που προωθούν οι ΗΠΑ –αφήνοντας ξεκάθαρα πίσω της το casus belli και τη «θεωρία των γκρίζων ζωνών»–, δεν θα μπορέσει να συμμετάσχει σε αυτή τη νέα πραγματικότητα.
– Τους τελευταίους μήνες έχει συντελεστεί μια σημαντική γεωστρατηγική αναβάθμιση της Ελλάδας μέσω των ενεργειακών συμφωνιών με τις ΗΠΑ. Πώς μπορεί να διατηρηθεί και –γιατί όχι– να ενισχυθεί αυτή η δυναμική;
– Οι συμφωνίες που υπεγράφησαν τον Νοέμβριο στην Αθήνα έχουν αναμφισβήτητα πολλαπλά οφέλη. Οικονομικά, ενεργειακά και γεωστρατηγικά. Δημιουργούν ευκαιρίες, επενδύσεις, νέες ποιοτικές θέσεις εργασίας και θωρακίζουν την ενεργειακή ασφάλειά μας, ενώ ενισχύουν τη γεωστρατηγική θέση μας. Το όφελος αυτό, για να εδραιωθεί και να ενισχυθεί περαιτέρω, προϋποθέτει την άμεση υλοποίηση των συμφωνιών, τη διαρκή ενασχόληση και αφοσίωση στους στόχους, την τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων. Ηδη ο Κάθετος Διάδρομος λειτουργεί και προμηθεύουμε την Ουκρανία με αμερικανικό φυσικό αέριο, ενώ πριν από λίγες ημέρες συστήσαμε με τον Αμερικανό ομόλογό μου μια ομάδα εργασίας για να υλοποιήσει τους στρατηγικούς στόχους του Κάθετου Διαδρόμου, η οποία μάλιστα θα συνεδριάσει για πρώτη φορά στις 10 Δεκεμβρίου. Οι πρωτοβουλίες αυτές εντάσσονται σε μια ευρύτερη νέα αρχιτεκτονική, που αναβαθμίζει τον ρόλο της πατρίδας μας. Ο Κάθετος Διάδρομος, που συνδέει 100 εκατ. ανθρώπους, το σχήμα «3+1» με τη σύμπραξη Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ και ΗΠΑ και ο IMEC φιλοδοξούν να δημιουργήσουν έναν ενιαίο αγωγό περιφερειακής ανάπτυξης και σταθερότητας από την Ινδία έως την Ουκρανία. Η Ελλάδα βρίσκεται στην καρδιά αυτής της αλληλουχίας, αποτελώντας τον συνδετικό κρίκο, το σημείο αναφοράς όπου διασταυρώνονται δρόμοι ενέργειας, υποδομές, αγωγοί, λιμάνια, σιδηρόδρομοι και οδικοί άξονες, διαμορφώνοντας μια νέα περιφερειακή αρχιτεκτονική.
– Αυτή η νέα αρχιτεκτονική που περιγράφετε αποτυπώνει πλήρως το νέο δόγμα Τραμπ, το οποίο συνδέει άρρηκτα την ενέργεια με την εθνική ασφάλεια. Αισθάνεται μεγαλύτερη ασφάλεια η Αθήνα σε αυτό το νέο πλαίσιο;
– Πράγματι σήμερα η ενεργειακή ασφάλεια είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την εθνική ασφάλεια. Ενισχύοντας την πρώτη, η Ελλάδα εμπεδώνει συνακολούθως και τη δεύτερη. Η ολοκλήρωση της συμφωνίας με τη Chevron – HELLENiQ ENERGY και η πρώτη υπεράκτια γεώτρηση μετά 40 χρόνια που θα πραγματοποιήσει η σύμπραξη ExxonMobil – Energean – HELLENiQ ENERGY σηματοδοτούν μια νέα εποχή, που οι δύο μεγαλύτεροι εισηγμένοι διεθνώς ενεργειακοί κολοσσοί δραστηριοποιούνται ενεργά στην ελληνική επικράτεια. Η παρουσία τους αυξάνει τη σταθερότητα, επιβεβαιώνει την αξιοπιστία της χώρας και δημιουργεί ένα ευρύτερο δίχτυ ενεργειακής προστασίας. Ωστόσο, όσο σημαντική κι αν είναι αυτή η ενεργειακή θωράκιση, δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ανάγκη –και ευθύνη– της Ελλάδας να αναβαθμίζει διαρκώς την εθνική αποτρεπτική ικανότητά της και να αξιοποιήσει τις υπό διαμόρφωση ευρωπαϊκές αλυσίδες άμυνας, ειδικά εν μέσω διαρκών διεθνών ανακατατάξεων και της διατήρησης του τουρκικού casus belli. Επενδύοντας στον τομέα υδρογονανθράκων, αυξάνουμε την ενεργειακή ασφάλειά μας, παραμένοντας πάντοτε σε ετοιμότητα.
– Οι Αμερικανοί πάντως βλέπουν τη σταθερότητα και τη μείωση των εντάσεων στην ευρύτερη περιοχή ως αναγκαία συνθήκη για να προχωρήσουν τα έργα των δύο ενεργειακών κολοσσών τους. Επηρεάζει αυτό τη δική μας στρατηγική απέναντι στην Τουρκία;
– Η νέα αυτή αρχιτεκτονική μπορεί να επιτευχθεί και να ευδοκιμήσει μόνο μέσα σε ένα περιβάλλον σταθερότητας, ειλικρινούς συνεργασίας και προοπτικής. Και για αυτό, θέλουμε να λειτουργήσει ως αλλαγή υποδείγματος στην περιοχή και να οδηγήσει στην εξάλειψη της λογικής των ακροτήτων και των απειλών. Εναπόκειται, λοιπόν, στην Τουρκία να ακολουθήσει αυτό το υπόδειγμα συνεργασίας, αφήνοντας ξεκάθαρα πίσω το casus belli και τη «θεωρία των γκρίζων ζωνών». Διαφορετικά, αν δεν το επιλέξει, δεν θα μπορεί να συμμετάσχει σε αυτή τη νέα πραγματικότητα. Η αντίληψη μιας νέας περιφερειακής ανάπτυξης ενισχύει την ανάγκη για μια θετική, ρεαλιστική ατζέντα, όπου η εμπορική συνεργασία και η τήρηση του διεθνούς δικαίου αποτελούν κοινή βάση και προϋπόθεση. Ο σχεδιασμός μας, με τις πρωτοβουλίες που περιγράψαμε, προτάσσει ένα πλαίσιο συνεργειών που βασίζεται στη λογική του σεβασμού των διεθνών εμπορικών συναλλαγών, έναντι των εντάσεων και της λογικής «μηδενικού αθροίσματος». Και δεν πρέπει να ξεχνάμε, κ. Αργύρη, ότι το τελευταίο διάστημα η χώρα μας, χωρίς να επηρεαστεί από τις προκλήσεις και αντιδράσεις της Τουρκίας, προχώρησε στη θεσμοθέτηση του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού και των θαλάσσιων πάρκων, καθώς και σε συμφωνίες με την κοινοπραξία Chevron – HELLENiQ ENERGY για τα θαλάσσια οικόπεδα νοτίως της Κρήτης και της Πελοποννήσου, ασκώντας στο πεδίο τα κυριαρχικά μας δικαιώματα.
– Μια και αναφερθήκατε στο σχήμα «3+1», πόσο χρήσιμη ήταν η πρόσφατη συνάντηση στην Αθήνα και τι βάσεις δημιουργεί για το μέλλον;
– Η πρόσφατη συνάντηση, η οποία για πρώτη φορά πραγματοποιήθηκε σε επίπεδο υπουργών, ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένη, σηματοδοτώντας την αναβάθμιση του θεσμού. Το «3+1», που θεσμοθετήθηκε το 2019 στις ΗΠΑ μέσω του νόμου US East Med Act, προβλέπει στον προϋπολογισμό του και την ίδρυση του Eastern Mediterranean Energy Center, σκοπός για τον οποίο εργαζόμαστε συστηματικά. Ενα τέτοιο μόνιμο κέντρο συνεργασίας θα ενισχύσει τον στρατηγικό διάλογο, θα παραγάγει τεχνογνωσία και θα εδραιώσει την ενεργειακή σύμπραξη των κρατών-μελών. Παράλληλα, το «3+1» μπορεί να αποτελέσει τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στον IMEC και στον Κάθετο Διάδρομο, δημιουργώντας μια ενιαία αρχιτεκτονική ενεργειακής ασφάλειας και ανάπτυξης στην Ανατολική Μεσόγειο και πέραν αυτής. Επόμενη συνάντηση του σχήματος είναι προγραμματισμένη για τον Απρίλιο του 2026 στην Ουάσιγκτον.
– Σε σχέση με τον διάδρομο IMEC, έχετε την αίσθηση ότι η Ελλάδα έχει παγιώσει τον ρόλο της και έχει εξασφαλίσει μια θέση για όταν ωριμάσουν οι συνθήκες;
– Η Ελλάδα από την αρχή αντιμετώπισε τον IMEC ως μια στρατηγική ευκαιρία και κινήθηκε μεθοδικά ώστε να εξασφαλίσει θέση στο σχήμα, χωρίς ανταγωνιστική λογική έναντι άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Η προσέγγιση αυτή ενισχύθηκε μέσα από προσεκτικό σχεδιασμό της κυβέρνησης, διαδοχικές επαφές του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ινδό πρωθυπουργό Ναρέντρα Μόντι –τόσο στην Αθήνα τον Αύγουστο του 2023 όσο και με την επίσκεψη του Ελληνα πρωθυπουργού τον Φεβρουάριο του 2024 στην Ινδία– και με ανάδειξη της Ελλάδας ως κόμβου διασύνδεσης. Σήμερα η χώρα μας έχει ενισχύσει τον ρόλο της ως εναλλακτική πύλη του διαδρόμου και, σε συνδυασμό με τον Κάθετο Διάδρομο και το «3+1», η Ελλάδα οικοδομεί τη συμμετοχή της στη νέα περιφερειακή αρχιτεκτονική.
– Πού βρίσκεται το θέμα του καλωδίου; Πληροφορίες εδώ στην Ουάσιγκτον αναφέρουν ότι αν οι τρεις χώρες αποφασίσουν να σπάσουν το αδιέξοδο, οι Αμερικανοί θα έχουν υποστηρικτικό ρόλο αν χρειαστεί.
– Οπως έχουν ανακοινώσει τόσο ο Ελληνας πρωθυπουργός όσο και ο Κύπριος πρόεδρος, έχει αποφασιστεί να επικαιροποιηθούν τα οικονομικά και τεχνικά στοιχεία της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου και Ελλάδας. Κατά το ταξίδι μου στις ΗΠΑ επιβεβαιώθηκε το ενδιαφέρον για συμμετοχή στο έργο από αμερικανικούς οργανισμούς, είτε συνδέονται με την κυβέρνηση των ΗΠΑ είτε αφορούν αμιγώς ιδιωτικά κεφάλαια. Για την Ελλάδα, ασφαλώς, ένα τέτοιο έργο δεν έχει και δεν θα μπορούσε ποτέ να έχει μόνο οικονομική διάσταση. Εχει στρατηγική σημασία, καθώς τερματίζει την ενεργειακή απομόνωση της Κύπρου και εντάσσεται σε ένα ευρύτερο όραμα διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ και Ισραήλ – αραβικού κόσμου – Ινδίας, μετατρέποντας τη γεωγραφική και ενεργειακή μας διασύνδεση σε έναν πραγματικό διάδρομο σταθερότητας και ανάπτυξης.
*Από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ