Η Υπουργός Οικονομικών του Ηνωμένου Βασιλείου, Ρέιτσελ Ριβς, παρουσίασε νωρίτερα σήμερα τον προϋπολογισμό που θα κληθεί να εφαρμόσει η Ντάουνιγκ Στριτ για το 2026. Μεταξύ των διάφορων αλλαγών και μία μικρή αλλά κρίσιμη μείωση του κόστος στους λογαριασμούς ενέργειας των νοικοκυριών. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς, ο μέσος όρος της ετήσιας μείωσης θα είναι 150 λίρες, με τα σημερινά τιμολόγια να κινούνται μεταξύ 1.200 και 2.400 λιρών ετησίως ανάλογα με το μέγεθος του νοικοκυριού. Για επιλεγμένα νοικοκυριά, ισχύει και ένα πλαφόν τιμολόγησης που ρυθμίζεται από τον ενεργειακό διαχειριστή Ofgem. Το συγκεκριμένο πλαφόν επρόκειτο να αυξηθεί πάνω από τις 1700 λίρες ετησίως, αν δεν υιοθετούνταν τα σημερινά μέτρα.
Όπως εξήγησε η Ριβς, οι μειώσεις στα τιμολόγια θα προκύψουν από δύο αλλαγές. Η πρώτη αφορά στην κατάργηση του προγράμματος Energy Company Obligation, το οποίο προβλέπει πως οι πάροχοι ενέργειας θα χρηματοδοτήσουν προσαρμογές στην ενεργειακή αποδοτικότητα των φτωχότερων νοικοκυριών, όπως η μόνωση και η αναβάθμιση των συστημάτων θέρμανσης. Το κόστος του προγράμματος περνούσε στους τελικούς καταναλωτές ώστε οι επιχειρήσεις να αντισταθμίσουν τα έξοδά τους.
Η ανακοίνωση για την κατάργηση του σχεδίου έχει ήδη προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, με πολλές οργανώσεις να προειδοποιούν πως πολλές φτωχότερες οικογένειες θα βυθιστούν ακόμα περισσότερο στην ενεργειακή φτώχεια. Παρόλο που το πρόγραμμα έχει κατηγορηθεί για αρκετές καταχρήσεις, οι υποστηρικτές του πιστεύουν πως αυτό που χρειάζεται είναι η εξυγίανσή και όχι η ολική κατάργησή του.
Η δεύτερη αλλαγή έγκειται στη μεταφορά του τέλους για την ανανεώσιμη ενέργεια από τα τιμολόγια ενέργειας στην ετήσια φορολογία. Πρόκειται ουσιαστικά για μία μετακύλιση από τη μία οικονομική υποχρέωση στην άλλη. Ωστόσο, δεδομένου του πόσο πιο σημαντική είναι η σταθερή παροχή ενέργειας, η αύξηση χρεών στους φόρους ενός νοικοκυριού ίσως είναι το «μη χείρον βέλτιστον» για ορισμένες οικογένειες.