Μια νέα έκθεση για τον κλάδο προβλέπει μείωση της βιομηχανικής παραγωγής κατά 2% φέτος. «Δεν πρόκειται για κυκλική ύφεση, αλλά για διαρθρωτική παρακμή», λέει ο πρόεδρος των Γερμανών βιομηχάνων. «Η βιομηχανία είναι η ραχοκοκαλιά της χώρας μας. Αν αποτύχει, θα αποτύχει και η Γερμανία», προσθέτει.
Η αξιοποίηση της παραγωγικής ικανότητας στα χημικά εργοστάσια ήταν πρόσφατα μόνο στο 70%. Οι βιομηχανίες μηχανολογίας και χάλυβα βρίσκονται επίσης υπό πίεση.
«Η Γερμανία χρειάζεται τώρα μια ριζική αλλαγή στην οικονομική πολιτική, με σαφείς προτεραιότητες για την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη», δήλωσε ο Λάιμπινγκερ στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Ο πρόεδρος της BDI απαιτεί από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση του καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς να δώσει προτεραιότητα στις επενδύσεις έναντι των καταναλωτικών δαπανών. Το ειδικό ταμείο πρέπει να χρησιμοποιηθεί με διαφάνεια για πρόσθετες επενδύσεις.
Φεύγουν οι επιχειρήσεις
Η Γερμανία δεν είναι η μόνη «προβληματική» χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μελέτη της ολλανδικής ING δείχνει ότι οι νέες βιομηχανικές επενδύσεις σε ευρωπαϊκό έδαφος παραμένουν αναιμικές. «Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι αναλώνονται σε ωραίες ομιλίες και μεγαλοπρεπείς δηλώσεις. Αλλά η πραγματικότητα είναι απογοητευτική», λένε στη «Ν» Ευρωπαίοι παράγοντες της αγοράς.
«Η στρατηγική αυτονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την οποία τόσο συχνά διατυμπανίζουν οι ηγέτες της γηραιάς ηπείρου, υποχωρεί. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρακολουθεί, μέρα με τη μέρα, τη μετεγκατάσταση βιομηχανιών εκτός Ε.Ε., αλλά και μεγάλες απώλειες θέσεων εργασίας και κλείσιμο επιχειρήσεων, χωρίς ουσιαστικά να κάνει κάτι», προσθέτουν.
Οι οικονομολόγοι της ING κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι από το 2019 η μετεγκατάσταση ευρωπαϊκών μονάδων παραγωγής στο εξωτερικό έχει ξεπεράσει κατά πολύ τις επενδύσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μόλις 38 νέες μεγάλες παραγωγικές μονάδες εγκαταστάθηκαν στην Ευρώπη από το 2019, σε σύγκριση με 172 μονάδες παραγωγής που έφυγαν από την Ευρώπη - τέσσερις φορές περισσότερες. «Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι υπήρξαν περισσότερες μετεγκαταστάσεις εργοστασίων στην Ευρώπη το 2016 ή το 2017, από ό,τι τα προηγούμενα έξι χρόνια μαζί», αναφέρει η έκθεση της ING.
Μεγάλο το κόστος
«Μόλις το 30% των μετεγκαταστάσεων που καταγράφηκαν από το 2014 σημειώθηκαν μετά την πανδημία, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα δεν έχουν αποτρέψει τις εταιρείες από το να μεταφέρουν την παραγωγή τους», επισημαίνουν οι οικονομολόγοι της ING.
Το κόστος της παραγωγής εντός της Ευρώπης θεωρείται επομένως πιο σημαντικό από τους κινδύνους που σχετίζονται με τη μετεγκατάσταση στο εξωτερικό, ακόμη και σε μια εποχή που οι γεωπολιτικές εντάσεις αυξάνονται επικίνδυνα.
Τελικά, οι κύριες ενέργειες των ευρωπαϊκών εταιρειών φαίνεται να ήταν να περιορίσουν τις δραστηριότητές τους σε χώρες που θεωρούνται ότι παρουσιάζουν υψηλότερο κίνδυνο και να διαφοροποιήσουν τις εγκαταστάσεις παραγωγής τους σε άλλες χώρες που θεωρούνται ασφαλέστερες, εξηγούν οι οικονομολόγοι.
Σε θέση αδυναμίας
Οι λόγοι για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή βιομηχανία είναι πολυάριθμοι. Η αύξηση των τιμών της ενέργειας από τον πόλεμο στην Ουκρανία, η έλλειψη ειδικευμένου εργατικού δυναμικού σε ορισμένους τομείς και τα αυστηρά ρυθμιστικά πλαίσια σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, δρουν αποτρεπτικά για τους επενδυτές. «Ο συνεχιζόμενος πόλεμος επιδεινώνει την κατάσταση, αλλά η γραφειοκρατία των Βρυξελλών αρνείται να συμβάλει στην επίτευξη της ειρήνης», τονίζουν παράγοντες της αγοράς.
«Από το 2019, οι τιμές παραγωγού στον βιομηχανικό τομέα της Ευρωζώνης, εξαιρουμένης της ενέργειας, έχουν αυξηθεί κατά 26%, ενώ στην Κίνα έχουν αυξηθεί μόνο κατά 1,4%», σημειώνει ο Πολ Μπερτιέ, οικονομολόγος της Rexecode.
Η Κίνα προσελκύει τις πολυεθνικές εταιρείες
Η ανοδική πορεία της Κίνας ενθαρρύνει πλέον τις πολυεθνικές να αναπτύξουν την έρευνα και την ανάπτυξή τους στο Μεσαίο Βασίλειο. Αυτό συμβαίνει, για παράδειγμα, στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας με τα ηλεκτρικά οχήματα.
«Είναι σημαντικό για τους Ευρωπαίους να σκέφτονται με βάση ολοκληρωμένες αλυσίδες αξίας του κλάδου, ξεκινώντας από τις πρώτες ύλες», λέει ο οικονομολόγος της Rexecode, Πολ Μπερτιέ.
Η τοπική προσαρμογή των βιομηχανιών χημικών, χάλυβα και κρίσιμων μετάλλων είναι θεμελιώδης για την ανάπτυξη των βιομηχανικών τομέων.
Ένας άλλος τομέας βελτίωσης θα μπορούσε να είναι η καλύτερη ενσωμάτωση των αγορών διαφορετικών ευρωπαϊκών χωρών -η λεγόμενη ενιαία αγορά-, ώστε να επιτραπεί στις βιομηχανίες να προσεγγίσουν τους 450 εκατομμύρια Ευρωπαίους και να επιτύχουν οικονομίες κλίμακας.
Αλλά τίθεται επίσης το ερώτημα εάν οι εταιρείες, μέσω των μηχανισμών της αγοράς, γνωρίζουν πώς να αξιολογούν τους γεωπολιτικούς κινδύνους. Και η απάντηση δεν είναι προφανής. Όπως τονίζει ο Σάμι Σάαρ, επικεφαλής οικονομολόγος της Lombard Odier Bank, «ο πόλεμος είναι εγγενής στον γεωπολιτικό χειμώνα στον οποίο μπαίνουμε, όπως απέδειξαν οι περιφερειακές συγκρούσεις κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου».
(από την εφημερίδα «ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ»)