Αύξηση της τάξης του 330% στο τέλος για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, μέσω τροποποίησης της νομοθεσίας, για να καλύψει τη μεγάλη τρύπα των €26,6 εκατ. στο Ταμείο Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, προτείνει η κυβέρνηση.
Στην πράξη, προτείνει αντί των 0.50 σεντ ανά κιλοβατώρα που είναι τώρα η επιβάρυνση μέσω των λογαριασμών ηλεκτρισμού, να εισαχθεί κυμαινόμενη επιβάρυνση, που θα ισούται με τις προβλεπόμενες χορηγίες στους παραγωγούς ηλεκτρισμού από ΑΠΕ, διά των κιλοβατώρων ηλεκτρισμού της ΑΗΚ που καταναλώνουν οικιακοί, εμπορικοί, βιομηχανικοί καταναλωτές και για αγροτικό ρεύμα και οδικό φωτισμό. Έτσι θα καλυφθούν οι τρύπες του Ταμείου. Αν αυτό ισχύσει τώρα, σημαίνει 1.65 σεντ ανά κιλοβατώρα.
Το θέμα συζητήθηκε χθες στην Επιτροπή Εμπορίου της Βουλής, όπου διαφάνηκε ότι η παραγωγή ηλεκτρισμού από ΑΠΕ, με βάση και τις παλιές 20ετείς συμφωνίες αγοράς του παραγόμενου ηλεκτρισμού, στοιχίζει πολύ πιο ακριβά από τη συμβατική παραγωγή της ΑΗΚ, ιδιαίτερα λόγω της πτώσης των τιμών καυσίμων και του ανάλογου κόστους της ΑΗΚ. Αρκετοί θυμήθηκαν χθες το 2004, όταν το Υπουργείο Εμπορίου εξηγούσε ότι η επιβάρυνση θα κοστίζει «όσο μία μπίρα», μετά ήρθε αύξηση που σήμαινε «όσο δύο μπίρες», φτάσαμε σε προσωρινή αύξηση μέχρι το τέλος 2015 για «όσο τρεις μπίρες» και τώρα πάμε για «κιβώτιο μπίρες».
Όπως επεξηγήθηκε χθες στους βουλευτές από τον γενικό διευθυντή του Υπουργείου Ενέργειας, από το Ταμείο ΑΠΕ καταβάλλεται στους παραγωγούς από ανεμογεννήτριες κυρίως, αλλά και φωτοβολταϊκά, η διαφορά από το κόστος κιλοβατώρας της ΑΗΚ (το οποίο καταβάλλει η ΑΗΚ) μέχρι το ύψος της συμφωνημένης πληρωμής της κιλοβατώρας με τον παραγωγό ΑΠΕ. Λόγω της κρίσης μειώθηκε και η συνολική κατανάλωση ηλεκτρισμού, ενώ λόγω καυσίμων μειώθηκε και το κόστος κιλοβατώρας της ΑΗΚ, οπότε χρειάζονται πολύ μεγαλύτερα κονδύλια για επιδότηση της διαφοράς.
Να σημειωθεί ότι το κόστος κιλοβατώρας για την ΑΗΚ ήταν το 2014 13,6 σεντ, το 2015 μειώθηκε στα 8,11 σεντ και το 2016 στα 5,4 σεντ. Δηλαδή, ένας παραγωγός που έχει 20ετή συμφωνία αγοράς 16,6 σεντ, ελάμβανε το 2014 επιδότηση 3 σεντ ανά κιλοβατώρα, το 2015 ελάμβανε επιδότηση 8,49 σεντ ανά κιλοβατώρα και φέτος λαμβάνει 11,2 σεντ ανά κιλοβατώρα. Δηλαδή, οι δαπάνες του Ταμείου αυξήθηκαν για την ίδια παραγωγή 373%.
Οι καταναλωτές, ανεξάρτητα από το κόστος ηλεκτρισμού της ΑΗΚ, με βάση τα κρατικά συμβόλαια που υπογράφτηκαν κυρίως την προηγούμενη δεκαετία, καταβάλλουν και θα καταβάλλουν 16,6 σεντ την παραγώμενη από ΑΠΕ κιλοβατώρα.
Η προτεινόμενη ρύθμιση, με αυτόματη κατανομή του κόστους επιδοτήσεων με επιβαρύνσεις στους λογαριασμούς ηλεκτρισμού, θα σημαίνει περίπου €22 ετησίως για ένα νοικοκυριό, υπέδειξε ο Στέλιος Χειμώνας και φυσικά πολύ μεγαλύτερο πρόσθετο κόστος για εμπορικούς και βιομηχανικούς χρήστες. Ο άλλος τρόπος που προβλέπει η νομοθεσία, με επιβολή πρόσθετου τέλους στα καύσιμα κίνησης, απορρίφθηκε απ’ όλες τις πλευρές.
Στη συνεδρία φυσικά οι σύνδεσμοι παραγωγών ηλεκτρισμού από ΑΠΕ τάχθηκαν υπέρ της ρύθμισης, ενώ αντιτάχθηκαν οι εκπρόσωποι των συνδέσμων καταναλωτών.
Εντύπωση προκάλεσε η απουσία του προέδρου και των μελών της ΡΑΕΚ από τη χθεσινή συνεδρία, ενώ η Ρυθμιστική Αρχή μόλις την προηγούμενη βδομάδα ενημερώθηκε για το κυβερνητικό νομοσχέδιο, κάτι που προκάλεσε επικρίσεις. Η Επιτροπή θα συνέλθει την ερχόμενη εβδομάδα με σκοπό να θέσει προς ψήφιση το νομοσχέδιο, πιθανόν στις 14 Ιουλίου, αν δεν αποφασιστεί να παραταθεί μέχρι το φθινόπωρο.
(Πηγή: Φιλελεύθερος)