Αν και απομένουν ελάχιστες ημέρες για να παραδώσει την προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών στον Τζο Μπάιντεν, ο πρόεδρος της χώρας Ντόναλντ Τραμπ επιμένει στον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα, προσθέτοντας στη «μαύρη» λίστα των ανεπιθύμητων εταιρειών ακόμα εννέα. Πρόκειται για ύποπτες, κατά την Ουάσιγκτον, εταιρείες, οι οποίες έχουν διασυνδέσεις με τον στρατό και την κυβέρνηση και ονομάζονται χαρακτηριστικά «κομμουνιστικές κινεζικές στρατιωτικές εταιρείες»

Σε αυτές, μεταξύ άλλων, συμπεριλαμβάνεται η παγκοσμίως γνωστή εταιρεία κινητών τηλεφώνων Xiaomi, ο κρατικός πετρελαϊκός κολοσσός CNOOC, το κινεζικό κοινωνικό δίκτυο της νέας γενιάς Tik Tok, αλλά και η αεροναυπηγική Commercial Aircraft Corp. (COMAC), η οποία σχεδιάζει να ανταγωνιστεί κάποια στιγμή την Boeing. Εν τω μεταξύ, αξίζει να σημειωθεί πως η απόφαση των αμερικανικών αρχών λαμβάνεται μόλις λίγες ημέρες μετά τη σημαντική παραγγελία, που εξασφάλισε η COMAC, από ινδονησιακό αερομεταφορέα για ορισμένα από τα αεροσκάφη της.

Οι εξελίξεις αυτές, όπως ήταν αναμενόμενο, προκάλεσαν κραδασμούς στις μετοχές των εταιρειών της «μαύρης» λίστας και ειδικά η τιμή της μετοχής της Xiaomi υποχώρησε χθες έως και 11% στο χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ. Σε αυτήν την εταιρεία σημαντικός επενδυτής είναι ο αμερικανικός τηλεπικοινωνιακός όμιλος της Qualcomm. Η ένταξη της εν λόγω εταιρείας και των λοιπών στη «μαύρη» λίστα σημαίνει πως Αμερικανοί δεν επιτρέπεται να επενδύσουν σε αυτές κι αν το έχουν ήδη πράξει, θα πρέπει  να αποσυρθούν, εκτός εάν η επόμενη κυβέρνηση Μπάιντεν αποφασίσει διαφορετικά. Υπενθυμίζεται πως η Xiaomi κάθε άλλο παρά τυχαία επιχείρηση είναι, πόσο μάλλον, αφού πέρυσι σε διεθνή κατάταξη βρέθηκε βάσει πωλήσεων στην τρίτη θέση, εξοβελίζοντας από αυτήν την Apple.

Παρόμοιες ενέργειες έχουν γίνει και από τις ΗΠΑ εναντίον άλλων κινεζικών τεχνολογικών εταιρειών όπως η Huawei και ο γίγαντας ημιεπεξεργαστών της SMIC, ώστε να παρεμποδίσουν την πρόσβασή τους σε βασική τεχνολογία, αλλά και την ικανότητά τους να ανταγωνίζονται διεθνώς. Τον Νοέμβριο ο Ντόναλντ Τραμπ εξέδωσε εκτελεστική εντολή και απαγόρευσε στους Αμερικανούς να επενδύουν σε κινεζικές εταιρείες, που θεωρείται πως προμηθεύουν ή υποστηρίζουν στρατιωτικούς μηχανισμούς και συστήματα ασφαλείας της χώρας. Ανταποκρινόμενο στα δεδομένα αυτά, στις αρχές Ιανουαρίου, το  Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης έθεσε εκτός των δεικτών του τρεις κινεζικούς γίγαντες με παρουσία στον κλάδο  τηλεπικοινωνιών.

Συν τοις άλλοις, και το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ εξέδωσε ξεχωριστή «μαύρη» λίστα, στην οποία επίσης συμπεριλαμβάνονται ο πετρελαϊκός κολοσσός CNOOC και η εταιρεία εξερεύνησης βαθέων υδάτων και στρατιωτικού εξοπλισμού, ονόματι Skyrison. Το όλο απαγορευτικό πλαίσιο καθιστά εξαιρετικά δύσκολο για τις αμερικανικές εταιρείες να εξάγουν προϊόντα ή τεχνολογία σε αυτές τις επιχειρήσεις. Κατά τον υπουργό Εμπορίου, Γουίλμπορ Ρος, η  CNOOC συνεχίζει αδιαλείπτως τις οχλήσεις της στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, εκφοβίζοντας τους γείτονες της χώρας. 

Οι εδαφικές διαφορές στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας παραμένουν ανοιχτές για χρόνια, ενώ το Πεκίνο αγνοεί τις διαμαρτυρίες της Ουάσιγκτον. Η Κίνα, τέλος, κατασκεύασε σειρά τεχνητών νησιών για να επεκτείνει τη στρατιωτική και εμπορική της εμβέλεια στην περιοχή, η οποία θεωρείται πως έχει κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου αξίας 2,5 τρισ. δολαρίων, κατά τις εκτιμήσεις των ΗΠΑ.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")