Μαύρα παραμένουν τα σύννεφα στον ορίζοντα της παγκόσμιας οικονομίας, με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) να επανέρχεται με την εκτίμηση ότι η κρίση του κορονοϊού θα διαρκέσει περισσότερο απ' όσο αναμενόταν, προειδοποιώντας ότι ορισμένες χώρες θα χρειαστούν χρόνια για να επιστρέψουν σε ανάπτυξη. Ο πρώτος αναπληρωτής διευθυντής του ΔΝΤ, Τζέφρι Οκαμπότο, επανέλαβε 

 

χθες ότι το ταμείο έχει προσφέρει συνολική χρηματοδότηση ύψους 90 δισ. δολαρίων σε 79 χώρες, συμπεριλαμβανομένων 20 στη Λατινική Αμερική, από την ώρα που ξέσπασε η υγειονομική κρίση. Το ΔΝΤ συνεχίζει να είναι σε επαφή με τις χώρες μέλη για την αντιμετώπιση της πανδημίας και τον περιορισμό των οικονομικών συνεπειών της. «Προσπαθούμε να διατηρήσουμε την οικονομική μας δύναμη. Μιλάμε για μία επιστροφή στην ανάπτυξη η οποία θα απαιτήσει χρόνια και αρκετές χώρες στη διάρκεια της προσπάθειας αυτής είναι πιθανό να χρειαστούν βοήθεια» δήλωσε ο αξιωματούχος. Η αβεβαιότητα εντείνεται ακόμη περισσότερο μετά τη νέα ωέξαρση του κορονοϊού, με το μεγαλύτερο πλήγμα να έχουν υποστεί μέχρι τώρα οι οικονομίες της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής. Ήδη το ΔΝΤ βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με τις κορυφαίες οικονομίες του G20 για παράταση της προσωρινής παύσης στις πληρωμές εξυπηρέτησης του διμερούς χρέους από χώρες χαμηλού εισοδήματος στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας Αναστολής Εξυπηρέτησης Χρέους (DSSI) που εγκρίθηκε τον Απρίλιο και έχει ισχύ έως το τέλος του έτους.

Ένα άτακτο Brexit

Την ίδια στιγμή, ο οίκος S&P Global προειδοποίησε για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει ένα άτακτο Brexit, αναθεωρώντας ταυτόχρονα πτωτικά τις προβλέψεις του για τη βρετανική οικονομία, η οποία πιθανότατα να παρουσιάσει φέτος ύφεση 10%. Ένα Brexit χωρίς συμφωνία θα οδηγήσει σε νέους δασμούς στις εισαγωγές και εξαγωγές, καθώς και σε άλλους εμπορικούς φραγμούς, εξέλιξη που θα προσθέσει ακόμη ένα πρόβλημα στις ευρωπαϊκές οικονομίες και θα οδηγήσει ακόμη πιο βαθιά σε ύφεση τη Βρετανία. Για την Ευρωζώνη, όμως, ο οίκος αναθεώρησε ελαφρώς πιο πάνω τις προβλέψεις του, κάνοντας τώρα λόγο για συρρίκνωση 7,4% αντί 7,8% που είχε προβλέψει τον Ιούνιο. Για το 2021, βλέπει ανάκαμψη στο 6,1% αντί για 5,5%.

H απασχόληση

Ακόμη ένα «αγκάθι» για τις οικονομίες και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού είναι ο βραδύς ρυθμός ανάκαμψης της απασχόλησης. Στις ΗΠΑ αυξήθηκαν οι αιτήσεις για χορήγηση επιδόματος ανεργίας στη διάρκεια της προηγούμενης εβδομάδας, σε μία απρόσμενη εξέλιξη, που γεννά πολλά ερωτήματα για το πόσο εύκολα και γρήγορα μπορεί να βελτιωθεί η αγορά εργασίας. Ο πρόεδρος της Fed, Τζερόμ Πάουελ, προειδοποίησε ότι τυχόν αποτυχία εξασφάλισης νέας κρατικής βοήθειας προς τα νοικοκυριά θα πυροδοτήσει νέο κύμα στάσεων πληρωμών σε ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια και θα οδηγήσει σε εξώσεις, αναφερόμενος στο αδιέξοδο που υπάρχει στο Κογκρέσο ως προς την έγκριση νέου πακέτου δημοσιονομικών μέτρων στήριξης. Στην Ευρωζώνη, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για συνέχεια στις περικοπές θέσεων εργασίας στο τρίτο τρίμηνο, σύμφωνα με το μηνιαίο δελτίο της, επικαλούμενη δείκτες στην εν λόγω αγορά. Η ανεργία θα συνεχίσει να αυξάνεται, ενώ παρατηρείται πολύ μικρή αύξηση της ζήτησης σε καταναλωτικά αγαθά παρότι η οικονομία ανακάμπτει δειλά από την άνευ προηγουμένου ύφεση του δεύτερου τριμήνου. Το δελτίο διευκρινίζει ότι το σημερινό ποσοστό ανεργίας δεν αποτυπώνει πλήρως τον αντίκτυπο από την πανδημία, καθώς υπάρχει η στήριξη από τα προγράμματα επιδότησης των θέσεων εργασίας. Η ΕΚΤ επανέλαβε δε και την εδώ και πολύ καιρό σταθερή κατευθυντήρια γραμμή της ότι είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμη να προσαρμόσει όλα τα εργαλεία της εάν κριθεί αναγκαίο για να ενισχύσει τον πληθωρισμό.

174,5 δισ. μέσω TLTRO

Στο πλαίσιο αυτό, οι τράπεζες της Ευρωζώνης άντλησαν 174,5 δισ. ευρώ σε μία ακόμη πράξη φθηνής χρηματοδότησης (TLTRO) από την ΕΚΤ, η οποία συνεχίζει να τους δίδει κίνητρα για να χορηγούν δάνεια. Στη χρηματοδότηση συμμετείχαν 388 τράπεζες με επιτόκιο στο -1%. Βεβαίως, είναι κατά πολύ μικρότερη από το 1,3 τρισ. ευρώ που άντλησαν οι τράπεζες στο TLTRO που πραγματοποιήθηκε πριν από τρεις μήνες. Τα νέα δάνεια αναμένεται να αυξήσουν την υπερβάλλουσα ρευστότητα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ευρωζώνης πάνω από τα 3 τρισ. ευρώ, κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά.

*(Από τη Ναυτεμπορική)