Σοβαρά και ανησυχητικά ευρήματα φέρνει στο φως νέα ανεξάρτητη μελέτη του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, η οποία τεκμηριώνει εκτεταμένη και ενδεχομένως μη αναστρέψιμη υποβάθμιση των λιβαδιών Ποσειδωνίας (Posidonia oceanica) στον Αργοσαρωνικό. Οι επιστήμονες καταγράφουν έντονη πίεση από τις υφιστάμενες μονάδες εντατικής ιχθυοκαλλιέργειας, με εστία το νησί του Πόρου, ενώ η ανησυχία μεγαλώνει ενόψει του σχεδίου για ριζική επέκταση των Περιοχών Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών – από περίπου 9.000 σε περισσότερα από 240.000 στρέμματα θαλάσσιας έκτασης.

Μέχρι σήμερα, η διαθέσιμη γνώση για το περιβαλλοντικό και κοινωνικο-οικονομικό αποτύπωμα της υδατοκαλλιέργειας στην περιοχή ήταν ελλιπής. Η μελέτη στοχεύει να ενισχύσει τη γνώση για την ορθότερη λήψη αποφάσεων και να υποστηρίξει τις αρμόδιες αρχές και τις τοπικές κοινωνίες και φορείς με δεδομένα, ώστε να συμμετέχουν ουσιαστικά στη διαμόρφωση του μοντέλου ανάπτυξης της περιοχής τους.
Επιστημονικά τεκμηριωμένα ευρήματα
Η μελέτη ανατέθηκε στο διεθνούς κύρους Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, αναγνωρισμένο διεθνώς για την τεχνογνωσία του στα θαλάσσια κοινωνικο-οικολογικά συστήματα, και χρηματοδοτήθηκε από το Argosaronic Environment Foundation (AEF) και το Rauch Foundation, με την υποστήριξη της τοπικής οργάνωσης Katheti. Αποτελεί συνέχεια προηγούμενων κοινών δράσεων, όπως η χαρτογράφηση των λιβαδιών Ποσειδωνίας στον Πόρο και τα Μέθανα, και στόχο έχει την παροχή τεκμηριωμένων δεδομένων προς τις αρχές και τις τοπικές κοινωνίες, ώστε να μπορούν να συμμετέχουν ουσιαστικά στη χάραξη πολιτικής για την περιοχή τους.
Τα πρώτα αποτελέσματα είναι αποκαλυπτικά: η υποβάθμιση των λιβαδιών εκτείνεται σε απόσταση έως και 900 μέτρων από τις μονάδες – πολλαπλάσια από τα όρια που προτείνουν προηγούμενες επιστημονικές μελέτες. Σε ακτίνα 450 μέτρων, η κάλυψη της Ποσειδωνίας εμφανίζεται μειωμένη κατά 53%, ενώ τα φύλλα της έχουν μικρύνει σε μήκος έως και κατά 46% μέσα σε εικοσαετία. Ακόμη και 14 χρόνια μετά την απομάκρυνση μονάδων, το οικοσύστημα δείχνει να μην έχει ανακάμψει. Οι επιστήμονες κάνουν λόγο για περιορισμένη ανθεκτικότητα και ελάχιστη ικανότητα φυσικής αναγέννησης, αφού η Ποσειδωνία επεκτείνεται με ρυθμό μόλις 1 έως 6 εκατοστά το χρόνο. Σε ορισμένες περιοχές, η συνολική έκταση των υποβαθμισμένων βιοτόπων εκτιμάται ότι θα μπορούσε να διπλασιαστεί – από 8,5 σε 15,6 τετραγωνικά χιλιόμετρα.
Πέρα από την ίδια την οικολογική φθορά, η μελέτη αναδεικνύει κάτι βαθύτερο: την έλλειψη ουσιαστικού σχεδιασμού. Ο υφιστάμενος χωροταξικός χάρτης –σε ισχύ από το 2011– επιτρέπει τη λειτουργία μονάδων μόλις 50 μέτρα από την ακτογραμμή, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα οικολογικά όρια, οι αλληλεπιδράσεις με άλλες δραστηριότητες ή η συσσωρευτική πίεση στο θαλάσσιο περιβάλλον. Αποσιωπώνται οι επιπτώσεις στην τουριστική δραστηριότητα και τη μικρής κλίμακας αλιεία, ενώ οι τοπικές κοινωνίες μένουν στο περιθώριο όταν λαμβάνονται κρίσιμες αποφάσεις για το μέλλον του τόπου τους.
Καθαρό πλαίσιο προστασίας και συμμετοχής: Τι απαιτείται από εδώ και πέρα
Αυτό που αναδεικνύεται με σαφήνεια είναι η ανάγκη για ένα νέο θεσμικό και χωροταξικό πλαίσιο, που θα βασίζεται σε τεκμηριωμένα δεδομένα, τις αρχές της βιωσιμότητας και τις τοπικές ανάγκες.
Απαιτείται η αποτελεσματική προστασία των οικοσυστημάτων και η διαφύλαξη των φυσικών πόρων, με έμφαση στη διατήρηση επαρκών αποστάσεων από ευαίσθητους βιότοπους, όπως τα λιβάδια Ποσειδωνίας. Η πρόβλεψη τέτοιων αποστάσεων θα πρέπει να βασίζεται τόσο στη νομοθεσία όσο και στις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές, λαμβάνοντας υπόψη τα νέα επιστημονικά δεδομένα και την ανάγκη τροποποίησης του χωροταξικού σχεδιασμού του 2011. Στο επίκεντρο των προτάσεων βρίσκεται η κατάρτιση ενός ολοκληρωμένου Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδίου, το οποίο θα εξισορροπεί την ανάγκη για παραγωγική δραστηριότητα με την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και τη διασφάλιση της κοινωνικής αποδοχής. Παράλληλα, κρίνεται κρίσιμη η ενίσχυση του θεσμικού διαλόγου, ώστε να διαμορφωθεί ένα βιώσιμο, συμμετοχικό και δίκαιο αναπτυξιακό μοντέλο για τον Πόρο και τον ευρύτερο Αργοσαρωνικό, που θα σέβεται το περιβάλλον και θα λειτουργεί προς όφελος των τοπικών κοινοτήτων και των μελλοντικών γενεών.
Τα αποτελέσματα της μελέτης παρουσιάστηκαν και στη Βουλή των Ελλήνων, πλαισιωμένα από παρεμβάσεις νομικών, επιστημόνων και εκπροσώπων της τοπικής αυτοδιοίκησης. Όπως υπογράμμισε η Εύα Δουζίνα, Πρόεδρος του Rauch Foundation, «η δύναμη των επιστημονικών δεδομένων που έχουμε στα χέρια μας είναι αρκετή για να σταματήσει κάθε σχέδιο που θέτει σε κίνδυνο την Ποσειδωνία. Το μέλλον της Μεσογείου εξαρτάται από τη σοφία των σημερινών μας αποφάσεων».

Η Δάφνη Μαντζιού, Εκτελεστική Διευθύντρια του AEF πρόσθεσε: “Είμαστε περήφανοι που κινητοποιήσαμε αυτήν την επιστημονική έρευνα, η οποία προσφέρει τεκμηριωμένα δεδομένα για την καθοδήγηση βιώσιμων επιλογών στον χωροταξικό σχεδιασμό. Ως Ίδρυμα, παραμένουμε σταθερά προσηλωμένοι στη διαφύλαξη του φυσικού πλούτου του Αργοσαρωνικού και στη στήριξη ενεργών τοπικών κοινωνιών που διαμορφώνουν το μέλλον του τόπου τους.”