Η εταιρεία, η οποία αποτελεί τον βραχίονα που διαχειρίζεται τα δεξαμενόπλοια του ομίλου, του οποίου ηγείται η κ. Μαρία Αγγελικούση, τα τελευταία χρόνια είχε εστιάσει σε ναυπηγήσεις πλοίων τύπου suezmax (150.000 τόνων), έχοντας σε εξέλιξη ένα ναυπηγικό πρόγραμμα που περιλαμβάνει 11 suezmax, εκ των οποίων τα τρία είναι τύπου DP shuttle tankers.
Το τελευταίο VLCC που είχε παραλάβει ο όμιλος ήταν το «Antonis I Angelicoussis», που ήταν το πρώτο τάνκερ που έχει μηχανές duel fuel (LNG) και το οποίο πιστοποιήθηκε από το Green Award Foundation.
Είχαν ακολουθήσει τα αδελφά VLCCs «Maria A. Angelicoussis», «Maran Danae» και «Maran Dione».
Αυτή την περίοδο η Maran Tankers έχει στο «νερό» 40 δεξαμενόπλοια, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην ιστοσελίδα της εταιρείας.
Ταυτόχρονα με τις νέες ναυπηγήσεις, η Maran Tankers αποεπενδύει όσον αφορά τα παλαιότερα σε ηλικία πλοία της, αφού έχει πουλήσει συνολικά εννέα από τον Αύγουστο του 2022 μέχρι τώρα.
Τελευταίο deal ήταν τον Οκτώβριο, όταν η εταιρεία Yinson Production από τη Σιγκαπούρη αγόρασε το «Maran Antares», χωρητικότητας 317.000 dwt, ναυπηγημένο στα ναυπηγεία Daewoo το 2012, έναντι 80 εκατ. δολαρίων.
Ωστόσο, το ενδιαφέρον για τη ναυπήγηση νέων VLCCs εντείνεται και λόγω των επιπτώσεων που αποφέρουν οι γεωπολιτικές εντάσεις και οι κυρώσεις που έχουν επιβληθεί κυρίως στη Ρωσία (για τον πόλεμο στην Ουκρανία), αλλά και στο Ιράν.
Παράλληλα, ο παγκόσμιος στόλος VLCC ανέρχεται σε 908 πλοία, εκ των οποίων άνω του 35% είναι άνω των 16 ετών.
Στα ύψη οι ναύλοι
Οι τιμές ναύλωσης VLCC carriers έχουν αυξηθεί κατακόρυφα μέσα στο 2025, φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο των πέντε τελευταίων ετών, ενώ οι τελευταίες κυρώσεις κατά των ρωσικών πετρελαϊκών εταιρειών Rosneft και Lukoil αναμένεται να επιδεινώσουν την κατάσταση.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιοποίησε η Kpler, περίπου 48 εκατ. βαρέλια αργού πετρελαίου των Rosneft και Lukoil βρίσκονται επί του παρόντος είτε στη θάλασσα είτε σε διαδικασία φόρτωσης σε πλοίο.
Αυτό περιλαμβάνει περίπου 50 δεξαμενόπλοια με προορισμό την Κίνα και την Ινδία, καθώς και άλλα με προορισμό μικρότερα λιμάνια, διάσπαρτα από τη Βαλτική έως τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, και τα οποία αναμένεται να μην μπορέσουν να φτάσουν στον προορισμό τους.
Οι ναύλοι για τα VLCCs ανήλθαν στα 137.000 δολάρια ημερησίως την περασμένη εβδομάδα, σημειώνοντας αύξηση 576% από την αρχή του έτους.
Πρόκειται για το υψηλότερο επίπεδο από τα τέλη Απριλίου 2020 και υπερβαίνει την πρόσφατη κορύφωση της αγοράς που είχε καταγραφεί πριν από δύο εβδομάδες.
Ο μέσος όρος του δείκτη των VLCCs έφτασε στα 116.400 δολάρια την ημέρα, επίσης σε νέο υψηλό πενταετίας.
Η νέα άνοδος στο κόστος ναύλωσης υπερδεξαμενόπλοιων σημειώθηκε προχθές Κυριακή, σχεδόν άμεσα, αφού τέθηκαν σε ισχύ την περασμένη Παρασκευή οι αμερικανικές κυρώσεις, γεγονός που ανάγκασε τους αγοραστές, ιδίως στην Ινδία και την Κίνα, να στραφούν σε άλλους προμηθευτές.
Μετατόπιση της ζήτησης
Η κατάσταση συνέπεσε και με αυξημένη παραγωγή από τις ΗΠΑ και τις χώρες του OΠΕΚ+, ιδίως από παραγωγούς της Μέσης Ανατολής που είναι έτοιμοι να καλύψουν τη ζήτηση με μεγαλύτερους όγκους, σύμφωνα με σημείωμα του αναλυτή της Jefferies LLC, Omar Nokta.
Η μετατόπιση της ζήτησης είναι ήδη ορατή, καθώς την περασμένη εβδομάδα πραγματοποιήθηκαν περισσότερες ναυλώσεις για τα τέλη Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου, με δώδεκα πλοία να ζητούνται για φόρτωση αργού στη Μέση Ανατολή.
Η άνοδος των ναύλων ωφέλησε και τον ευρύτερο στόλο δεξαμενόπλοιων, με τα μικρότερα μεγέθη να καταγράφουν υψηλότερα έσοδα.
Τα suezmaxes, που μεταφέρουν περίπου το μισό φορτίο ενός VLCC, μετακινούνται πλέον στη Μέση Ανατολή για να φορτώσουν φορτία σε διαδρομές που συνήθως εξυπηρετούνται από VLCCs, ανέφερε σε σημείωμά της την περασμένη εβδομάδα η Vortexa.
(από την εφημερίδα «ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ»)