Σ​​τις αρχές του έτους, οι πλατφόρμες των διαφόρων παρόχων χρηματιστηριακής πληροφόρησης, όπως το Bloomberg και το Reuters, παρακολουθούσαν και ανέφεραν τα στατιστικά δεδομένα άνω των 100 κρυπτονομισμάτων, πέραν των πλέον γνωστών Bitcoin, Etherium και Ripple. Είναι χαρακτηριστικό ότι 9 κρυπτονομίσματα εμφάνιζαν κεφαλαιοποίηση άνω των 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων έκαστο, ενώ η κεφαλαιοποίηση των τριών δημοφιλέστερων κρυπτονομισμάτων ξεπερνούσε τα 400 δισεκατομμύρια δολάρια

Σ​​τις αρχές του έτους, οι πλατφόρμες των διαφόρων παρόχων χρηματιστηριακής πληροφόρησης, όπως το Bloomberg και το Reuters, παρακολουθούσαν και ανέφεραν τα στατιστικά δεδομένα άνω των 100 κρυπτονομισμάτων, πέραν των πλέον γνωστών Bitcoin, Etherium και Ripple. Είναι χαρακτηριστικό ότι 9 κρυπτονομίσματα εμφάνιζαν κεφαλαιοποίηση άνω των 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων έκαστο, ενώ η κεφαλαιοποίηση των τριών δημοφιλέστερων κρυπτονομισμάτων ξεπερνούσε τα 400 δισεκατομμύρια δολάρια.

Αποδόσεις έτους κατά το 2017, της τάξεως του 1,318% για το πολυσυζητημένο Bitcoin, αλλά και 36.000% για το λιγότερο γνωστό Ripple, το κρυπτονόμισμα-πρωταθλητή, σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσαν να αφήσουν ασυγκίνητο το μέσο προφίλ επενδυτή. Την ίδια στιγμή ωστόσο, ετήσιες μεταβλητότητες ύψους, επί παραδείγματι, 127% για το Etherium και 183% για το Ripple, προσδιορίζουν επενδύσεις εξαιρετικά υψηλού κινδύνου. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι, μια αρκετά δημοφιλής μετρική κινδύνου στο πεδίο των χρηματοοικονομικών, η λεγόμενη υπό συνθήκη αξία κινδύνου (Conditional Value at Risk, CVAR), υπολογίζεται για το Etherium στο 25%, σε επίπεδο εμπιστοσύνης 99%. Αυτό σημαίνει ότι ένας επενδυτής θα μπορούσε θεωρητικά μόνο σε μια ημέρα να απολέσει μεσοσταθμικά το 1/4 του κεφαλαίου του, με πιθανότητα 1%.

Η πιο πάνω ανάλυση συνιστά όμως μία μόνο από τις αρνητικές όψεις των κρυπτονομισμάτων. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η διαδικασία εξόρυξης Bitcoin διεγείρει τα κερδοσκοπικά ένστικτα μιας όλο και αυξανόμενης μερίδας επενδυτών ανά τον κόσμο. Και μπορεί από τη μια πλευρά η υποκείμενη διαδικασία εξόρυξης να προσφέρει μια σταθερή ροή εισοδήματος, έστω και αν η φυσική νομισματική ανταλλαξιμότητα είναι ακόμα περιορισμένη, από την άλλη όμως οι απαιτήσεις σε δικτυακή υπολογιστική ισχύ για την επεξεργασία των κρυπροαλγορίθμων είναι τεράστιες.

Πράγματι, με την πάροδο των ετών, μαζί με την εκρηκτική άνοδο των τιμών των κρυπτονομισμάτων, έχει εκτιναχθεί και η συνολική κατανάλωση ενέργειας από τα δίκτυα. Ετσι, κάθε συναλλαγή Bitcoin εκτιμάται σε άνω των 200 kWh ηλεκτρικής ενέργειας. Μια πρόσφατη εκτίμηση της συνολικής ετήσιας κατανάλωσης ενέργειας Bitcoin ανέρχεται προσεγγιστικά στις 30 TWh. Η κατανάλωση αυτή αντιστοιχεί στο 0,15% της ετήσιας κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας στον κόσμο. Το νούμερο αυτό προσεγγίζει την ετήσια κατανάλωση της ενέργειας χωρών όπως η Ιρλανδία, η Δανία, η Ουγγαρία, κλπ.

Περαιτέρω, το εκτιμώμενο ετήσιο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας για την εξόρυξη Bitcoin ανέρχεται στο 1,6 δισεκατομμύρια δολάρια. Και κάτι που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι ότι η διαδικασία της εξόρυξης πραγματοποιείται σε χώρες με πολύ χαμηλό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας. Ετσι, ο πιο πάνω αριθμός θα μπορούσε στην πραγματικότητα να είναι ακόμη υψηλότερος.

Επιπλέον, τα υπολογιστικά δίκτυα εξόρυξης τροφοδοτούνται σε μεγάλο βαθμό από σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα στην Κίνα. Το αποτέλεσμα είναι ένα ακραία υψηλό ανθρακικό αποτύπωμα για καθεμιά συναλλαγή Bitcoin, ακόμα και με έναν υποθετικά συντηρητικό συντελεστή εκπομπών.

Η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνεται από την εξόρυξη Bitcoin είναι ήδη τεράστια, αλλά εξακολουθεί να μεγεθύνεται με ταχύ ρυθμό. Για παράδειγμα, σε ένα διάστημα 30 ημερών, από τον περασμένο Οκτώβριο έως τον Νοέμβριο, η αύξηση ανήλθε στο 30%. Με αυτόν τον ρυθμό, και αν δεν προστεθεί νέα δυναμικότητα παραγωγής ενέργειας, το Bitcoin θα απαιτήσει όλη την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται στις ΗΠΑ μέχρι το 2020.

Και τελικά, το μείζον ερώτημα δεν είναι άλλο, από το αν υπό το πρίσμα μιας ικανοποιητικής σχέσης κόστους-οφέλους, η δημοφιλία των κρυπτονομισμάτων είναι συμβατή με μιαν αειφόρο ενεργειακή και περιβαλλοντική ανάπτυξη.

* Ο κ. Χ. Δούκας είναι επίκ. καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Ο κ. Π. Ξυδώνας είναι αναπλ. καθηγητής στην ESSCA Grande École.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")