Γιατί η Γερμανία Ζητά Αντίμετρα στις Αμερικανικές Κυρώσεις Κατά της Ρωσίας

Γιατί η Γερμανία Ζητά Αντίμετρα στις Αμερικανικές Κυρώσεις Κατά της Ρωσίας
του Κώστα Ράπτη
Τετ, 2 Αυγούστου 2017 - 10:09
Το διακριτικό πλην εντατικό λόμπινγκ των ανθρώπων της Κομισιόν στην Ουάσιγκτον επέφερε ορισμένες τροποποιήσεις υπέρ των ευρωπαϊκών συμφερόντων στην επίμαχη δέσμη νέων αμερικανικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας, του Ιράν και της Β. Κορέας, που πλήττει τη διατλαντική ενότητα. Όμως, η Γερμανία, που αποτελεί τον κύριο θιγόμενο, δεν δείχνει να συμφιλιώνεται με τη νέα πραγματικότητα

Το διακριτικό πλην εντατικό λόμπινγκ των ανθρώπων της Κομισιόν στην Ουάσιγκτον επέφερε ορισμένες τροποποιήσεις υπέρ των ευρωπαϊκών συμφερόντων στην επίμαχη δέσμη νέων αμερικανικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας, του Ιράν και της Β. Κορέας, που πλήττει τη διατλαντική ενότητα. Όμως, η Γερμανία, που αποτελεί τον κύριο θιγόμενο, δεν δείχνει να συμφιλιώνεται με τη νέα πραγματικότητα.

"Θεωρούμε απλούστατα ότι κάτι τέτοιο αντιτάσσεται στο διεθνές δίκαιο” δήλωσε, κατά το πρακτορείο Reuters η υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας Brigitte Zypries, αναφερόμενη στις κυρώσεις. Και συμπλήρωσε: "Ασφαλώς δεν θέλουμε έναν εμπορικό πόλεμο. Αλλά είναι σημαντικό η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ετοιμάσει αντίμετρα”.

Η Zypries ανήκει στο κόμμα των Σοσιαλδημοκρατών – και τα λεγόμενά της προφανώς χρωματίζονται και από τον προεκλογικό ανταγωνισμό ενόψει των γερμανικών βουλευτικών εκλογών του Σεπτεμβρίου. Όμως ούτε οι Χριστιανοδημοκράτες της καγκελαρίου Merkel έχουν την πολυτέλεια να εμφανίζονται μειοδοτούντες σε ζητήματα ευρωπαϊκών και γερμανικών ζωτικών συμφερόντων.

Το αν, πάντως, πέρα από τα λόγια, η Γερμανία είναι σε θέση να οδηγηθεί μακριά είναι συζητήσιμο. Τυχόν επιβολή ευρωπαϊκών αντιμέτρων απαιτεί ομοφωνία μεταξύ των εταίρων – και χώρες όπως η Πολωνία, οι Βαλτικές Δημοκρατίες και η Σουηδία μπορεί να θεωρείται βέβαιο ότι θα ασκήσουν βέτο σε οτιδήποτε προσομοιάζει με χαλάρωση της στάσης της Δύσης έναντι της Ρωσίας.

Στην πραγματικότητα, το πρόβλημα δεν είναι τωρινό, μολονότι οι πόλεμοι εξουσίας στους διαδρόμους της Ουάσιγκτον του προσέδωσαν τέτοια οξύτητα, ώστε οι "αντιμαχόμενοι” να μην πολυσυλλογίζονται ότι καθιστούν τους Ευρωπαίους συμμάχους "παράπλευρη απώλεια”. Η ευρωπαϊκή πλευρά προβληματίζεται από καιρό για την παγκόσμια "εξωεδαφική” δικαιοδοσία την οποία οικοδομεί το νομικό σύστημα των ΗΠΑ, υπό το πρόσχημα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας ή της διαφθοράς ή κρατών-ταραξιών και με όπλο το γεγονός ότι κάθε συναλλαγή σε δολάρια εκκαθαρίζεται στη Wall Street, άρα έστω και εικονικά αφορά την αμερικανική επικράτεια.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το θηριώδες πρόστιμο των σχεδόν 9 δισ. δολαρίων που επιβλήθηκε το 2014 εναντίον της τράπεζας BNP για συναλλαγές (απολύτως νόμιμες μα βάση το γαλλικό δίκαιο) με χώρες εναντίον των οποίων είχαν επιβληθεί αμερικανικές κυρώσεις. Οι διαρκείς απειλές των αμερικανικών ρυθμιστικών αρχών προς την Deutsche Bank (με τους πολλούς, κατά τα φαινόμενα, "σκελετούς στη ντουλάπα”) εντάσσονται στο ίδιο πλαίσιο.

Το περασμένο Οκτώβριο η Γαλλική Εθνοσυνέλευση αφιέρωσε ακροάσεις στο θέμα της εξωεδαφικότητας, το οποίο χαρακτηρίστηκε ως "ρυθμιστική μπουλντόζα” στην υπηρεσία ενός "πολιτικο-οικονομικού ιμπέριουμ” που αναζητά "στρατηγικά πλεονεκτήματα”.

Η συζήτηση αυτή είναι απολύτως επίκαιρη και τώρα, εφόσον οι νέες αμερικανικές κυρώσεις, που υιοθετήθηκαν με "σοβιετικές” πλειοψηφίες από Βουλή και Γερουσία και πλέον αποτελούν νόμο, επιτρέπουν τη λήψη μέτρων εναντίον εταιρειών τρίτων χωρών που συνεργάζονται λ.χ. με τη Ρωσία στο ενεργειακό της πρόγραμμα – με αποτέλεσμα, όπως υποψιάζονται πολλοί, να εκβιάζεται η ευρωπαϊκή πλευρά να στρέψει την τροφοδοσία της από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες στο ακριβότερο αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο.

Από τις επαφές των ανθρώπων της Κομισιόν προέκυψαν ορισμένες αλλαγές της τελευταίας στιγμής στη γλώσσα του αμερικανικού νομοσχεδίου, με κυριότερη τη θέσπιση 30ήμερης περιόδου διαβούλευσης πριν από τη λήψη συγκεκριμένων τιμωρητικών μέτρων. Επίσης εξαιρούνται της εμβέλειας του νομοσχεδίου σχέδια στα οποία η ρωσική συμμετοχή είναι μικρότερη του 33%, όπως η αξιοποίηση του κοιτάσματος φυσικού αερίου Shah Deniz 2 του Αζερμπαϊτζάν, όπου BP συμπράττει με τη ρωσική Lukoil, ή του υποθαλάσσιου κοιτάσματος Zohr της Αιγύπτου όπου η Eni συνεργάζεται με τη Rosneft.

Όμως τα πράγματα παραμένουν ασαφή ως προς τους γερμανικού ενδιαφέροντος αγωγούς NordStream 1 και NordStream 2 ή τον BlueStream που καταλήγει στην Τουρκία. Το Βερολίνο έχει λοιπόν κάθε λόγο να εκφράζει την νευρικότητά του.

(από www.capital.gr)