Ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Tsakos Energy Navigation, δρ Νίκος Τσάκος, τόνισε, μεταξύ άλλων, κατά τη διάρκεια του συνεδρίου -χορηγός επικοινωνίας του οποίου ήταν η «Ν»- ότι ένα από τα μεγαλύτερα ζητήματα είναι πως οι πλοιοκτήτες καλούνται σήμερα να παραγγείλουν πλοία χωρίς να γνωρίζουν ποιο καύσιμο θα επικρατήσει σε πέντε έως 20 χρόνια, πώς θα κοστολογηθεί η μετάβαση και αν οι επενδύσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων θα παραμείνουν βιώσιμες.
«Ο κόσμος πρέπει να αποφασίσει τώρα αν θα αγοράσει πλοίο που ίσως δεν είναι συμβατό με τους κανονισμούς του μέλλοντος. Είναι μια εξαιρετικά δύσκολη απόφαση» σημείωσε χαρακτηριστικά.
Αναφορικά με τους περιβαλλοντικούς κανονισμούς στον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό, η συζήτηση για τους οποίους αναβλήθηκε τον Οκτώβριο για ένα έτος, ο κ. Τσάκος τόνισε: «Οι κανονισμοί αποφασίζονται συχνά χωρίς επαρκή διάλογο με τους πλοιοκτήτες.
Η ναυτιλία, ένας από τους πιο κατακερματισμένους κλάδους στον κόσμο, συχνά αντιμετωπίζεται ως “αθώος θεατής”, που απλώς υποχρεώνεται να συμμορφωθεί με αποφάσεις τρίτων».
Θεωρεί θετική την πρόσφατη απόφαση για αναβολή αφού με τον τρόπο αυτό: «Μας δίνεται ο χρόνος να συμμετάσχουμε πραγματικά στη συζήτηση μαζί με τους κατασκευαστές μηχανών, τα ναυπηγεία και τις κρατικές αρχές».
Μιλώντας για την αγορά, επανέλαβε την πάγια θέση του ότι «η ναυτιλία είναι μαραθώνιος, όχι σπριντ. Θέλει αντοχή μέσα στους κύκλους και διατήρηση δυνάμεων για τις μάχες που έρχονται».
Συνέχισε αναλύοντας τα γεγονότα που σημάδεψαν τα πρώτο μισό της δεκαετίας, που -όπως είπεξεκίνησε με τη χειρότερη δυνατή συγκυρία, και συγκεκριμένα την πανδημία, η οποία έφερε κατάρρευση της ζήτησης για ενέργεια, τον πόλεμο στην Ουκρανία, τις εντάσεις στη Μέση Ανατολή και τους εμπορικούς πολέμους μεταξύ ΗΠΑ – Κίνας.
«Ό,τι μπορούσε να πάει στραβά, πήγε» είπε, ενώ προσέθεσε ότι τελικά ο κλάδος προσαρμόστηκε και συνεχίζει να παρέχει σταθερότητα σε ένα εξαιρετικά ασταθές περιβάλλον.
Ιδιαίτερη επίσης αναφορά έκανε στο έργο του πατέρα του καπετάν Παναγιώτη Τσάκου, που ίδρυσε την πρώτη ιδιωτική Ακαδημία Εμπορικού Ναυτικού TEENS στη Χίο.
Εστιάζοντας δε στο μεγάλο ζήτημα της προσέλκυσης νέων στο ναυτικό επάγγελμα, ανέδειξε την τεράστια ανεκμετάλλευτη δεξαμενή γυναικών ναυτικών, αφού μόλις το 2% των ναυτικών παγκοσμίως είναι γυναίκες.
«Πρέπει να σχεδιάσουμε πλοία και για γυναίκες, όχι μόνο για άνδρες. Η ναυτιλία πρέπει να ανοίξει τις πόρτες της στο 60% του πληθυσμού που σήμερα μένει απέξω» σημείωσε χαρακτηριστικά, ενώ έκλεισε την τοποθέτησή του αναφέροντας ότι ελπίζουμε να ζήσουμε «σε έναν ειρηνικό κόσμο, με ανοιχτά σύνορα, ώστε οι επόμενες γενιές να μπορούν να συνεχίσουν τη ναυτική παράδοση».
Σωστός χειρισμός ρίσκου
Ισορροπία ανάμεσα στη φιλοδοξία και στην πραγματικότητα έχει ανάγκη η ναυτιλία, σύμφωνα με τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο των Seanergy Maritime και United Maritime Σταμάτη Τσαντάνη.
«Η προσαρμογή και η ανθεκτικότητα δεν είναι θεωρητικές έννοιες. Είναι ο τρόπος που λειτουργούμε καθημερινά: επενδύσεις, τεχνογνωσία και σωστός χειρισμός ρίσκου» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Προειδοποίησε ότι η βιαστική εφαρμογή κανονισμών χωρίς προηγουμένως να έχουν αναπτυχθεί υποδομές δημιουργεί κινδύνους.
«Όλοι παραδέχονται πια ότι η παγκόσμια οικονομία και τα λιμάνια δεν ήταν έτοιμα για το εύρος των αλλαγών».
«Το αν θα περάσουν τα νέα μέτρα από τον ΙΜΟ του χρόνου είναι αβέβαιο. Πάντως, για το καύσιμο της επόμενης γενιάς, δεν θα κάνω προβλέψεις», προσέθεσε.
Για τη στρατηγική της εταιρείας ξεκαθάρισε: Επενδύσεις μόνο σε λύσεις που έχουν απόδοση, ασφάλεια και πραγματική εφαρμοσιμότητα.
«Ήμασταν η πρώτη εταιρεία capesize που χρησιμοποίησε biofuels το 2020. Επενδύσαμε σε βελτιώσεις που μείωσαν το περιβαλλοντικό αποτύπωμα έως και 35%. Και συνεχίζουμε».
Το επόμενο 12μηνο, όπως τόνισε, θα είναι περίοδος ανανεωτικού επενδυτικού κύκλου με έμφαση στα νεότευκτα πλοία, ώστε ο στόλος να παραμείνει τεχνολογικά και περιβαλλοντικά ανταγωνιστικός.
Ο κ. Τσαντάνης υπογράμμισε ότι η ναυτιλία χρειάζεται ισορροπία ανάμεσα στη φιλοδοξία και στην πραγματικότητα.
«Η προσαρμογή και η ανθεκτικότητα δεν είναι θεωρητικές έννοιες. Είναι ο τρόπος που λειτουργούμε καθημερινά: επενδύσεις, τεχνογνωσία και σωστός χειρισμός ρίσκου», ανέφερε.
Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στη δομή του παγκόσμιου εμπορίου και ειδικά στον ρόλο της Κίνας, η οποία παράγει το 56% του παγκόσμιου χάλυβα.
«Οτιδήποτε χτίζεται στον κόσμο, από υποδομές μέχρι τεχνολογικό εξοπλισμό, απαιτεί χάλυβα – και αυτό κρατά την Κίνα στην καρδιά της ζήτησης», σημείωσε.
Παρά το γεγονός ότι η κινεζική αγορά βρίσκεται σε ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα δραστηριότητας σε κλάδους όπως το real estate και οι κατασκευές, ο ίδιος εκτίμησε ότι η χώρα θα αυξήσει τις εισαγωγές iron ore και bauxite κατά 3%-5% τα επόμενα χρόνια.
Ακόμη κι όταν δεν μπορεί να απορροφήσει η ίδια την εσωτερική ζήτηση, παράγει το τελικό προϊόν -χάλυβα και αλουμίνιο- που απορροφάται από τη διεθνή αγορά.
«Δεν ανησυχώ για τη ζήτηση των βασικών εμπορευμάτων. Είναι διαχρονικά ισχυρή και στηρίζεται σε θεμελιώδεις ανάγκες της παγκόσμιας οικονομίας» τόνισε.
(από την εφημερίδα «ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ»)