Ειδικότερα, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Ember, η παγκόσμια εγκατεστημένη ισχύς ΑΠΕ θα φτάσει μόλις τα 7,4 τεραβάτ έως το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας, λίγο περισσότερο από το διπλάσιο των 3,4 τεραβάτ που εγκαταστάθηκαν το 2022, με βάση τους εθνικούς στόχους. Ο τριπλασιασμός απαιτεί εγκατάσταση 11 τεραβάτ.
Εξάλλου, ανάλογο ήταν και το συμπέρασμα ανάλυσης του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, που δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο του 2024, μόλις έξι μήνες μετά την COP28. Εκείνη η έκθεση έδειχνε ότι, αθροιστικά, οι φιλοδοξίες των χωρών θα οδηγήσουν σε αύξηση της πράσινης ενέργειας κατά 2,2 φορές έως το 2030. Όπως είχε δηλώσει τότε, σε ανακοίνωσή του, ο Εκτελεστικός Διευθυντής του IEA, Φατίχ Μπιρόλ, «Ο στόχος τριπλασιασμού είναι φιλόδοξος αλλά εφικτός — αν και μόνο εάν οι κυβερνήσεις μετατρέψουν γρήγορα τις υποσχέσεις σε σχέδια δράσης».
«Υπάρχει μια πραγματική αποσύνδεση μεταξύ του είδους της συμφωνίας υψηλού επιπέδου που αφορά την υπογραφή δεσμεύσεων στην COP και στη συνέχεια της πραγματικότητας του τρόπου με τον οποίο γίνεται ο σχεδιασμός στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας», δήλωσε η Καίητυ Αλτιέρι, αναλύτρια παγκόσμιας ηλεκτρικής ενέργειας στην Ember. «Οι εθνικοί στόχοι στέλνουν πολιτικά μηνύματα στην αγορά και νομίζω ότι οι χώρες το έχουν ξεχάσει αυτό».
Τα ευρήματα της έρευνας αναδεικνύουν το βασικό ζήτημα που αντιμετωπίζουν οι διεθνείς συνομιλίες για το κλίμα, και ένα ζήτημα που πιθανότατα θα κυριαρχήσει στην εφετινή σύνοδο κορυφής COP30 στην πόλη Μπελέμ της Βραζιλίας τον Νοέμβριο: Οι χώρες είναι πολύ καλές στο να μιλούν για το θέμα μία φορά τον χρόνο, αλλά κακές στο να εφαρμόζουν στην πράξη τις υποσχέσεις που έχουν δώσει.
Από τη σύνοδο του Ντουμπάι το 2023, υπάρχουν λίγες μόνο ενδείξεις ότι ο κόσμος εγκαταλείπει τα ορυκτά καύσιμα. Η μεγέθυνση των ΑΠΕ υποτίθεται ότι θα βοηθούσε στην αντιμετώπιση της εξίσωσης από την πλευρά της ζήτησης: όσο περισσότερο η αιολική και η ηλιακή ενέργεια μπορούν να καλύψουν τις παγκόσμιες ενεργειακές ανάγκες, τόσο λιγότερο θα χρειάζεται να εξάγουν οι χώρες φυσικό αέριο, πετρέλαιο και άνθρακα.
Ωστόσο, η έρευνα του Ember διαπίστωσε ότι μόνο 22 χώρες έχουν αναθεωρήσει τους στόχους τους για τις ΑΠΕ μετά το COP28 του Ντουμπάι, και τα περισσότερα από αυτά τα κράτη βρίσκονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία αγωνίστηκε να υπάρξει η δέσμευση όσον αφορά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και έχει, επίσης, θεσπίσει νέα νομοθεσία για την επίτευξη του τον στόχου που έχει θέσει για μείωση εκπομπών κατά 55% έως το 2030 από τα επίπεδα του 1990. Ενδεικτικό της μικρής πρόοδου που έχει σημειωθεί σε σχέση με πέρυσι είναι ότι η παραπάνω έκθεση του IEA διαπίστωνε ότι μόνο 14 από τις 194 χώρες είχαν υποβάλει, τον Ιούνιο του 2024, σαφείς στόχους για την αύξηση της συνολικής τους δυναμικότητας σε ΑΠΕ έως το 2030 στις λεγόμενες εθνικά καθορισμένες συνεισφορές τους, δηλαδή τις επίσημες δεσμεύσεις που απαιτούνται από κάθε χώρα που υπέγραψε τη Συμφωνία των Παρισίων.
Τα κράτη της Ομάδας των 20, όπως η Κίνα και η Νότια Αφρική, αναμένεται να υποβάλουν πιο φιλόδοξους στόχους για το κλίμα φέτος, ωστόσο άλλες χώρες, όπως ο Καναδάς, η Ρωσία και η Τουρκία δεν το έχουν κάνει ακόμη, και πιθανότατα δεν θα το κάνουν πριν από τη σύνοδο κορυφής στο Μπελέμ, σύμφωνα με την Ember.
Οι ΗΠΑ, οι οποίες δεν έχουν προτείνει στόχο για τις ΑΠΕ για το 2030, είναι πολύ απίθανο να το πράξουν. Ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει αποσύρει τις ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού και ανακαλεί πολλά από τα προγράμματα καθαρής ενέργειας που τέθηκαν σε εφαρμογή υπό τον Τζο Μπάιντεν, όπως ο Νόμος για τη Μείωση του Πληθωρισμού (IRA).
Η Αλτιέρι σημείωσε ότι η Κίνα από μόνη της θα μπορούσε να αλλάξει σημαντικά την κατάσταση όσον αγορά την επίτευξη του παγκόσμιου στόχου για τις ΑΠΕ ως το 2030, αλλά αυτό δεν αρκεί για να αντισταθμίσει τα ελλείμματα αλλού.
Βέβαια, από την άλλη, υπάρχουν κάποιες ευοίωνες ενδείξεις. Π.χ. η Ινδία δεν έχει επικαιροποιήσει τη στρατηγική της με βάση την COP28, αλλά ο στόχος του Νέου Δελχί για 500 γιγαβάτ ενέργειας χωρίς ορυκτά καύσιμα για το 2030 ευθυγραμμίζεται με τον τριπλασιασμό του στόχου, σύμφωνα με την έκθεση. Αλλά και η Σαουδική Αραβία ίσως να βρίσκεται – παραδόξως - σε καλό δρόμο για την επίτευξη του στόχους που τής αναλογεί με βάση τις δεσμεύσεις της στην COP28.
Εφέτος, 10 χρόνια μετά τη Σύνοδο των Παρισίων για το Κλίμα, η σύνοδος κορυφής COP30 στη Βραζιλία θεωρείται η πρώτη που θα προαναγγείλει μια νέα εποχή κλιματικής διπλωματίας, καθώς θα επικεντρωθεί στην εφαρμογή των υποσχέσεων που έχουν δοθεί αντί να διατυπώσει και άλλες δεσμεύσεις.
Έτσι, λίγες ημέρες πριν από τη διάσκεψη, ο ΟΗΕ θα δημοσιεύσει μία σύνθεση από τα επιμέρους εθνικά σχέδια όσον αφορά το κλίμα και μία εκτίμηση για το πόσο απέχει ο κόσμος αυτή τη στιγμή από την υλοποίηση του στόχου για συγκράτησης της παγκόσμιας υπερθέρμανσης στα επίπεδα του 1,5°C σε σχέση με το 1990. Θα εναπόκειται στη Βραζιλία να καθοδηγήσει τους διαπραγματευτές σχετικά με τον καλύτερο τρόπο να κλείσουν αυτό το χάσμα, και στα μέσα της υλοποίησης του στόχου αυτού είναι και η αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος των ΑΠΕ
Για την Αλτιέρι της Ember, πάντως, δεν θα απαιτούνται πολλά για να γίνει κλιμακωθεί η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια, αλλά χρειάζονται στόχοι για να διασφαλιστεί ότι οι χώρες θα σκεφτούν πού θα εγκαταστήσουν τις ΑΠΕ και το είδος της υποδομής, όπως τα δίκτυα και η αποθήκευση σε μπαταρίες, που απαιτούνται συμπληρωματικά προς την εγκατάσταση. «Δεν πρόκειται για τον καθορισμό στόχων μόνο και μόνο ως αυτοσκοπό», όπως είπε, ενώ πρόσθεσε ότι είναι διαθέσιμα τα οικονομικά στοιχεία για κάθε χώρα του κόσμου.