Γενικά θετικό είναι το οικονομικό κλίμα στην Ελλάδα, σύμφωνα με την νέα τριμηνιαία έκθεση του ΙΟΒΕ. Όπως αναδεικνύουν τα πιο πρόσφατα στοιχεία του ΙΟΒΕ, η ελληνική οικονομία βιώνει μία ευρύτερη θετική τάση, σε αντιδιαστολή με μεγάλο μέρος της υπόλοιπης Ευρώπης. Εντούτοις, οι κίνδυνοι ελλοχεύουν, τόσο λόγω 

των διεθνών συγκυριών, όσο και των δομικών ζητημάτων της ελληνικής οικονομίας. Ως εκ τούτου, ο ΙΟΒΕ προχώρησε σε μείωση του ποσοστού προβλεπόμενης ανάπτυξης στο 2,1% για το 2024.

Ναι στην αισιοδοξία αλλά όχι στον εφησυχασμό προτείνει το ΙΟΒΕ. Η γενική εικόνα της ελληνικής οικονομίας είναι θετική, κάτι που φαίνεται και από αρκετούς σχετικούς δείκτες, όπως η τόνωση της κατανάλωσης, η ενίσχυση των εξαγωγών υπηρεσιών, και η διαχρονικά υψηλή εξωστρέφεια. Από την άλλη πλευρά, ζητήματα όπως ο πληθωρισμός, η ανεργία, και η παραγωγικότητα συνεχίζουν να απειλούν τα επιτεύγματα της ελληνικής οικονομίας.

Όπως τόνισε ο Νίκος Βέττας, Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, ο ρυθμός προσέλκυσης παραγωγικών επενδύσεων θα είναι ο παράγοντας κλειδί για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας. Εντούτοις, μία σημαντική πρόκληση αποτελεί η απουσία καταρτισμένου προσωπικού, κάτι που θα μπορούσε να επιλυθεί με την επιστροφή των Ελλήνων που έφυγαν κατά την περίοδο της κρίσης, καθώς και την προσέλκυση ξένου ανθρώπινου δυναμικού.

Όσον αφορά στο πολυσυζητημένο Ταμείο Ανάκαμψης, τα θετικά αποτελέσματά του δεν έχουν φανεί πλήρως στην Ελλάδα. Αφενός γιατί η πλειοψηφία των εκταμιευμένων πόρων βρίσκονται σε εκκρεμότητα μέχρι το 2026, αφετέρου γιατί οι υφιστάμενες επενδύσεις θα αρχίσουν να αποδίδουν μέσα στην τρέχουσα διετία 2024-2025.

Μία βραδυφλεγής βόμβα είναι οι συσσωρευμένες κρίσεις που έχει βιώσει η Ευρωπαϊκή Ένωση τα τελευταία χρόνια. Αυτές οι κρίσεις (οικονομική κρίση, πανδημία, πόλεμοι σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή) δεν έχουν αποτυπωθεί ακόμα στους οικονομικούς δείκτες, ενώ η Ευρώπη είναι η περιοχή που πλήττεται περισσότερο από τις δύο εμπόλεμες συγκρούσεις στη γειτονιά της. Το μέλλον αυτών των συγκρούσεων είναι αβέβαιο και η ΕΕ δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να εφησυχάσει.

Το υψηλό ενεργειακό κόστος και οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής είναι δύο ακόμα από τις προκλήσεις για την ελληνική οικονομία. Το υψηλό ενεργειακό κόστος που κατεγράφη το 2023 επηρέασε σημαντικά την ανάκαμψη της εθνικής οικονομίας μετά την πανδημία. Δεδομένης της μείωσης των τιμών ενέργειας κατά το 2024, δημιουργείται η ελπίδα για επιτάχυνση των θετικών εξελίξεων. Επιπροσθέτως, οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, οι οποίες έπληξαν με μένος της Ελλάδα το 2023, θα παραμείνουν μία μόνιμη απειλή για την ευρωστία της ελληνικής οικονομίας.

Μία σημαντική παρατήρηση του κ. Βέττα ήταν πως ενώ η Ελλάδα έχει υλοποιήσει σημαντικές μεταρρυθμίσεις από το 2008 και μετά, στην πραγματικότητα πρόκειται για την ίδια οικονομία. Δηλαδή, η ελληνική οικονομία δεν έχει προχωρήσει ακόμα σε ένα ποιοτικό άλμα.