Αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι σ' έναν εξαιρετικά επιβαρημένο περιβαλλοντικά πλανήτη η ηλεκτροκίνηση κερδίζει συνεχώς έδαφος ως μοναδική αξιόπιστη «πράσινη» λύση.

Το παρατηρούμε ειδικά τα τελευταία χρόνια στα αυτοκίνητα, καθώς η τεχνολογία έχει καταφέρει να παράξει υψηλής χωρητικότητας μπαταρίες, οι οποίες επαναφορτίζονται σε λίγα λεπτά της ώρας με ταχυφορτιστή. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια πάντως κανείς δεν θα μπορούσε να διανοηθεί ότι η συγκεκριμένη τεχνολογία θα περνούσε και στα πλοία!

Σύμφωνα με έκθεση του ΟΟΣΑ, η οποία δημοσιοποιήθηκε πριν από λίγες ημέρες, η παγκόσμια ναυτιλιακή δραστηριότητα ευθύνεται για την απελευθέρωση στον αέρα 1.000 εκατομμυρίων τόνων διοξειδίου του άνθρακα κάθε χρόνο και αυτοί οι ρύποι μπορούν να μειωθούν δραστικότατα πλησιάζοντας τους μηδενικούς μέχρι το 2035, εάν ληφθούν συνδυαστικά μια σειρά τεχνικών, λειτουργικών και πολιτικών μέτρων.

Πώς όμως μπορεί να επιτευχθεί ένας τόσο φιλόδοξος στόχος;

Οπως επισημαίνει σε σχετικό άρθρο του το ερευνητικό περιοδικό της Κομισιόν «EU Research Magazine», η λύση βρίσκεται και πάλι στην ηλεκτροκίνηση, μόνο που αυτή τη φορά αφορά τα πλοία και η πιλοτική, πρώτη εφαρμογή της θα γίνει φέτος το καλοκαίρι στη Δανία, όπου ένα αμιγώς ηλεκτροκίνητο φέρι θα πραγματοποιεί το δρομολόγιο από τη νήσο Αερόε στις μεγάλες πόλεις της σκανδιναβικής χώρας, αντικαθιστώντας μάλιστα σταδιακά τα πετρελαιοκίνητα φέρι. Πάντως η γειτονική Νορβηγία έχει ήδη δρομολογήσει ένα ηλεκτροκίνητο φέρι μπόουτ από το 2015, το οποίο μεταφέρει με μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα, 360 επιβάτες και 120 αυτοκίνητα!

Οπως τονίζει η δόκτωρ Τρίνε Χάινεμαν, η συντονίστρια για το σχέδιο των Ε-Ferry, «η χώρα της έχει μια μακρά παράδοση στην ενεργειακή αυτάρκεια χάρη στην αξιοποίηση εναλλακτικών μορφών ενέργειας και έχουμε κάθε συμφέρον να προχωρήσουμε αυτό το σχέδιο. Τα επιβατικά πλοία, αν και ρυπαίνουν σαφώς λιγότερο από τα αεροπλάνα, έχουν πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες να περιορίσουν τους ρύπους τους και ήδη σε ορισμένα λιμάνια του πλανήτη, τόσο στην Ευρώπη όσο και τις ΗΠΑ, τα βαρέα οχήματα που κάνουν μεταφορά εμπορευμάτων κινούνται με ηλεκτροκινητήρες.

Το μείζον πρόβλημα της ηλεκτροκίνησης ως γνωστόν εντοπίζεται στη χωρητικότητα, τον όγκο, αλλά και το βάρος των μπαταριών, με την τεχνολογία να κάνει μικρά θαύματα κάθε χρόνο που περνάει. Για τον λόγο αυτό κατέστη δυνατό, όπως και στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, η χρήση ηλεκτρικού κινητήρα και στα πλοία. Μέχρι πριν από μερικά χρόνια ένα ηλεκτροκίνητο πλοίο μπορούσε να διανύσει μόλις δύο μίλια, ενώ τώρα μπορεί να καλύψει απόσταση 22 μιλίων και σε 20 λεπτά (χρόνος που απαιτείται, ούτως η άλλως, για την επιβίβαση και αποβίβαση επιβατών και οχημάτων) να επαναφορτίσει σε ποσοστό 80% τις μπαταρίες του προκειμένου να κάνει την επόμενη διαδρομή. Οσο για τον πάροχο του ρεύματος, προς το παρόν είναι η επιχείρηση Ηλεκτρισμού της Δανίας, αλλά καθώς η νήσος Αερόε εφοδιάζεται διαρκώς με νέες ανεμογεννήτριες και συστοιχίες φωτοβολταϊκών σε λίγο καιρό θα αποκτήσει ενεργειακή αυτάρκεια αποκλειστικά από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Ενα άλλο μείζον ζήτημα που αφορά τα ηλεκτρικά κινούμενα πλοία είναι αυτό της ασφάλειας (αφού οι μπαταρίες που χρησιμοποιούνται για πλεούμενα χρειάζονται μια ειδική έγκριση), καθώς κινδυνεύουν να προκαλέσουν φωτιά εάν σημειωθεί βραχυκύκλωμα. Για τον λόγο αυτό τα συγκεκριμένα πλεούμενα είναι εφοδιασμένα με έναν ειδικό πυροσβεστικό αφρό, τον οποίο παράγει η γερμανο-ελβετική εταιρεία Leclanche, η οποία είναι η μόνη που έχει πάρει άδεια χρήσης των μπαταριών της σε πλεούμενα.

Επιπροσθέτως, όπως τονίζει το ρεπορτάζ του τεχνολογικού περιοδικού, το κόστος των μπαταριών πέφτει διαρκώς καθιστώντας ακόμη πιο συμφέρουσα από κάθε άποψη την ηλεκτρική επιλογή.

Τέλος, ακόμα ένας τομέας στη ναυτιλία, ο οποίος μπορεί να βελτιωθεί, είναι, όπως υποστηρίζει το περιοδικό, η ψηφιακή επικοινωνία μεταξύ των πλοίων. Γι' αυτό και ο Κρίς Σααρνάκ, στέλεχος της Ναυτιλιακής Υπηρεσίας της Δανίας, υπογραμμίζει πως «παρά το γεγονός ότι βρισκόμαστε στην ψηφιακή εποχή, η ναυτιλιακή βιομηχανία παραμένει σε πολλούς τομείς σχεδόν απαρχαιωμένη.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα ότι το πλήρωμα ενός πλοίου, όταν πιάσει λιμάνι, στέλνει τα απαραίτητα έγγραφα με μεταφορέα στις λιμενικές αρχές, μια σχετικά χρονοβόρα διαδικασία. Εύκολα λοιπόν διαπιστώνει κάποιος ότι ένα ψηφιακό σύστημα που θα αντικαθιστούσε τους μεταφορείς θα ήταν πολύ πιο αξιόπιστο και κυρίως ταχύτερο».

 

(«Η Εφημερίδα των Συντακτών»)