παρίσι.
«Η ελληνική αγορά δεν έχει το βάθος, τα εργαλεία (CMBS κλπ.) και τα
απαιτούμενα κεφάλαια που θα έδιναν περιθώριο κέρδους σε περισσότερες της
μιας μεταβίβασης ενός περιουσιακού στοιχείου» συνέχισε και πρόσθεσε
ότι: «η νέα bad bank, είναι υποχρεωμένη να επιταχύνει τις διαδικασίες
και μάλιστα να προχωρήσει βγάζοντας στην αγορά χαρτοφυλάκια με κτήρια
που προσελκύουν το επενδυτικό ενδιαφέρον. Αν συνεχίσει με τους
σημερινούς ρυθμούς θα απαξιώσει το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων,
καθώς οι μόνοι ενδιαφερόμενοι θα είναι αποκλειστικά funds τύπου Lone
Star».
Το θέμα της βούλησης, αλλά και της εμπιστοσύνης στην υλοποίηση ενός
τέτοιου εγχειρήματος αμφισβητείται έντονα από τους δανειστές, οι οποίοι
μάλιστα ζήτησαν ο αντίστοιχος φορέας προώθησης των αποκρατικοποιήσεων
(ΤΑΙΠΕΔ) να μεταφερθεί στο Λουξεμβούργο. Εξάλλου και στην περίπτωση της
Κύπρου τη διαχείριση της επόμενης ημέρας του τραπεζικού τοπίου ανέλαβαν
ξένοι. Και μάλιστα χωρίς τις καλύτερες συνθήκες από το εγχώριο
κατεστημένο.
Η επιβολή των ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων έχει πυροδοτήσει
εξελίξεις που αναμένεται να επηρεάσουν σημαντικά το υφιστάμενο
επιχειρηματικό τοπίο. Οι εξελίξεις στον τραπεζικό κλάδο θα είναι
ραγδαίες, απρόσμενες και ανεξέλεγκτες, ενώ θα περιλαμβάνουν και
σημαντικές επιπτώσεις για το ανθρώπινο δυναμικό που δραστηριοποιείται
στο χώρο.
Κάποτε το ερώτημα από τους χειρισμούς του ΤΑΙΠΕΔ έμπαινε στο αν
θέλουμε επενδύσεις. Αν αναδιατυπώναμε σήμερα την ερώτηση, το θέμα αφορά
πλέον τον επενδυτή και τον κλάδο που θα μπορούσε να δραστηριοποιηθεί.
Ετσι κι' αλλιώς τη χρηματοδότηση θα κληθεί να την εξασφαλίσει ο ίδιος.
(ered.gr)