Επειτα από δύο δεκαετίες στη διάρκεια των οποίων οι πλούσιες και οι φτωχές χώρες ανά τον κόσμο έτειναν να συγκλίνουν, με τις ανισότητες ανάμεσά τους να γεφυρώνονται έστω και οριακά, τώρα η διαδικασία αντιστρέφεται, οι οικονομίες αποκλίνουν και το χάσμα της ανισότητας διευρύνεται

Ενας από τους καθοριστικούς παράγοντες αυτής της αντιστροφής ήταν η ύφεση της πανδημίας από την οποία ανακάμπτουν μεν πολλές χώρες αλλά όχι όλες. Οι φτωχότερες χώρες του κόσμου όχι μόνον δεν ανακάμπτουν αλλά βλέπουν διαρκώς τις οικονομίες τους και το βιοτικό τους επίπεδο να επιδεινώνεται, ενώ ο πλούτος συγκεντρώνεται όλο και περισσότερο σε λιγότερα χέρια.

Στα συμπεράσματα αυτά καταλήγει σχετική μελέτη του αναπτυξιακού προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών (UNDP) για τη διετία 2023-2024 που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα και υπογραμμίζει ορισμένες από τις πλέον ακραίες πλευρές της ανισότητας μεταξύ χωρών. Οπως τονίζει το UNDP, το 40% του παγκόσμιου εμπορίου είναι συγκεντρωμένο το πολύ σε τρεις χώρες, ενώ η αθροιστική χρηματιστηριακή αξία των τεχνολογικών κολοσσών Amazon, Apple και Microsoft είναι μεγαλύτερη από το άθροισμα του ΑΕΠ τουλάχιστον του 90% των 193 χωρών-μελών του ΟΗΕ. Σχολιάζοντας τα πορίσματα της μελέτης, ο Αχίμ Στάινερ, επικεφαλής του UNDP, μίλησε για «ισχυρότατο προειδοποιητικό μήνυμα», αυτό της απόκλισης των χωρών. «Βλέπουμε τη σύγκριση ανάμεσα στον κόσμο των πλούσιων χωρών και τον κόσμο των φτωχών χωρών και βλέπουμε πως η ανθρώπινη ανάπτυξη είναι εξαιρετικά άνιση και ατελής», υπογράμμισε ο κ. Στάινερ στο πλαίσιο της συνέντευξης Τύπου μετά την παρουσίαση των πορισμάτων της μελέτης. Διευκρίνισε μάλιστα πως αυτή η άνιση ανάπτυξη καθιστά τον κόσμο πιο ευάλωτο και παράλληλα «δημιουργεί περισσότερη δυστυχία και εκτεταμένη φτώχεια και ανισότητα».

Εξετάζοντας τα τελευταία στοιχεία για τις οικονομίες και το βιοτικό επίπεδο των χωρών, το εν λόγω πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών διαπίστωσε πως οι 10 χώρες με τη μεγαλύτερη ανθρώπινη ανάπτυξη είναι οι Ελβετία, Νορβηγία, Ισλανδία, Χονγκ Κονγκ, Δανία, Σουηδία, Γερμανία, Ιρλανδία, Σιγκαπούρη και Αυστραλία. Αντίθετα με ό,τι θα περίμενε κανείς οι ΗΠΑ και το Λουξεμβούργο βρίσκονται μόλις στην 20ή θέση στην παγκόσμια κατάταξη. Στον αντίποδα βρίσκονται οι χώρες με τη μικρότερη ανθρώπινη ανάπτυξη και είναι οι Σιέρα Λεόνε, Μπουρκίνα Φάσο, Υεμένη, Μπουρούντι, Μάλι, Τσαντ, Νιγηρία, Κεντρική Αφρικανική Δημοκρατία, Νότιο Σουδάν και Σομαλία. Με μόνη εξαίρεση τη χειμαζόμενη από τους εμφυλίους Υεμένη, όλες οι άλλες χώρες βρίσκονται στην Αφρική.

Αναφερόμενος, άλλωστε, στις προκλήσεις της εποχής μας, ο κ. Στάινερ τόνισε πως οι χώρες ανά τον κόσμο πρέπει να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να αντιμετωπίσουν τις μεγάλες απειλές του 21ου αιώνα και ιδιαιτέρως την κλιματική αλλαγή, την επόμενη πανδημία, την ανάδυση της ψηφιακής οικονομίας και την τεχνητή νοημοσύνη. Αντ’ αυτού, όμως, βλέπουμε όλο και περισσότερους διχασμούς, πόλωση και αυξανόμενη δυσφορία. Υπογράμμισε ότι χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στο θέμα της ανισότητας καθώς έχει γίνει πλέον τόσο ακραία ώστε διαβρώνει συστηματικά την πολιτική βούληση για συνεργασία.

Τόνισε μάλιστα πως συνήθης αντίδραση σε αυτά τα προβλήματα είναι ο ανερχόμενος λαϊκισμός που στρέφεται φαινομενικώς κατά των ελίτ και είναι εχθρικός προς τους διεθνείς οργανισμούς και την πολυμερή συνεργασία. Το σχόλιό του αποτελούσε αναφορά σε ένα από τα πορίσματα της μελέτης του UNDP ότι καθοριστικός ανασταλτικός παράγοντας που αποτρέπει τη συλλογική δράση κατά των σημαντικότερων προβλημάτων είναι «το παράδοξο της δημοκρατίας»: ότι το 90% των ανθρώπων παγκοσμίως πιστεύει μεν στη δημοκρατία αλλά για πρώτη φορά πάνω από το 50% των ερωτηθέντων σε παγκόσμια έρευνα εκφράζει την υποστήριξή του σε ηγέτες που υπονομεύουν τα θεμέλια του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Σύμφωνα με τον κ. Στάινερ, οι συγκρούσεις λόγω εδαφικών διεκδικήσεων θα εξακολουθήσουν να προκύπτουν ανάμεσα σε χώρες, αλλά οι απειλές που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα τον 21ο αιώνα θα απαιτούν συχνά την ικανότητα της συνεργασίας. Οπως υπογράμμισε χαρακτηριστικά, «οδηγούμαστε όλο και βαθύτερα σε μια νέα κατάσταση στην οποία υπονομεύεται η δυνατότητά μας να αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα». Σε μια εμφανή προσπάθεια, άλλωστε, να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου και να ευαισθητοποιήσει ηγεσίες και κυβερνήσεις, ο κ. Στάινερ τόνισε πως «δεν μπορεί κανείς να σταματήσει την κλιματική αλλαγή στέλνοντας πυραύλους, δεν μπορεί κανείς να εμποδίσει την επόμενη πανδημία με τεθωρακισμένα και σίγουρα δεν μπορεί κανείς να σταματήσει το έγκλημα στον κυβερνοχώρο με πυραύλους». Η εν λόγω μελέτη καταλήγει σε μια έκκληση προς τις κυβερνήσεις να αυξήσουν τις δαπάνες για τα δημόσια αγαθά που ωφελούν όλο τον κόσμο, ανάμεσα στα οποία θα είναι και η σταθεροποίηση του κλίματος και του πλανήτη, η παρακολούθηση των νέων τεχνολογιών και η βελτίωση του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος προκειμένου να ωφεληθούν οι χώρες χαμηλού εισοδήματος.

(από την εφημερίδα “ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ”)