Από Έλλειψη Μακρόπνοης Στρατηγικής Πάσχει το Δεκαετές Πρόγραμμα του ΔΕΣΦΑ

Από Έλλειψη Μακρόπνοης Στρατηγικής Πάσχει το Δεκαετές Πρόγραμμα του ΔΕΣΦΑ
Του Χάρη Αποσπόρη
Τετ, 6 Αυγούστου 2014 - 15:17
Με μειωμένες φιλοδοξίες εμφανίζεται το νέο δεκαετές αναπτυξιακό πρόγραμμα του εθνικού συστήματος φυσικού αερίου (ΕΣΦΑ), το οποίο παρουσιάστηκε στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης της ΡΑΕ και αφορά περισσότερο την διατήρηση των κεκτημένων, παρά προσβλέπει στην ανάπτυξη της αγοράς φυσικού αερίου.

Με μειωμένες φιλοδοξίες εμφανίζεται το νέο δεκαετές αναπτυξιακό πρόγραμμα του εθνικού συστήματος φυσικού αερίου (ΕΣΦΑ), το οποίο παρουσιάστηκε στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης της ΡΑΕ και αφορά περισσότερο την διατήρηση των κεκτημένων, παρά προσβλέπει στην ανάπτυξη της αγοράς φυσικού αερίου. Για έλλειψη μακροχρόνιας στρατηγικής κάνουν λόγο παράγοντες της αγοράς, αλλά και ο πρώην διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, κ. Γιώργος Παπαρσένος, ο οποίος μίλησε αποκλειστικά στο Energia.gr και επισημαίνει την απουσία εθνικής ενεργειακής στρατηγικής και πολιτικής στη χώρα, που σε αντίθετη περίπτωση, θα αποτελούσαν καθοριστικά εργαλεία καθοδήγησης για την στρατηγική ανάπτυξη του ΕΣΦΑ αλλά και του ΔΕΣΦΑ και άλλων ελληνικών εταιρειών στον τομέα του φυσικού αερίου.

Δεδομένης της μεγάλης αλλαγής που προκάλεσε η κρίση στην ελληνική οικονομία και οδήγησε σε μειώσεις της κατανάλωσης και αλλαγή στα καταναλωτικά πρότυπα, ο ΔΕΣΦΑ αναγνωρίζει πλέον ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για σημαντική αύξηση της ζήτησης φυσικού αερίου μέσα στα επόμενα χρόνια. Με βάση την παραδοχή αυτή, αναθεωρούνται όλες οι προηγούμενες αισιόδοξες προβλέψεις και υιοθετείται ένα πρόγραμμα το οποίο χαρακτηρίζεται μεν από ρεαλισμό, αλλά και από περιορισμένες προσδοκίες, όπως εξέφρασαν στελέχη της αγοράς, μιλώντας στο Energia. gr.

Όπως προβλέπει το δεκαετές πρόγραμμα του ΔΕΣΦΑ, στην επόμενη δεκαετία το αναπτυξιακό πρόγραμμα του ΕΣΦΑ περιορίζεται σε 422 εκατ. ευρώ, συμπεριλαμβάνοντας, όμως, έργα που σχεδόν έχουν ολοκληρωθεί, όπως ο αγωγός στην Πελοπόννησο, ύψους 110 εκατ. ευρώ και η 2η αναβάθμιση του τερματικού σταθμού LNG στη Ρεβυθούσα, ύψους 150 εκατ. ευρώ. Χαρακτηριστικό είναι ότι αν αφαιρεθούν αυτά τα δύο συν κάποια άλλα αβέβαια έργα, τότε το ύψος των νέων επενδύσεων δεν ξεπερνά σε βάθος δεκαετίας τα 55 εκατ. ευρώ, γεγονός ενδεικτικό των συνθηκών που επικρατούν πλέον στην ελληνική αγορά.

Όμως, η προγραμματισμένη ραγδαία πτώση των επενδύσεων στα επόμενα χρόνια προκαλεί προβληματισμό διότι η χώρα μας καλείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να δημιουργήσει και να επεκτείνει τις υποδομές της σε μια σειρά από τομείς, όπως το LNG και η τροφοδοσία των πλοίων με καύσιμο το αέριο και η κατασκευή διασυνδετηρίων αγωγών. Εύλογα, λοιπόν, τίθεται το ερώτημα για το πως θα προχωρήσουν οι επιπρόσθετες αναγκαίες επενδύσεις στους τομείς αυτούς με τον ΔΕΣΦΑ να μην έχει την πρωτοβουλία μέσω του προγράμματος ανάπτυξης του ΕΣΦΑ; Κατά συνέπεια, θα πρέπει να αναμένεται η ενεργοποίηση άλλων ιδιωτικών φορέων της ελληνικής και ευρωπαϊκής αγοράς για να καλύψουν το κενό. Όμως, πόσο βέβαιο είναι ότι αυτοί θα ανταποκριθούν σε αυτές τις ανάγκες και σε συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο;

Ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο που ξεχωρίζει στο νέο αναπτυξιακό πρόγραμμα του ΕΣΦΑ είναι ότι ο διαχειριστής απομακρύνει τον εαυτό του οριστικά από την προοπτική υλοποίησης του αγωγού ITGI, καθώς τον απένταξε από τον σχεδιασμό και τυπικά, παρά το γεγονός ότι έχει εγκριθεί και συμπεριληφθεί στα έργα κοινού ενδιαφέροντος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Αυτό σημαίνει στην πράξη, ότι ο ΔΕΣΦΑ, ως έχει πράξει με τον αγωγό TAP, θα ασχοληθεί στο εξής ενδεχομένως μονάχα με το σκέλος της λειτουργίας και συντήρησης του ITGI, σε μια πιθανή πλήρη αναβίωσή του (χερσαίο και υποθαλάσσιο τμήμα) από την ΔΕΠΑ/ Poseidon ή κάποιο διάδοχο επιχειρηματικό σχήμα.

Με βάση τα παραπάνω, η αίσθηση που έχει δημιουργηθεί στην αγορά είναι ότι το νέο δεκαετές πρόγραμμα ανάπτυξης αντικατοπτρίζει μεν τις νέες συνθήκες που επικρατούν σε ό,τι αφορά την ζήτηση για φυσικό αέριο, αλλά δεν επαρκεί για να στηρίξει έναν μακροπρόθεσμο ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας μας και τους στόχους που πρέπει να επιτευχθούν για το ενεργειακό σύστημα στο σύνολό του.

Ο πρώην διευθύνων σύμβουλος του ΔΕΣΦΑ, κ. Γ. Παπαρσένος, μιλώντας στο Energia.gr, υπογράμμισε τα εξής αναφορικά με το νέο δεκαετές πρόγραμμα του ΕΣΦΑ:

«Το Πρόγραμμα Ανάπτυξης του ΕΣΦΑ αφορά ανάπτυξη υποδομών στο ρυθμιζόμενο από τη ΡΑΕ μέρος των υπηρεσιών του ΔΕΣΦΑ, το κόστος των οποίων ανακτάται από την αγορά (χρήστες των υποδομών). Αλλά ο ΔΕΣΦΑ μπορεί να παρέχει και μη ρυθμιζόμενες υπηρεσίες και η τυχόν ανάπτυξη σχετικών υποδομών και η αξιοποίησή τους δεν αποτυπώνεται στο Πρόγραμμα Ανάπτυξης του Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου αλλά στο Επιχειρηματικό Σχέδιό του. Στις μη ρυθμιζόμενες υπηρεσίες του ΔΕΣΦΑ υφίστανται σημαντικές επιχειρηματικές ευκαιρίες εντός και εκτός Ελλάδας. Πρέπει να αξιοποιηθούν ώστε να υπάρξει καλύτερη χρησιμοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού, των υποδομών και της τεχνογνωσίας του ΔΕΣΦΑ και με τον τρόπο αυτόν εισροή χρηματικών πόρων σε αυτόν, ειδικά από το εξωτερικό. Είναι εύλογο να υπάρχει ενδιαφέρον από τους πολίτες της χώρας για την εξ αυτών των υπηρεσιών αύξηση της αξίας του ΔΕΣΦΑ με δεδομένο ότι το ελληνικό δημόσιο, ως μέτοχος, θα διατηρήσει και με την σημερινή πολιτική περαιτέρω ιδιωτικοποίησης του ΔΕΣΦΑ ποσοστό 34 % των μετοχών.

Για πολλοστή όμως φορά το Πρόγραμμα Ανάπτυξης συντάσσεται χωρίς την ύπαρξη εθνικής ενεργειακής στρατηγικής και πολιτικής για την χώρα μας, επισήμως διατυπωμένες από την ελληνική κυβέρνηση, μετά από δημόσια διαβούλευση και έγκριση του ελληνικού κοινοβουλίου. Η συμβατότητα του Προγράμματος με τους στόχους μιας τέτοιας στρατηγικής και πολιτικής αποτελεί βασικό κριτήριο ορθότητας για το Πρόγραμμα. Και είναι αναμφισβήτητο ότι μια εθνική ενεργειακή στρατηγική και πολιτική είναι περισσότερο παρά ποτέ επιβεβλημένες τώρα που η ελληνική αγορά φυσικού αερίου με την περαιτέρω ιδιωτικοποίηση του ΔΕΣΦΑ και τα εμφανιζόμενα ανεξάρτητα ιδιωτικά συστήματα φυσικού αερίου οδεύει σε καθεστώς αγοράς πολλών δυνητικών ιδιωτών παικτών. Εξυπακούεται ότι μια εθνική ενεργειακή στρατηγική και πολιτική αυξάνει την πιθανότητα πρόταξης του δημόσιου συμφέροντος έναντι ποικίλων ιδιωτικών συμφερόντων, ειδικά σε μια εποχή που πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης δημιουργούν συνθήκες τραγικής υποχώρησης του πρώτου έναντι των δευτέρων».

Παράλληλα, ο κ. Παπαρσένος τόνισε ότι «ένα Πρόγραμμα Ανάπτυξης του Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου δεν μπορεί ευθέως να απαντήσει σε κρίσιμα ζητήματα, σε μεγάλο βαθμό πολιτικά, που θα μπορούσαν να προσεγγισθούν όμως από την ελληνική κυβέρνηση κατά την διαμόρφωση εθνικής ενεργειακής στρατηγικής και πολιτικής, όπως, για παράδειγμα,

- η άρση της «απομόνωσης» της Δυτικής Ελλάδας έναντι της Ανατολικής ως προς τη διαθεσιμότητα φυσικού αερίου σε προσιτές τιμές (και κατ΄ επέκταση ως προς την διαθεσιμότητα ισότιμων ενεργειακών ευκαιριών για την ανάπτυξή της). Μια τέτοια άρση προϋποθέτει υψηλή δημόσια χρηματοδότηση, που είναι μεν διαθέσιμη σε κοινοτικά εργαλεία, όπως το νέο Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς και τα προγράμματά του αλλά πρέπει να προταχθεί έναντι άλλων προτεραιοτήτων, ενεργειακών ή μη.

- η περαιτέρω ιδιωτικοποίηση του ΔΕΣΦΑ, με πώληση ποσοστού μετοχών στην κρατική εταιρεία του Αζερμπαϊτζάν, SOCAR. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει παρουσιάσει μετά από περισσότερο από δυόμιση χρόνια από την έναρξη της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης, μια εμπεριστατωμένη «ανάλυση κόστους – οφέλους» για την χώρα, την ελληνική αγορά φυσικού αερίου, τον ίδιο τον ΔΕΣΦΑ ως επιχείρηση, τους Έλληνες μετόχους, συμπεριλαμβανομένου του ελληνικού δημοσίου, που θα διατηρήσει ένα ποσοστό 34 % των μετοχών».