Η μεγαλύτερη πετρελαϊκή εταιρεία του κόσμου, Saudi Arabian Oil, επιβεβαίωσε την Παρασκευή ότι εξετάζει το ενδεχόμενο εισαγωγής στο χρηματιστήριο είτε ενός μεριδίου της μητρικής εταιρείας είτε θυγατρικών της μονάδων που δραστηριοποιούνται στο downstream. Ένα ενδιαφέρον και πολύπλοκο ερώτημα που προκύπτει είναι ποια είναι η αποτίμηση ενός κολοσσού για τον οποίο υφίστανται λίγα διαθέσιμα στοιχεία -από ανεξάρτητες πηγές- σχετικά τόσο με την χρηματοοικονομική του κατάσταση όσο και με το μέγεθος των απολήψιμων αποθεμάτων
Η μεγαλύτερη πετρελαϊκή εταιρεία του κόσμου, Saudi Arabian Oil, επιβεβαίωσε την Παρασκευή ότι εξετάζει το ενδεχόμενο εισαγωγής στο χρηματιστήριο είτε ενός μεριδίου της μητρικής εταιρείας είτε θυγατρικών της μονάδων που δραστηριοποιούνται στο downstream. 

Όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση, εξετάζονται διάφορες επιλογές που θα επιτρέψουν τη συμμετοχή του ευρύτερου επενδυτικού κοινού στο μετοχικό της κεφάλαιο. Μόλις ολοκληρωθεί η εξέταση αυτών των επιλογών, προστίθεται, τα αποτελέσματα θα παρουσιασθούν στο Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο εν συνεχεία θα υποβάλει τις προτάσεις του στο Ανώτατο Συμβούλιο του ομίλου.

Όπως υπογραμμίζεται, αυτή η διαδικασία θα ενισχύσει την προσήλωση της εταιρείας στο μακροπρόθεσμο όραμα της να καταστεί η ηγετική, παγκοσμίως, επιχείρηση στους κλάδους της ενέργειας και των χημικών.

Ένα ενδιαφέρον και πολύπλοκο ερώτημα που προκύπτει είναι ποια είναι η αποτίμηση ενός κολοσσού για τον οποίο υφίστανται λίγα διαθέσιμα στοιχεία -από ανεξάρτητες πηγές- σχετικά τόσο με την χρηματοοικονομική του κατάσταση όσο και με το μέγεθος των απολήψιμων αποθεμάτων υδρογονανθράκων. Η απάντηση κάθε άλλο παρά εύκολη είναι.

Τα -δηλωθέντα- αποθέματα πετρελαίου είναι περίπου 260 δισ. βαρέλια ή 10 φορές περισσότερα σε σύγκριση με την μεγαλύτερη παγκοσμίως, εισηγμένη σε χρηματιστήριο, εταιρεία του κλάδου Exxon Mobil. Η ημερήσια παραγωγή της, 10 εκατ. βαρέλια, ξεπερνά το σύνολο της παραγωγής στις ΗΠΑ. 

Ποια είναι όμως η αποτίμησή της; Με βάση τα αποθέματα και με μία -πολύ συντηρητική- τιμή της τάξεως των 10 δολαρίων το βαρέλι, η Aramco θα μπορούσε να αξίζει πάνω από 2,5 τρισ. δολάρια. 

Ωστόσο, όπως επισημαίνεται σε ανάλυση του Bloomberg, οι επενδυτές σπάνια αποτιμούν σε υψηλά επίπεδα τις επιχειρήσεις που ελέγχονται σε μεγάλο βαθμό από το κράτος. Έτσι λοιπόν, με βάση τις συγκριτικές χρηματιστηριακές αποτιμήσεις (σε άλλες παρόμοιες υπό κρατικό έλεγχο εταιρείες), η αξία της θα μπορούσε να διαμορφωθεί αρκετά χαμηλότερα, έως και στα μόλις 100 δισ. δολάρια.

Οι κυριότεροι λόγοι για τη χαμηλότερη σε σχέση με την εσωτερική αξία αποτίμηση ορισμένων απ' αυτές τις εταιρείες είναι οι φόβοι για πολιτικές παρεμβάσεις, η απουσία διαφάνειας και σε ορισμένες περιπτώσεις τα φαινόμενα διαφθοράς. 

Για παράδειγμα, η ρωσική Rosneft, μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου παγκοσμίως, με ημερήσια παραγωγή της τάξεως των 5 εκατ. βαρελιών, έχει κεφαλαιοποίηση 35 δισ. δολαρίων, έναντι 160 δισ. δολαρίων που έχει η μικρότερη σε ότι το αφορά το ύψος της παραγωγής αμερικανική Chevron.

Η χρηματιστηριακή αξία της Petroleo Brasileiro (Petrobras) είναι ακόμα χαμηλότερα, στα 23 δισ. δολάρια, αν και ελέγχει ουσιαστικά το σύνολο της πετρελαϊκής παραγωγής της Βραζιλίας. Απ' όλους τους υπόλοιπους μεγάλους «παίκτες» του κλάδου, μόνο  κινεζικές επιχειρήσεις όπως η PetroChina, έχουν μεγαλύτερη κεφαλαιοποίηση, της τάξεως των εκατοντάδων δισ. δολαρίων.

Σε ό,τι αφορά ειδικότερα την Saudi Aramco, υπάρχουν αμφιβολίες για το πραγματικό ύψος των αποθεμάτων της, καθώς και τις συνολικές υποχρεώσεις της. 

Συνεπώς, αν πρόκειται να εισαχθεί σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά, θα πρέπει να κάνει πολλά βήματα προόδου στο μέτωπο της εταιρικής διακυβέρνησης, προκειμένου οι επενδυτές να θεωρούν αξιόπιστα τα δημοσιευμένα στοιχεία της και να μην την αντιμετωπίζουν όπως για παράδειγμα τις περισσότερες κινεζικές επιχειρήσεις, όπου τα φαινόμενα αδιαφάνειας ή και χειραγώγησης ακόμα των οικονομικών καταστάσεων είναι δυστυχώς καθεστώς.

Επιπλέον, το μεγάλο μέγεθος δεν σημαίνει και μεγάλα κέρδη για τους επενδυτές. Τον Ιανουάριο του 2008, η Σαουδική Αραβία εισήγαγε στο χρηματιστήριο μία κοινοπραξία ονόματι Rabigh Refining and Petrochemical, με την Aramco να διατηρεί τον έλεγχο του 37,5%, την Sumitomo Chemical να ελέγχει επίσης το ίδιο ποσοστό και τις υπόλοιπες μετοχές να διατίθενται στην τοπική χρηματιστηριακή αγορά. 

Η ανταπόκριση των επενδυτών ήταν πολύ μεγάλη, καθώς η δημόσια προσφορά (IPO) υπερκαλύφθηκε κατά 5 φορές, με 4,5 εκατομμύρια Σαουδάραβες να αγοράζουν μετοχές. 

Σήμερα, οκτώ χρόνια μετά, ίσως να έχουν μετανιώσει για την επιλογή τους. Την περασμένη Πέμπτη μετά τις φήμες για την πιθανή εισαγωγή της Aramco σε χρηματιστήριο, η μετοχή της Rabigh υποχώρησε σε ιστορικό χαμηλό, επίπεδο το οποίο είναι περίπου 51% χαμηλότερο από την τιμή εισαγωγής της.