Η ενεργειακή μετάβαση βρίσκεται, σύμφωνα με δύο από τις πιο εμβληματικές προσωπικότητες της αιολικής βιομηχανίας, αντιμέτωπη με τη σοβαρότερη κρίση της μέχρι σήμερα. Μια παγκόσμια και ολοένα εντεινόμενη αντίδραση κατά των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, με αιχμή τις πολιτικές και τη ρητορική του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, ορθώνει εμπόδια στην πορεία προς τις πιο καθαρές μορφές ηλεκτροπαραγωγής. 

Ο Δανός, Χένρικ Στίεσνταλ και ο Βρετανός, Άντριου Γκάραρντ, ο οποίοι θεωρούνται πρωτοπόροι της τεχνολογίας των ανεμογεννητριών και έχουν βραβευθεί με το “Queen Elizabeth Prize for Engineering 2024”, δίνουν το δικό τους και εκπέμπουν σήμα κινδύνου.

Παρότι ο Τραμπ εκφράζει προσωπικές θέσεις για την κλιματική αλλαγή και την αιολική τεχνολογία, αυτές αντανακλούν, υποστηρίζουν οι δύο επιστήμονες, την αυξανόμενη επιφύλαξη των δυτικών κοινωνιών έναντι της ενεργειακής μετάβασης.

Ο Στίεσνταλ, δημιουργός του σχεδιασμού της πρώτης υπεράκτιας ανεμογεννήτριας στον κόσμο, και ο Γκάραρντ, ο οποίος σχεδίασε το υπολογιστικό εργαλείο, BLADED, που άλλαξε τον τρόπο σχεδιασμού των αιολικών πάρκων, ανησυχούν ότι ύστερα από τέσσερις δεκαετίες τεχνολογικής προόδου, η κοινωνική και πολιτική οπισθοδρόμηση μπορεί να επιβραδύνει την ανάπτυξη των καθαρών τεχνολογιών.

Η “επίθεση”, του Αμερικανού προέδρου δεν περιορίζεται πλέον στη ρητορική: Αποδομεί σταθερά τα κίνητρα που είχαν δοθεί την περίοδο Μπάιντεν, απαξιώνει δημόσια τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, σε όλο τον πλανήτη, και πιέζει χώρες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, να απαγκιστρωθούν από τα αιολικά και να στραφούν εκ νέου στα ορυκτά καύσιμα.

Στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, ο πρόεδρος Τραμπ χαρακτήρισε τις ΑΠΕ ως τη μεγαλύτερη απάτη που έχει ποτέ επιβληθεί στον κόσμο, περιέγραψε τις ανεμογεννήτριες ως παθητικές, δαπανηρές και αναποτελεσματικές και κατηγόρησε, συνολικά, την καθαρή ενέργεια ως «αστείο».

Η επιρροή μιας τέτοιας στάσης από τον ηγέτη της μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο, δεν περνά απαρατήρητη.

Ο Γκάραρντ υπογραμμίζει ότι το ζήτημα δεν αφορά μόνο στην αιολική ενέργεια, αλλά στη συνολική θέση της ανανεώσιμης ενέργειας σε ένα πολιτικοποιημένο περιβάλλον, όπου προσωπικές επιλογές ηγετών είναι ικανές να προκαλέσουν διεθνείς αναταράξεις.

Ωστόσο, πρέπει να επισημάνουμε ότι πέρα από την πολιτική ρητορική, οι ΑΠΕ αντιμετωπίζουν παράλληλα και μια κρίση κόστους. Την τελευταία τριετία, ο αιολικός και ο ηλιακός τομέας έχουν βρεθεί αντιμέτωποι με ανατιμήσεις πρώτων υλών και υλικών, προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, αυξημένο κόστος χρηματοδότησης λόγω υψηλών επιτοκίων, ασυμβατότητα με τις υφιστάμενες υποδομές δικτύων και περιορισμούς στην απορρόφηση ενέργειας.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Ørsted, ο μεγαλύτερος παγκοσμίως όμιλος υπεράκτιας αιολικής ενέργειας, που αποτέλεσε σημείο αναφοράς για τις σημερινές δυσλειτουργίες.

Υποχρεώθηκε να προβεί σε τεράστια αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, ύψους 9,35 δισ. δολαρίων, εν μέρει λόγω πολιτικών παρεμβάσεων της κυβέρνησης Τραμπ, που εμπόδισαν να τεθεί σε λειτουργία ένα σχεδόν ολοκληρωμένο έργο στις ανατολικές ακτές των ΗΠΑ. Παράλληλα, ανακοίνωσε περικοπή 2.000 θέσεων εργασίας έως το 2027.

Εξίσου καθοριστική είναι η μεταστροφή των μεγάλων ευρωπαϊκών εταιρειών πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ύστερα από μια περίοδο όπου οι BP, Shell, μεταξύ άλλων, εξήγγειλαν φιλόδοξους στόχους προς την επίτευξη ουδετερότητας άνθρακα, η ενεργειακή κρίση και η προτεραιότητα που δόθηκε στην ενεργειακή ασφάλεια, έφερε έναν  πλήρη επαναπροσδιορισμό της πολιτικής τους.

Η Shell, εγκατέλειψε πρόσφατα δύο μεγάλα υπεράκτια αιολικά έργα στην Σκωτία, ενώ και η BP ακολουθεί την ίδια τακτική. Η χαμηλή κερδοφορία των έργων ΑΠΕ, σε συνδυασμό με τα υψηλά επιτόκια καθιστούν πολλές επενδύσεις μη βιώσιμες οικονομικά. Οι εταιρείες επιστρέφουν έτσι σε αυτό που γνωρίζουν καλύτερα: την εξόρυξη και την εμπορία ορυκτών καυσίμων.

Ωστόσο, παρά τα εμπόδια, τα πιο ανταγωνιστικά έργα ΑΠΕ προχωρούν, ιδίως σε αγορές με σταθερό ρυθμιστικό περιβάλλον όπως η Κίνα και σε μικρότερο βαθμό, η Ευρώπη.

Στην Ε.Ε., η ανάγκη μείωσης της εξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο, ειδικά σε μια περίοδο έντονης γεωπολιτικής αστάθειας, ευνοεί τις επενδύσεις στον τομέα, ακόμη και ο αρχικός ενθουσιασμός έχει υποχωρήσει.

Οι επισημάνσεις των Στίεσνταλ και Γκάραρντ δεν αποτελούν απλώς μια προειδοποίηση. Αποτελεί καμπανάκι κινδύνου για το μέλλον της ενεργειακής μετάβασης σε έναν κόσμο όπου η πολιτική βούληση και η οικονομική συγκυρία μπορούν να επιταχύνουν ή να εκτροχιάσουν τα επιτεύγματα των τελευταίων δεκαετιών.

Ακολουθήστε το energia.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του energia.gr