Στην ετήσια του έκθεση για την ευρωπαική αγορά χονδρικής που δημοσιεύτηκε προ ημερών, ο ACER, αφήνει να εννοηθεί ότι για την εκτίναξη των τιμών το περασμένο καλοκαίρι συνέτρεξαν και άλλοι παράγοντες, πέραν του γνωστού εκρηκτικού «κοκτέιλ» στη ΝΑ Ευρώπη. Των ακραίων δηλαδή καιρικών συνθηκών, της υψηλής ζήτησης από την Ουκρανία, των πολλών μονάδων σε συντήρηση, των χαμηλών υδροηλεκτρικών αποθεμάτων και των περιορισμένων διαυνοριακών ροών από την Αυστρία προς τον διάδρομο «Ουγγαρία – Ρουμανία – Βουλγαρία – Ελλάδα».
Στα συμπεράσματα της έρευνας αναδεικνύει το γεγονός ότι «η συμπεριφορά υποβολής των προσφορών από τους συμμετέχοντες στην αγορά αλλάζει όταν η αγορά είναι σφιχτή», δηλαδή όταν η διαθέσιμη προσφορά είναι περιορισμένη και η ζήτηση υψηλή, όπως συνέβη κατά το περυσινό καλοκαίρι. «Αυτό υποδηλώνει ότι σε τέτοιες περιπτώσεις η άσκηση της δύναμης στην αγορά γίνεται πιο κερδοφόρα», όπως αναφέρει.
Κυρίως όμως συστήνει την «περαιτέρω ανάλυση από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές (σσ: ΡΑΑΕΥ) και τις αρχές ανταγωνισμού σχετικά με το εάν η ισχύς στην αγορά χρησιμοποιήθηκε για χειραγώγηση της αγοράς ή κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης (για παράδειγμα, με τη μορφή παρακράτησης παραγωγικής ικανότητας)».
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, η ΡΑΑΕΥ, η οποία τότε είχε διερευνήσει το θέμα, αλλά δεν είχε εντοπίσει κερδοσκοπικές πρακτικές, πρόκειται να το επανεξετάσει, με βάση και τα ευρήματα του ACER και να αναλύσει ξανά κατά πόσο κάποιες προσφορές, είχαν ωθήσει τις τιμές προς τα πάνω.
Τα τέσσερα σενάρια
Στην έκθεση που δημοσιεύει ο Ευρωπαίος Ρυθμιστής, αναλύει 93 περιπτώσεις τιμών τα βράδια (20:00 τοπική ώρα), δηλαδή 93 ζεύγη καμπυλών ζήτησης και προσφοράς, κατά την επίμαχη περίοδο μεταξύ 15 Ιουνίου – 15 Σεπτεμβρίου 2024. Και για να εξετάσει κατά πόσο υπήρξε χειραγώγηση, δημιούργησε τέσσερα σενάρια : Το βασικό, το σενάριο πίεσης, το κρίσιμο και το ακραίο.
Στο σενάριο πίεσης για παράδειγμα, τα αποτελέσματα υποδηλώνουν μια αλλαγή στη συμπεριφορά υποβολής προσφορών από τους συμμετέχοντες στην αγορά, τόσο στις εντολές ζήτησης όσο και στις εντολές προσφοράς, η οποία μπορεί να επηρέασε τη διαμόρφωση των τιμών και να συνέβαλε στην εκτίναξη τους.
Το κρίσιμο σενάριο δείχνει ένα μοτίβο ακόμη πιο έντονο από το προηγούμενο, δηλαδή μια κάθετη απότομη αύξηση τιμών πριν το σημείο εκκαθάρισης της αγοράς και ενώ καμία εντολή πώλησης δεν υποβλήθηκε μεταξύ 200- 900 €/MWh. Στο δε, ακραίο σενάριο, αυτό της 4ης Σεπτεμβρίου (20:00), οι τιμές εκκαθάρισης της αγοράς είχαν διαμορφωθεί στα 942 € /MWh.
Στο υποθετικό, μάλιστα, σενάριο που κατά τις κρίσιμες βράδυνες ώρες του καλοκαιριού του 2024 υπήρχε επιπλέον επιπλέον ισχύ 650 MWh στο ελληνικό σύστημα, τότε οι τιμές θα είχαν μειωθεί ακόμη και κατά 630 €/MWh. Δηλαδή θα είχαν διαμορφωθεί στα 312 €/ MWh, σύμφωνα με τον ACER.
Στη πράξη, η ανάλυση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι όταν η αγορά είναι πιεσμένη, τότε αφενός η μη διαθέσιμη παραγωγική ικανότητα ή οι περιορισμοί στο διασυνοριακό εμπόριο έχουν σημαντικό αντίκτυπο στις τιμές, ενώ η άσκηση ισχύος στην αγορά γίνεται πιο κερδοφόρα.
Στο θέμα των συμπεριφορών γύρω από τη διαμόρφωση των τιμών πέρυσι το καλοκαίρι αναφέρθηκε από το χθεσινό 29ο συνέδριο του ΙΕΝΕ, ο Προεδρος της ΕΒΙΚΕΝ Αντώνης Κοντολέων, επαναλαμβάνοντας παλαιότερες καταγγελίες για «παιχνίδια» στην αγορά με υπερδηλώσεις φορτίων και κάνοντας ειδική μνεία στα κόστη της αγοράς εξισορρόπησης που αυξάνονται ραγδαία.
H αναφορά παραπέμπει στον «Λογαριασμό Προσαυξήσεων 3», (ΛΠ3) – για τον οποίο έχει κάνει σχετικές μελέτες η Grant Thorton – και αποτελεί μια από τις βασικές παραμέτρους για την τελική διαμόρφωση του χονδρεμπορικού κόστους, καθώς περιλαμβάνει χρεώσεις γύρω από τη λειτουργία της αγοράς εξισορρόπησης, τις απώλειες του συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και άλλες ρυθμιζόμενες χρεώσεις.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΒΙΚΕΝ το κόστος αυτό αναμένεται να φθάσει τα 771 εκατ. ευρώ το 2025, έναντι 550 εκατ το 2024, γεγονός που μεταφράζεται σε 19,1€/ MWh φέτος έναντι 15,4 €/ MWh πέρυσι. Αντίστοιχα ανοδικά κινείται και ένας άλλος αντίστοιχος λογαριασμός (ΛΠ2), που αναμένεται να φθάσει φέτος στα 216 εκατ έναντι 180 εκατ πέρυσι.
*Από euro2day.gr