Μπορεί οι διεθνείς τιμές του αργού πετρελαίου να ανέκαμψαν τις τελευταίες ημέρες  από το χαμηλό επίπεδο των $ 37 το βαρέλι για την ποικιλία Brent που βρέθηκαν την περασμένη εβδομάδα, όμως η όλη εικόνα και στις δύο όχθες του Ατλαντικού παραμένει λίαν αποκαρδιωτική. Να σημειώσουμε ότι ενωρίς σήμερα το πρωί το Brent διαπραγματεύετο στα $39,94 το βαρέλι έχοντας σημειώσει άνοδο κατά $ 2,5 σε σύγκριση με την περασμένη Παρασκευή, ενώ η Αμερικανική ποικιλία WTI 

εμπορεύετο στα $ 37,78 το βαρέλι αργά εχθές το βράδυ στο NYMEX της Νέας Υόρκης, έχοντας και αυτό ανατιμηθεί κατά $ 1,5 το βαρέλι τις τελευταίες ημέρες. Για λόγους αναφοράς θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι οι διεθνείς τιμές αργού έχουν ανακάμψει σημαντικά στην ζώνη των $ 40 το βαρέλι που κινήθηκαν το τελευταίο δίμηνο σε σχέση με το επίπεδο των $ 18-$20 που βρέθηκαν τον περασμένο Απρίλιο κατά την κορύφωση του παγκόσμιου lockdown. Έκτακτα μέτρα περιορισμού της παραγωγής που έλαβε η ομάδα των OPEC+ τον περασμένο Απρίλιο, με την πλήρη υποστήριξη της κυβέρνησης Trump, επέφεραν μια ισορροπία στην παγκόσμια αγορά με το Brent να ανακάμπτει στα $ 47 το βαρέλι το καλοκαίρι που πέρασε. Όμως ουδέποτε υπήρξε πλήρης ανάκαμψη, σε σχέση με τις τιμές του 2019 όπου η μέση τιμή Brent διαμορφώθηκε στα $64 το βαρέλι ενώ το 2018 κινήθηκε στα $ 71 το βαρέλι.

Έγκριτοι αναλυτές και ανώτερα στελέχη πετρελαικών εταιρειών σε Ευρώπη και ΗΠΑ αναθεωρούν διαρκώς τις προβλέψεις τους για την εξέλιξη της ζήτησης για τα επόμενα τρίμηνα  για όλη την γκάμα των διακινούμενων προϊόντων. Το δεύτερο κύμα της πανδημίας του κορωνοϊού το οποίο εξεδηλώθη με ιδιαίτερη σφοδρότητα τις τελευταίες εβδομάδες έχει δημιουργήσει τεράστια αβεβαιότητα στην πετρελαϊκή αγορά αφού είναι σχεδόν αδύνατο να προβλέψει κάποιος τις αρνητικές επιπτώσεις που θα έχει στην εξέλιξη της ζήτησης τόσο σε εθνικό όσο και σε περιφερειακό, πόσο μάλλον σε παγκόσμιο, επίπεδο. Τόσο ο OPEC όσο και ο ΙΕΑ με μικρές αποκλίσεις εκτιμούν ότι η παγκόσμια πετρελαϊκή ζήτηση το 2020 θα κινηθεί στο επίπεδο των 90 εκατ. βαρελιών την ημέρα, δηλ. -10% σε σύγκριση με το 2019.

Στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης και της Ρωσικής αγοράς,  όπου η ζήτηση το 2019 ήτο στα περίπου 20 εκατ. βαρ/ημέρα, το Απρίλιο έκανε βουτιά στα 14 εκατ. βαρ. για να ανακάμψει στα 18-19 εκατ. βαρ. τον Οκτώβριο. Με εκτεταμένα πλέον lockdown στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες σε μια απέλπιδα προσπάθεια αντιμετώπισης τς εξάπλωσης της πανδημίας, η ζήτηση αναμένεται να μειωθεί στα 17-18 εκατ. βαρ/ημέρα. Χαρακτηριστικά ο Νορβηγικός συμβουλευτικός οργανισμός Rystad Energy προβλέπει ότι η ζήτηση  πετρελαιοειδών σε Γαλλία και Γερμανία, που είναι οι μεγαλύτεροι καταναλωτές στην Ευρώπη, αναμένεται να υποχωρήσει στα 2,3 εκατ. βαρ/ημέρα σε σύγκριση με τα 4,0 εκατ. βαρέλια που είναι η κατανάλωση υπό ομαλές συνθήκες. Ένας άλλος ανεξάρτητος συμβουλευτικός οίκος, η Βρεττανική Energy Aspects, ενημέρωσε τους πελάτες της ότι για το Α Τρίμηνο του 2021 αναμένει μείωση της ζήτησης κατά 1,7 εκατ. βαρ/ημέρα, εκτιμώντας ότι πολλές άλλες χώρες πέρα της Ευρώπης θα αναγκαστούν να προχωρήσουν σε lockdowns για να εμποδίσουν την εξάπλωση της πανδημίας.

Από την μία πλευρά η μεγάλη μείωση της ζήτησης με την συνεπακόλουθη κατακρήμνιση των διεθνών τιμών και η επιχειρούμενη βιαστική μετάβαση σε εναλλακτικές πηγές ενέργειας (ΑΠΕ και υδρογόνο), με πλέον κτυπητό  παράδειγμα το Green Deal της ΕΕ, έχουν συμβάλλει στην απαξίωση των πετρελαϊκών εταιρειών παγκοσμίως. Ενδεικτικά η χρηματιστηριακή αξία των ΒΡ, Shell, Repsol και ΕΝΙ έχει υποχωρήσει κατά 60% μέσα στο 2020. Αντιδρώντας στην αρνητική αυτή συγκυρία και σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσουν τις αυξανόμενες ζημίες οι εταιρείες προχωρούν σε περιορισμό των ερευνητικών budgets τους και κατάργηση θέσεων εργασίας. Χαρακτηριστικά η μεγαλύτερη πετρελαϊκή εταιρεία στις ΗΠΑ, η Exxon Mobil ανακοίνωσε ζημιές για τρίτο συναπτό τρίμηνο, δρομολογώντας τη μείωση του προσωπικού της κατά 15% η 14.000 υπαλλήλους. Υπολογίζεται ότι από τις αρχές του έτους έχουν ανακοινωθεί περίπου 400.000 απολύσεις από εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου σε παγκόσμιο επίπεδο.

Τόσο η αβεβαιότητα για το τελικό αποτέλεσμα των Αμερικανικών εκλογών όσο και η αμφίσημη στάση του OPEC+ αναφορικά με μια ενδεχόμενη αύξηση της παραγωγής πετρελαίου, δρουν αρνητικά στην προοπτική ανάκαμψης των τιμών ενώ θετικά δρα η συνεχιζόμενη μείωση των αποθεμάτων στις χώρες του ΟΟΣΑ που έτρεχε  στα - 2,0 εκατ. βαρ./ ημέρα για Σεπτέμβριο και Οκτώβριο. Με τον ΙΕΑ στην τελευταία του μηνιαία έκθεση να αναφέρει ότι τα αποθέματα των χωρών του ΟΟΣΑ έχουν αρχίσει όντως  να μειώνονται συνολικά φθάνοντας τα 3194 εκατ. βαρ. τον Αύγουστο, από τα 3403 που είχαν κορυφωθεί τον Ιούλιο, σε σύγκριση με τα 2900 εκατ. βαρ. που ήσαν τον περασμένο Ιανουάριο.

Τέλος, αβεβαιότητα χαρακτηρίζει και την Ελληνική αγορά καυσίμων αφού ακόμα δεν μπορεί να συνέλθει από το σοκ του περασμένου Μαρτίου-Απριλίου που είδε την ζήτηση να κάνει βουτιά κατά -57%. Έκτοτε οι πωλήσεις των περισσότερων προϊόντων ανέκαμψαν αλλά σαφέστατα κινούνται σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο σε σχέση με το 2019. Όπως ανέφερε η τελευταία μελέτη του ΙΟΒΕ (εδώ) για την Ελληνική πετρελαϊκή αγορά βενζίνες και ντίζελ σημείωσαν μείωση -14,4 % και -10,7% αντίστοιχα το τελευταίο 9μηνο ενώ τα αεροπορικά καύσιμα υπέστησαν σωστή πανωλεθρία στα -67,9%.  Όπως μας ανέφεραν στελέχη των εταιρειών οιαδήποτε πρόβλεψη για το τρέχον τρίμηνο είναι παρακινδυνευμένη αφού ουδείς πραγματικά γνωρίζει για το πως θα κινηθεί η αγορά  εν όψει επέκτασης των περιοριστικών μέτρων πανελλαδικά.