Στη νέα Εθνική Στρατηγική Ασφαλείας των ΗΠΑ, η Ευρώπη χάνει την πρότερη γεωπολιτική της αξία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγνωρίζουν εμμέσως την ανάδυση ενός πολυπολικού διεθνούς συστήματος, ιδίως μετά την εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία, o οποίος δεν δικαίωσε τις επιδιώξεις του ΝΑΤΟ.

Ως εκ τούτου, η Ουάσιγκτον αναπροσαρμόζει τη στρατηγική της, επιδιώκοντας την επαναφορά της αποκλειστικότητάς της στο Δυτικό Ημισφαίριο και την εξασφάλιση κρίσιμων πόρων, προκειμένου να βελτιώσει τη διαπραγματευτική και γεωπολιτική της θέση στην Ανατολική Ασία.

Παράλληλα, οι ΗΠΑ επιδιώκουν την αναδιαμόρφωση και διεύρυνση του παγκόσμιου δικτύου συμμαχιών τους. Ωστόσο, η προσαρμογή αυτή δεν θα πρέπει να εκληφθεί ως αποδοχή του πολυκεντρισμού σαν μόνιμη μακροπρόθεσμη συνθήκη· αντιθέτως, συνιστά μια στρατηγική αναπροσαρμογή με στόχο την αποκατάσταση της μονοπολικής κυριαρχίας τους. Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαϊκή Ένωση εξακολουθεί να διατηρεί σημαντική γεωοικονομική βαρύτητα, ιδίως σε σχέση με τις προσπάθειες ανάσχεσης της Κίνας.

 

Η Κίνα δεν είναι Σοβιετική Ένωση

Οι ευρωπαϊκές χώρες–μέλη του ΝΑΤΟ, αντιλαμβάνονταν τη Σοβιετική Ένωση ως πρωταρχική απειλή για την ασφάλειά τους, λόγω της γεωγραφικής εγγύτητας και της ιμπεριαλιστικής της εδραίωσης στην Ανατολική Ευρώπη αλλά και της συστημικής ιδεολογικής αντιπαράθεσης μεταξύ του σοβιετικού σοσιαλισμού και της δυτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας.

Η Ευρώπη, αντιθέτως, δεν έχει εδαφική εγγύτητα με την Κίνα. Από την άλλη μεριά, η Κίνα δεν επιδιώκει εδαφική επέκταση, ούτε ασκεί εξαναγκαστικό πολιτικό έλεγχο επί της Ευρώπης και, επίσης, δεν στοχεύει να επιβάλει ή να εξαγάγει το πολιτικό της σύστημα στο εξωτερικό. Παρότι υφίσταται συστημική ιδεολογική διαφορά, η εξωτερική πολιτική της Κίνας δεν χαρακτηρίζεται από ιδεολογικό επεκτατισμό και δεν περιλαμβάνει άμεσες παρεμβάσεις με στόχο την εγκαθίδρυση ή τη διατήρηση ιδεολογικά συγγενών καθεστώτων.

 

Η Ευρώπη ως πεδίο αντιπαράθεσης

Η εσωτερική αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης θεωρείται η δεύτερη μεγαλύτερη καταναλωτική παγκοσμίως. Παράλληλα, συγκαταλέγεται μεταξύ των δύο σημαντικότερων εμπορικών εταίρων της Κίνας, καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση μετά τις χώρες του ASEAN, ως προς το συνολικό όγκο εμπορίου το 2025. Πέραν του μεγέθους της αγοράς και των εμπορικών της διασυνδέσεων, η Ε.Ε. διατηρεί ηγετική θέση σε σειρά τομέων υψηλής τεχνολογίας και στρατηγικής σημασίας για την παγκόσμια οικονομία, όπως η αεροδιαστημική, οι ημιαγωγοί και ο προηγμένος εξοπλισμός βιομηχανικής παραγωγής — με χαρακτηριστικό παράδειγμα εταιρείες όπως η ASML – καθώς και τα φαρμακευτικά προϊόντα και η βιοτεχνολογία. Η Ευρώπη διαθέτει επίσης αγροτικές δυνατότητες που υπερβαίνουν το σημερινό επίπεδο αξιοποίησής τους.

Για τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρώπη έχει ιδιαίτερη στρατηγική σημασία έναντι του Πεκίνου, η οποία εδράζεται σε δύο βασικούς πυλώνες: αφενός στη μείωση της πρόσβασης της Κίνας στις ευρωπαϊκές αγορές και αφετέρου στον περιορισμό της οικονομικής σύμπραξης μεταξύ Βρυξελλών και Πεκίνου, ιδίως — και με άμεση ισχύ εφαρμογής — στους τομείς της στρατηγικής βιομηχανικής παραγωγής και της υψηλής τεχνολογίας. Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί ο de facto αποκλεισμός της Huawei από τις ευρωπαϊκές αγορές 5G, ο οποίος διαμορφώθηκε από την άτυπη αλλά συστηματική παρέμβαση της Ουάσινγκτον, παρότι υλοποιήθηκε μέσω ευρωπαϊκών θεσμικών διαδικασιών λήψης αποφάσεων.

 

Ανατρεπτική καινοτομία

Για την Ευρώπη, ωστόσο, η εταιρική σχέση με την Κίνα συνεπάγεται σημαντικά οικονομικά διακυβεύματα. Η Κίνα εμφανίζει διαρθρωτικό έλλειμμα σε αγροτικά προϊόντα σε μια περίοδο κατά την οποία οι Ευρωπαίοι αγρότες αντιμετωπίζουν κρίση λόγω υψηλού κόστους παραγωγής, χαμηλών τιμών και μειωμένης Ενωσιακής στήριξης. Επομένως, η διεύρυνση της πρόσβασης στην κινεζική αγορά εξακολουθεί να αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για τον ευρωπαϊκό αγροτικό τομέα.

Παράλληλα, η Ευρώπη εξαρτάται από την απρόσκοπτη συνέχιση της προμήθειας κρίσιμων πρώτων υλών για τη στήριξη της βιομηχανικής της βάσης και χρειάζεται κινεζική τεχνογνωσία για την ανάπτυξη των εγχώριων δυνατοτήτων επεξεργασίας τους. Τέλος, σε όρους ρευστότητας (global liquidity) σε παγκόσμιο επίπεδο, η Κίνα φαίνεται να αντιπροσωπεύει περίπου το ήμισυ της καθαρής νομισματικής επέκτασης κατά το τρέχον έτος, γεγονός που αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο οι επενδυτικές ροές, υπό προϋποθέσεις, να κατευθύνονται ολοένα και περισσότερο προς την Ευρώπη.

Αν και η κινεζική βιομηχανία ηλεκτρικών οχημάτων αρχίζει να ανταγωνίζεται την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία, η διαδικασία αυτή αντανακλά ανατρεπτική καινοτομία (disruptive innovation) και όχι συμβατικό ανταγωνισμό αγοράς. Καθώς ο κλάδος της αυτοκινητοβιομηχανίας υφίσταται δομικό μετασχηματισμό, συμπράξεις με κινεζικούς πρωτοπόρους μπορούν να δημιουργήσουν νέες βιομηχανικές δυναμικές για την Ευρώπη. Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί η συνεργασία μεταξύ της CATL και της Stellantis.

 

Ανταγωνισμός ΗΠΑ–Ε.Ε.

Καθώς η κατανομή της διεθνούς ισχύος μεταβάλλεται, οι μεγάλες δυνάμεις επιδιώκουν να διασφαλίσουν οικονομική κυριαρχία μέσω της καινοτομίας ή της ανασυγκρότησης των βιομηχανικών τους βάσεων, πολιτική κυριαρχία μέσω της χάραξης νέων σφαιρών επιρροής, και στρατιωτική κυριαρχία μέσω της ενίσχυσης των δυνατοτήτων αποτροπής και στρατηγικής αυτονομίας.

Στο πλαίσιο αυτό, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη εμπλέκονται ουσιαστικά σε έναν ανταγωνισμό που διαμορφώνεται από κοινά δομικά χαρακτηριστικά, καθώς αμφότερες αποτελούν οικονομίες που στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στην κατανάλωση και τη χρηματοπιστωτική δραστηριότητα και επιχειρούν να ανασυγκροτήσουν τις μεταποιητικές τους βάσεις. Παράλληλα, οι Ηνωμένες Πολιτείες εργάζονται για την αναδιαμόρφωση της αρχιτεκτονικής ασφάλειας τους, απομακρυνόμενες σταδιακά, πολιτικά και ρητορικά, από την Ευρώπη, ενώ η Ευρώπη αναζητά μια εναλλακτική της αμερικανικής ομπρέλας ασφαλείας, με στόχο την ενίσχυση της δικής της στρατηγικής αυτονομίας.

Μια σύμπραξη Ευρώπης–Κίνας λειτουργεί, επομένως, ανταγωνιστικά για τις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει την Ευρώπη στην επιδίωξη ανατρεπτικής καινοτομίας και ταυτόχρονα στη διείσδυσή της σε αναδυόμενες αγορές, αναβαθμίζοντας τη βιομηχανική της ικανότητα.

Γι’ αυτό το λόγο, από αμερικανικής σκοπιάς, η Ευρώπη θα πρέπει να διατηρήσει το καθεστώς του δευτερεύοντος εταίρου στη γεωοικονομική ανάσχεση της Κίνας, αντί να ακολουθήσει μια πορεία οικονομικού πραγματισμού με το Πεκίνο. Την ίδια στιγμή, η Ουάσιγκτον επιδιώκει να εξισορροπήσει αυτή τη σχέση εξάρτησης παρέχοντας στην Ευρωπαϊκή Ένωση μεγαλύτερο πολιτικό περιθώριο εντός του ΝΑΤΟ, γεγονός που έχει ως πρακτικό αποτέλεσμα έναν ενισχυμένο ευρωπαϊκό ρόλο στην ανάσχεση της Ρωσίας.

 

Η Ευρώπη σε στρατηγική ασφυξία

Η γεωπολιτική αξία της Ευρώπης υποχωρεί στα μάτια των Ηνωμένων Πολιτειών, καθώς η συμμαχία του ΝΑΤΟ οδεύει προς μια στρατηγική ήττα στην Ουκρανία. Δεν υφίσταται ρεαλιστικό σενάριο, στο οποίο η γεωοικονομική αντιπαράθεση με το Πεκίνο να οδηγεί σε διαφορετικό αποτέλεσμα.

Το παγκόσμιο οικονομικό κέντρο βάρους έχει μετατοπιστεί προς Ανατολάς. Τα δίκτυα παραγωγής και οι αλυσίδες εφοδιασμού συγκεντρώνονται στην Ασία, όπως και οι υδρογονάνθρακες και τα κρίσιμα ορυκτά. Η δυτική αγοραστική ισχύς διαβρώνεται σταδιακά αλλά σταθερά, ενώ η λεγόμενη Συλλογική Δύση στερείται ουσιαστικής επιρροής στην Αφρική.

Σε αυτό το πλαίσιο, η αμερικανική στρατηγική αποδίδει στην Ευρώπη έναν νέο γεωοικονομικό ρόλο, σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη συγκυρία για την ευρωπαϊκή οικονομία. Ο νέος όμως αυτός σχεδιασμός, σε αντίθεση με το παρελθόν, στερείται ουσιαστικών εγγυήσεων σε περίπτωση αποτυχίας.

 

*Ο Εμμανουήλ Μπέζας είναι Μηχανικός ορυκτών πόρων, γεωπολιτικός αναλυτής

(Από την εφημερίδα Η Ναυτεμπορική)

 

Ακολουθήστε το energia.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του energia.gr